Μικρές νίκες στον μακρύ πόλεμο

Γιάννης Βούλγαρης 24 Μαρ 2017

«Ξυπνά μια νέα δημοκρατική συνείδηση;» αναρωτιόμασταν πριν από κάποιο καιρό παρακολουθώντας τη μαχητικότητα των διαδηλώσεων στις ΗΠΑ μετά την εκλογή του Τραμπ (ΝΕΑ, 28-29/1/2017). Τελικά μπορεί να μην είναι μόνο ευχή. Μπορεί και να είναι μια πραγματικότητα, που δηλώνει την παρουσία της χωρίς ακόμα να εγγυάται τη σταθερότητά της. Οι ολλανδικές εκλογές έδωσαν άλλο ένα σήμα. Tα ποσοστά των ακροδεξιών μετρήθηκαν μικρότερα από τα αναμενόμενα, κυρίως όμως υπήρξε πολιτική κινητοποίηση και σημαντική άνοδος της εκλογικής συμμετοχής. Μπορεί κάποιος εύκολα να υποτιμήσει το σήμα, στο κάτω-κάτω το κόμμα του Βίλντερς αυξήθηκε. Όμως, μεγάλο τμήμα της δημοκρατικής κοινής γνώμης αισθάνθηκε ανακούφιση. Και σωστά. Γιατί διαπίστωσε ότι οι ακροδεξιοί, οι λαϊκιστές και οι ψεύτες δεν επελαύνουν πλέον ασταμάτητα και ανεμπόδιστα. Σχεδόν ανακλαστικά, αφυπνίζεται το δημοκρατικό ένστικτο μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης, και μια νέα πολιτικοποίηση διαπερνά τις δυτικές κοινωνίες. Επίσης, έγινε πιο απτή η ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα και η «ανάγκη της Ευρώπης» που φαίνεται να περισφίγγεται για πρώτη φορά μεταπολεμικά από την Αμερική και τη Ρωσία συνδυασμένα. Ακολουθούν κρισιμότερες αναμετρήσεις. Στη Γαλλία, μετά την δικαστική περιπέτεια του Φιγιόν, η αναμέτρηση έχει ξεφύγει από την αντιπαράθεση Δεξιάς-Ακροδεξιάς, και η  πιθανότατη νίκη του Μακρόν, θα προκαλέσει ευρύτερη αναδιάταξη του κομματικού τοπίου, πέρα από την ενίσχυση της φιλοευρωπαϊκής ατζέντας. Στη Γερμανία έχει ανοίξει ένας ενδιαφέρον αναστοχασμός στους κόλπους της σοσιαλδημοκρατίας. Στην Ιταλία αντιθέτως παραμένει ο γρίφος.

Είπα αφύπνιση υπό την έννοια ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι ανάλογο με την αντιμετώπιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Όταν ξέσπασε, ανακίνησε τις μνήμες της κατάρρευσης του 1929, και τα τότε παθήματα έγιναν μαθήματα, ώστε να αντιμετωπιστεί πολύ πιο έγκαιρα και αποτελεσματικά. Τόσο που γυρίσαμε στο business as usual πιο γρήγορα από όσο έπρεπε, αφήνοντας δηλαδή κατά μέρος βαθύτερες μεταρρυθμίσεις της διεθνούς οικονομίας. Μπορεί λοιπόν και οι μνήμες της κατάρρευσης της φιλελεύθερης δημοκρατίας του Μεσοπολέμου, η αυτοπαραίτηση τότε του φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, που άνοιξαν τον δρόμο στο κύμα του φασισμού, να λειτουργούν σαν απωθημένο ιστορικό βίωμα που ανακινήθηκε εξαιτίας της επέλασης της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού. Άλλωστε,  σε περιόδους κρίσης, οι άνθρωποι και τα κόμματα, αναστοχάζονται τις σκληρές στιγμές του παρελθόντος.

