Μια χώρα που νομίζει ότι κοιτάζει το μέλλον

Γεώργιος Γεωργακόπουλος 12 Απρ 2024

Η χώρα μας από την ένταξή της στην τότε ΕΟΚ το 1981 κατάφερε να αλλάξει εντυπωσιακά. Έφτιαξε δρόμους, αεροδρόμια, νοσοκομεία, μετρό κλπ., τις βασικές υποδομές της δηλαδή, έστω με καθυστερήσεις, έστω με υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς, έστω με κάποιες μίζες.

Κατάφερε επίσης αφού χρεωκόπησε αμέριμνα να ‘’ξεπεράσει’’ την κρίση, έστω ασθμαίνοντας, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, έστω με μεγαλύτερο πόνο από αυτόν που έπρεπε. Δεν είναι άτοπο να σκεφτεί κάποιος ότι η κάθε κρίση δεν φέρνει μόνο δεινά, είναι ταυτόχρονα και μια μοναδική ευκαιρία για μια χώρα να αλλάξει όλα όσα δεν τολμούσε να κάνει το προηγούμενο διάστημα. Ποια χώρα δεν θα ήθελε να αλλάξει μετά από ένα τόσο μεγάλο χαστούκι που θα την άφηνε σε ημιλιπόθυμη κατάσταση. 

Αλλάζουμε παραμένοντας οι ίδιοι

Παραδόξως όμως η χώρα σου παράγει την αίσθηση ότι είναι στάσιμη, ότι παραμένει στο ίδιο σημείο.  Ενώ ξαναμπήκε σε κίνηση μετά την κρίση σου δίνει την αίσθηση ότι συνεχίζει να ζει πάλι και πάλι τα ίδια γεγονότα, τράκες στα Τέμπη, δολοφονίες έξω από την πόρτα αστυνομικών τμημάτων, σχολική βία, πανεπιστήμια ξέφραγα αμπέλια, φονικές πυρκαγιές όπως στο Μάτι, πλημμύρες, και πολλά άλλα, τα οποία συνεχίζει να συζητά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, καταλήγοντας πάντα στα ίδια ανεδαφικά συμπεράσματα (αυτά που αναμασάνε συνεχώς τα ΜΜΕ), χωρίς να μπορεί να βελτιωθεί στο παραμικρό ως προς την αντιμετώπισή τους.

Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί; Τι είναι αυτό που δεν αλλάζουμε και μας κρατά καθηλωμένους; Τι είναι αυτό που δεν κάνουμε καλά; Τι είναι αυτό που μας ΄΄αναγκάζει’’ να αναπαράγουμε τις ίδιες ατέρμονες και ανεδαφικές συζητήσεις για τα προβλήματα χωρίς να καταλήγουμε σε κάποιο συμπέρασμα, σε κάποια λύση, σε κάποια αλλαγή, σε κάποια βελτίωση των πραγμάτων;

Έχω την αίσθηση ότι το κυρίαρχο πρόβλημα είναι ότι δεν θέλουμε να δούμε ποιο είναι το πρόβλημα. Δεν θέλουμε να δούμε πως διοικείται αυτή η χώρα, με ποιο ανθρώπινο δυναμικό και με ποιες διαδικασίες.

Ο διοικητικός και θεσμικός εκσυγχρονισμός της χώρας

Ουδείς θέλει να δει  ότι οι θεσμοί της χώρας μας μπορεί να πήγαν με το πέρασμα του χρόνου σε καινούργια κτίρια και να έβαλαν υπολογιστές η εσωτερική τους λειτουργία όμως παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη. Εξ’ου και το παράδοξο η χώρα να αλλάζει παραμένοντας όμως ίδια.

Ουδείς ασχολείται να θωρακίσει τους θεσμούς, να τους βελτιώσει ώστε να επιτελούν με επάρκεια τον ρόλο τους. Τα κόμματα γνωρίζουν πολύ καλά ότι είναι πρωτίστως δική τους ευθύνη να το πράξουν, τους αφήνουν όμως να απαξιώνονται όλο και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την αλλαγή τους στη συνέχεια.

