Η κυβερνητική πλειοψηφία είναι οριακή και εύθραυστη, η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αποκτήσει προβάδισμα, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, όχι μόνο στην πρόθεση ψήφου αλλά και στην παράσταση νίκης. Αυτά, ενώ η κυβέρνηση έχει καταθέσει μονομερώς, δηλαδή χωρίς την έγκριση της Τρόικας, τον προϋπολογισμό του 2014, όπως επίσης τον ενιαίο φόρο ακινήτων και τη ρύθμιση για τους πλειστηριασμούς. Με άλλα λόγια, ενώ η κυβέρνηση πήρε το ρίσκο της ασυμφωνίας με τους πιστωτές για να διασφαλίσει τη συνοχή των κοινοβουλευτικών ομάδων της συμπολίτευσης και να εκπέμψει φιλολαϊκό μήνυμα, δεν πέτυχε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Στο μεταξύ, ο χρόνος της «μονομερούς» ευδίας δεν είναι απεριόριστος. Όταν θα ξεκινήσει η συζήτηση για την απομείωση του ελληνικού χρέους, τον Απρίλιο, εκ των πραγμάτων θα μπουν στο τραπέζι όλα: Δημοσιονομικό κενό, χρηματοδοτικά κενά, τρύπες και ελλείμματα, το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που θα φτάνει μέχρι το 2017, το ενδεχόμενο ενός νέου πακέτου στήριξης και, βέβαια, το νέο μνημόνιο, όπως και αν αυτό ονομαστεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απολαμβάνει την άνοδό του παρόλο που αυτή δεν οφείλεται στο γεγονός ότι πείστηκαν περισσότεροι από το πρόγραμμά του για τη διαχείριση της κρίσης, τίποτα δεν έχει αλλάξει ως προς αυτό, αλλά συνδέεται με το ότι η κατάσταση γίνεται όλο και πιο ανυπόφορη για όλο και περισσότερους.
Επειδή διαμορφώνεται πια καθαρά μια δυναμική υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, επειδή η κυβέρνηση αγκομαχά και εκμετρά το ζην, επειδή αποσαφηνίζονται οι νέοι κανόνες λειτουργίας στην ευρωζώνη που θα είναι σκληροί, γίνεται απόλυτα επιτακτική η ανάγκη να συζητηθούν όλα αυτά που δεν συζητήθηκαν με θάρρος και ειλικρίνεια από τότε που η πατρίδα μας μπήκε στη δίνη της κρίσης.
Ειδικότερα:
-Αν ο θεσμός των πρόωρων εκλογών κατά παράβαση της συνταγματικής επιταγής για τετραετή κυβερνητική θητεία βοηθά ή όχι την πορεία της χώρας.
-Αν η παράδοση κατά την οποία ο υποψήφιος πρωθυπουργός μοιράζει λεφτά και όταν εγκαθίσταται στο Μέγαρο Μαξίμου αιφνιδιάζεται από την καμένη γη που παρέλαβε συμβάλλει στην αποκατάσταση μιας σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στο πολιτικό σύστημα και τους πολίτες.
-Αν ο «εκτσογλανισμός» -κατά τον νεολογισμό Βενιζέλου- της πολιτικής αντιπαράθεσης, εκτός από εντυπώσεις και την αηδία του σκεπτόμενου κοινού, παράγει ο,τιδήποτε θετικό.
-Αν το επίπεδο στο οποίο έχει φτάσει ο κοινοβουλευτισμός αποτελεί ή όχι εμπόδιο για την ανάκαμψη.
-Αν η καλλιέργεια του ευρωσκεπτικισμού, είτε μέσω αντιμνημονιακής ρητορείας αλά ΣΥΡΙΖΑ είτε μέσω διαφήμισης της ανυπακοής απέναντι στην Τρόικα από την κυβέρνηση, είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία ειδικά στη σημερινή συγκυρία.
-Αν η άρνηση κάθε μεταρρύθμισης από συνδικάτα και οργανωμένες επαγγελματικές ομάδες αποτελεί σύμπτωμα προόδου ή καθυστέρησης.