Θα ήταν ωστόσο αφέλεια να πιστέψουμε ότι η λαϊκιστική επέλαση τελειώνει. Έχουν μάλλον δίκιο όσοι υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει ένα μεμονωμένο κύμα λαϊκισμού που σπάει μια φορά στην ακτή και τέλειωσε. Θα υπάρξουν διαδοχικά κύματα, και τα πιο προβληματικά πολιτικά συστήματα θα κινδυνεύσουν από διάβρωση (ξέρουμε εμείς εδώ στην Ελλάδα). Πηγή των κυμάτων στις δυτικές κοινωνίες είναι η μορφή που έχει πάρει η παγκοσμιοποίηση, η απουσία σοβαρών θεσμών ρύθμισής της, η αλλαγή των συσχετισμών που έχει επιφέρει μεταξύ Δύσης-Ανατολής, όπως επίσης και η πολιτισμική ανασφάλεια που δημιουργεί η αποδυνάμωση του έθνους-κράτους. Ευρέα στρώματα των δυτικών κοινωνιών, αισθάνονται απειλούμενα, ενώ εδώ και καιρό τα «κατεστημένα» κόμματα, πρόβαλαν μια πραγματιστική υποστήριξη στις αλλαγές αυτές, αντιμετωπίζοντάς τες σαν απρόσωπο «δομικό καταναγκασμό» που υπερέβαινε τις δυνατότητες του πολιτικού ελέγχου.

Για αυτό τον λόγο, η σταθερότερη απόκρουση των λαϊκιστικών κυμάτων, και του κινδύνου μιας γενικευμένης γεωπολιτικής αποσταθεροποίησης που μπορεί να επιφέρει η «επιστροφή» των εθνικισμών, με πρώτον τον αμερικανικό, μπορεί να γίνει μόνο με όρους στρατηγικούς και όχι συγκυριακούς. Τακτικισμοί χωρίς ιδεολογικό βάρος θα είναι αλυσιτελής. Το ερώτημα είναι αν στον νέο ιστορικό κύκλο που προφανώς έχει ανοίξει, ας πούμε συμβολικά μετά το 2008, θα μπορέσει να δημιουργηθεί στις δυτικές κοινωνίες ένα νέο ηγεμονικό πλαίσιο δημοκρατικό και διεθνιστικό. Ηγεμονικό με την έννοια ότι συνιστά ένα πλέγμα πολιτικών αντιλήψεων και αξιών, στο οποίο θα αναγνωρίζεται η κοινωνική πλειοψηφία, και εντός του οποίου θα κινούνται και θα ανταγωνίζονται τουλάχιστον τα κόμματα εξουσίας. Διεθνιστικό και δημοκρατικό με την έννοια ότι θα ορίζεται τόσο από την αντίθεση προς την ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση, όσο και από το μέτωπο προς τους εθνικολαϊκισμούς, τους ανταγωνιστικούς προστατευτισμούς, και την πολιτική της ισχύος στις διεθνείς σχέσεις. Αυτό το πλαίσιο δεν θα είναι έργο μιας παράταξης, αλλά κοινό πεδίο συνάντησης των ιστορικών πολιτικών ρευμάτων του δημοκρατικού σοσιαλισμού, τις φιλελεύθερου κοινωνικού κέντρου και του δημοκρατικού συντηρητισμού. Κοντολογίς, ένα νέο ζωτικό κέντρο βάρους γύρω από το οποίο θα διεξάγεται ο μεταξύ τους ανταγωνισμός. Προς τούτο χρειάζεται όμως να αφήσουν πίσω είτε την άκριτη εμπιστοσύνη στις αγαθοεργές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης που έτρεφαν πριν από την κρίση του 2008, είτε την μετέπειτα πραγματιστική αποδοχή της, που τα αφοπλίζει έναντι των αντιπάλων. Ο πιο κρίσιμος αλλά και αδύναμος σήμερα κρίκος αυτού του αναστοχασμού είναι ασφαλώς η Σοσιαλδημοκρατία. Η αποδυνάμωση των κομματικών συστημάτων στην Ευρώπη, και η ενδυνάμωση των λαϊκισμών, συνδέθηκε με την κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας. Η αναζωογόνηση της αποτελεί κλειδί για την ανακοπή των σημερινών αρνητικών τάσεων.