Με αυτά τα δεδομένα δεν φαίνεται παράδοξο που οι συζητήσεις μας καταλήγουν πάντα στα ίδια αποτελέσματα. Για τις φυσικές καταστροφές φταίει κάθε φορά το γεγονός ότι το φαινόμενο ήταν πρωτοφανές και ότι δεν μπορείς να τα βάλεις με την φύση, για όλα τα υπόλοιπα φταίει η παιδεία μας και η νοοτροπία μας ως λαού. Κατά συνέπεια δεν έχουμε να κάνουμε και πολλά πράγματα, απλώς πρέπει να παρακαλούμε την φύση να μην είναι τόσο αδυσώπητη μαζί μας και για τα υπόλοιπα να περιμένουμε μέχρι να αλλάξει η νοοτροπία μας.

Το κράτος, τα κόμματα, η διοίκηση και οι υπόλοιποι θεσμοί μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο.

Ουδείς θέλει να δει ότι αυτό που θα άλλαζε πραγματικά τα τοπίο και θα έκανε την διαφορά είναι ο διοικητικός και θεσμικός εκσυγχρονισμός της χώρας. Ουδείς θέλει να δει ότι το παιχνίδι των κομματικών τοποθετήσεων όπου υπάρχει θέση στο δημόσιο, το οποίο παίζεται επί δεκαετίες στην χώρα, διαχέεται με τρομακτική ταχύτητα προς τα κάτω σε όλο το σώμα της διοίκησης παράγοντας μια πλημμυρίδα μικροδιευθετήσεων και μικροεξυπηρετήσεων αποκλειστικά κομματικού και πελατειακού χαρακτήρα οι οποίες αθροιζόμενες σου παράγουν ένα τεράστιο πρόβλημα. Ένα κράτος σε ακινησία, ένα κράτος που δεν θέλει αλλά και δεν μπορεί.  

Τι πρέπει να γίνει

Υπάρχει λύση; Θεωρητικά ναι. Τα βασικά βήματα που πρέπει να γίνουν και τα οποία θα επέτρεπαν στην χώρα να αλλάξει σελίδα είναι τα εξής:

Πρέπει να σταματήσουμε τα ρουσφέτια, τις κομματικές μετακινήσεις, μετατάξεις, αποσπάσεις, σε ολόκληρο το εύρος του δημοσίου, καθώς και τις τοποθετήσεις κομματικών στελεχών στις διοικήσεις των διαφόρων οργανισμών της χώρας. Ουσιαστικά πρέπει να σταματήσει η παρέμβαση των κομμάτων επί όλων αυτών. Όλα αυτά πρέπει να γίνονται με ουδέτερο και αξιοκρατικό τρόπο. Τα κόμματα θα αποφασίσουν κάτι τέτοιο; Πολύ αμφιβάλλω. Προτιμούν να καταγγέλλουν για κομματικούς διορισμούς αλλά μόνο όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση, όταν αναλαμβάνουν την διακυβέρνηση οι ίδιοι διορισμοί μεταμορφώνονται ξαφνικά σε όαση αξιοκρατίας.

Εάν υποθέσουμε ότι τα κόμματα συναινούν σε κάτι τέτοιο χρειάζεται στην συνέχεια να ανατάξουμε το σύνολο της διοικητικής μηχανής του κράτους ξεκινώντας από την κεντρική διοίκηση και πηγαίνοντας σιγά σιγά προς τα υπόλοιπα συστήματα. Χρειάζεται καταρχάς να οικοδομήσουμε αξιόπιστα συστήματα αξιολόγησης. Αξιολογήσεις κάνουμε και σήμερα δεν παράγουν όμως το αποτέλεσμα που πρέπει.

Ακόμη όμως και αν καταφέρουμε να οικοδομήσουμε ένα αξιόπιστο σύστημα αξιολόγησης για το ανθρώπινο δυναμικό, αυτό δεν μας λύνει το πρόβλημα χρειαζόμαστε και ένα ποιοτικό σύστημα διαχείρισης του. Ποιος κάνει τι, πόσο και ποιο προσωπικό χρειάζεται η κάθε υπηρεσία και για ποιο λόγο… Επιπρόσθετα το αυτό πρέπει να γίνει και με το παραγόμενο έργο και μια σειρά άλλων πραγμάτων.

Ακόμη όμως και έτσι και αυτό δεν μας λύνει το πρόβλημα της τρομακτικής έλλειψης εμπειρογνωμόνων στο δημόσιο. Κατά συνέπεια χρειαζόμαστε και ένα ποιοτικό σύστημα προσλήψεων ικανό να προσελκύει  άτομα υψηλών δεξιοτήτων. Δεν μπορείς για παράδειγμα να περάσεις ως χώρα στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης χωρίς ανθρώπους ικανούς να σχεδιάζουν, να παρακολουθούν και να αξιολογούν σύνθετες μεταρρυθμίσεις. Χωρίς ανθρώπους ικανούς να οικοδομούν βάσεις δεδομένων, να αναλύουν τα δεδομένα αυτά και να προτείνουν εφικτές και αποτελεσματικές λύσεις…

Για να προσελκύσεις όμως υπαλλήλους υψηλών δεξιοτήτων χρειάζεσαι ένα άλλο μισθολόγιο στο δημόσιο. Δεν μπορείς να προσελκύσεις άτομα υψηλών δεξιοτήτων με τους υφιστάμενους μισθούς του δημοσίου.

Ακόμη όμως και αν αλλάξεις όλα τα παραπάνω πάλι δεν λύνουμε το πρόβλημά μας. Χρειαζόμαστε και ένα άλλο σύστημα ιεραρχίας. Σήμερα στο δημόσιο οι πάντες κάνουν τα πάντα, δεν υπάρχει διαφοροποίηση σύμφωνα με τις ικανότητες και το επιτελούμενο έργο. Έχει γίνει τόσο κοινότοπο αυτό που καταλήγουν όλοι να διαχωρίζουν τους υπαλλήλους σύμφωνα με το αν δουλεύουν ή είναι τεμπέληδες και νομίζουν βλακωδώς ότι αν βάλουμε τους τεμπέληδες να δουλέψουν περισσότερο θα λύσουμε και το πρόβλημα. Δεν κατανοούν καν ότι υπάρχουν σύνθετες και απλές εργασίες. Ότι δεν μπορούν όλοι να οικοδομήσουν αξιόπιστες βάσεις δεδομένων, να σχεδιάσουν σύνθετες  πολιτικές, παρεμβάσεις, μεταρρυθμίσεις…

Συμπέρασμα

Όλα τα παραπάνω βήματα έχουν την ίδια βαρύτητα πλην του πρώτου. Το πρώτο αποτελεί την συνθήκη sine qua non για την υλοποίηση των υπολοίπων, αν δεν γίνει αυτό είναι αδύνατον να γίνουν τα υπόλοιπα. Φαντάζομαι ότι γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι δεν μπορούμε για παράδειγμα να μιλήσουμε για πραγματική αξιολόγηση όταν το κράτος διοικείται με κομματικά στελέχη. Όπως δεν μπορούμε να μιλήσουμε για πραγματική αλλαγή όταν οι παρεμβάσεις αναλώνονται σε κώδικες δεοντολογίας, πρωτόκολλα, νουθεσίες ηθικοπλαστικού χαρακτήρα, και εκπαίδευση του προσωπικού. Όλες τις τελευταίες δεκαετίες η χώρα προσπαθεί με αυτά τα εργαλεία. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό.

Επιπλέον όλα αυτά τα βήματα πρέπει να τα δούμε ως μέρη ενός ενιαίου σχεδίου. Πρέπει να γίνουν όλα και να γίνουν με την σειρά που πρέπει. Η υλοποίηση κάποιων εξ’αυτών δεν δύναται να επιφέρει την πολυπόθητη αλλαγή.

Η χώρα θα κοιτάξει το μέλλον όταν αποφασίσει να υλοποιήσει τα εν λόγω βήματα.