-Αν είναι λογικό να δίνονται ακόμη συντάξεις στα 52 και στα 55.
-Αν είναι σωστό να προτείνεται ως ισοδύναμο μέτρο για την εξαίρεση των αγροτεμαχίων από τη φορολόγηση η εκ νέου περικοπή του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
-Αν μας αρέσει το κράτος που έχουμε και θέλουμε να το κρατήσουμε ως έχει: Με τον ίδιο όγκο, το ίδιο κόστος, τον ίδιο ανορθολογικό και αντιπαραγωγικό τρόπο λειτουργίας, τις ίδιες πελατειακές δομές.
-Αν συμφωνούμε ότι πρέπει να απελευθερωθούν πραγματικά τα κλειστά επαγγέλματα και να σπάσουν οι ολιγοπωλιακές δομές της ελληνικής οικονομίας.
-Αν κρίνουμε ότι η Αθήνα πρέπει να γίνει δημοφιλής τουριστικός προορισμός σε πλανητικό επίπεδο γιατί αυτό θα αυξήσει το ΑΕΠ της χώρας μας και για να γίνει αυτό θα πρέπει τα καταστήματα να είναι συνέχεια ανοιχτά και οι χώροι πολιτιστικού ενδιαφέροντος προσβάσιμοι μέχρι το βράδυ.
-Τι φταίει και προέρχονται τα φορολογικά έσοδα κατά 80% από μισθωτούς και συνταξιούχους, τι φταίει και αλλάζουν συνεχώς οι διατάξεις του φορολογικού, επιβάλλονται φόροι αναδρομικά και μονιμοποιούνται οι λεγόμενες έκτακτες εισφορές.
– Αν μας φαίνεται κανονικό να πληρώνουμε φόρους για να υποστηριχθεί ένα κράτος πρόνοιας που δεν έχουμε.
-Αν συμφωνούμε ότι χρειαζόμαστε επειγόντως δουλειές και, για παράδειγμα, θα μπορούσε το Ελληνικό να έχει αξιοποιηθεί ήδη, επειδή αποτελεί τη μεγαλύτερη αναξιοποίητη ελεύθερη έκταση σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, προκειμένου να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και ένας νέος παραγωγικός ιστός.
-Αν μας ικανοποιεί το επίπεδο της παιδείας μας, ξεκινώντας από την πρώτη και φθάνοντας ως την τελευταία βαθμίδα. Αν το θεωρούμε ανεκτό που χάθηκε το εξάμηνο στη Νομική και αν κρίνουμε επαρκή τη διδασκαλία ξένων γλωσσών στο δημόσιο σχολείο.
-Αν μας απασχολεί το γεγονός ότι τρίτη πολιτική δύναμη είναι ένα νεοναζιστικό κόμμα και αν μας προβληματίζει η αποδοχή του από ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Αν αναρωτιόμαστε γιατί οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι όχι μόνο δεν απέκτησαν νεοναζιστικό κόμμα, αλλά έχουν μια ακροδεξιά του 1%.
-Αν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι χρεοκοπήσαμε και ότι δεν πρόκειται για κόλπο ξένων κέντρων που επιβουλεύονται τον εθνικό μας πλούτο. Και σε αυτή την περίπτωση, αν έχουμε αποδεχτεί ως αυτονόητο το αυτονόητο, ότι δανεικά χωρίς όρους δεν υπάρχουν και δεν υπήρχαν ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αν, δηλαδή, έχουμε την κοινή λογική να αντιληφθούμε ότι ο έλεγχος είναι αναπόφευκτος και οι αυστηροί κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας επίσης και ότι δεν υπάρχει ανώδυνος τρόπος συμμετοχής στο σύστημα του ευρώ, που ειδικά για τη χώρα μας είναι κάτι πολύ περισσότερο από νόμισμα, είναι ο αρμός που μας κρατά στον πρώτο κόσμο.