Στην Ελλάδα μετά τη χρεωκοπία, οι ανωτέρω τάσεις εκδηλώθηκαν με βιαιότητα και ιδιαιτερότητα. Από το φιλοευρωπαϊκό τόξο, διασώθηκε η κεντροδεξιά παράταξη, ενώ κατέρρευσε η κεντροαριστερή. Στη θέση της εμφανίστηκε ο αριστερός εθνικολαϊκιστικός ΣΥΡΙΖΑ που έγινε κυβέρνηση παρέα με τον δεξιό εθνικολαϊκιστικό ΑΝΕΛ. Η αναστροφή αυτής της τάσης, και η συμβολή της Ελλάδας στην διαμόρφωση του νέου ηγεμονικού δημοκρατικού και διεθνιστικού πλαισίου, όπως πιο πάνω το περιγράψαμε, σημαίνει ουσιαστικά αναστήλωση του κεντροαριστερού πυλώνα του φιλοευρωπαϊσμού. Υπάρχει η άποψη ότι αυτό θα γίνει με τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλώς έχει στο εσωτερικό του τέτοιες δυνάμεις, οι οποίες εδώ που τα λέμε, έχουν μεγάλες ευθύνες γιατί μένουν σιωπηλές εμπρός στην παρούσα εθνική παρακμή. Στον συνολικό όμως ΣΥΡΙΖΑ είναι δύσκολο να δεις τέτοιες δυναμικές. Αντιθέτως, διακρίνεις αμέσως τις συνέπειες της εθνικολαϊκιστικής φυσιογνωμίας. Η ψυχολογική άνεση με την οποία καταστρέφει για δεύτερη φορά την οικονομία της πατρίδας, η χρήση όλων των εργαλείων του παραδοσιακού πελατειακού συστήματος, η παράδοση των υπουργείων άμυνας και εξωτερικών σε θιασώτες του «τραμπισμού», η διαχείριση του προσφυγικού στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης. Αν αυτά κάνει ως κυβέρνηση, η προσεχής θητεία του στην αντιπολίτευση δεν θα βελτιώσει την κατάσταση. Κανένα ελληνικό κόμμα δεν έγινε «υπεύθυνο» όντας στην αντιπολίτευση.

Το γεγονός αυτό δείχνει τον δρόμο στις διάσπαρτες δυνάμεις του κέντρου και της αριστεράς. Είναι ένας χώρος παράδοξος. Ηττημένος, αποψιλωμένος, αλλά ταυτόχρονα, φορέας μιας νέας εθνικής αυτογνωσίας ακριβώς γιατί διαχειρίστηκε από τα μέσα, και την άνοδο και την πτώση της Ελλάδας. Κατακερματισμένος, αλλά ταυτόχρονα συμπαγής στις βασικές στρατηγικές επιλογές της χώρας. Αυτός ο χώρος είναι καταδικασμένος στον ρόλο του κομπάρσου αν μείνει σκόρπιος ή αν οχυρωθεί σε παρωχημένες ταυτότητες. Αντιθέτως, αν βρει τον δρόμο της συνένωσης μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά τους συσχετισμούς πετώντας το γάντι στον κλονιζόμενο ΣΥΡΙΖΑ. Η φιλοδοξία θα είναι να αναστηλώσει τον κεντροαριστερό πυλώνα της φιλοευρωπαϊκής Ελλάδας, να σαρκώσει και πάλι τον λόγο του δημοκρατικού σοσιαλισμού και του φιλελεύθερου κέντρου, ώστε να καταστεί νέο ηγεμονικό πλαίσιο των εξελίξεων, η αναγέννηση της χώρας στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης.