Μια γαλλική μαγική σφαίρα

Παύλος Τσίμας 25 Απρ 2017

Τρία ιστορικά κλειδιά για τις γαλλικές εκλογές

 

1.Το 2012, η Γαλλία έκανε κάτι ασυνήθιστο. Καταψήφισε τον απερχόμενο Προεδρό της- τον υπερκινητικό, υπερφιλόδοξο και υπερβολικά σατανικό Σαρκοζί– στερώντας του το δικαίωμα σε μια δεύτερη θητεία, δικαίωμα που είχαν οι προκάτοχοί του Μιτεράν και Σιρακ. Το είχε πάθει και ο Ζισκάρ, το 1981. Αλλά εκείνος τουλάχιστον είχε υποκύψει στο ακαταμάχητο ρεύμα Μιτεράν και στην επιθυμία της Γαλλίας να αλλάξει, μετά από δεκαετίες, πολιτικό πρόσημο. Στην περίπτωση Σαρκοζί, αντίθετα, η Γαλλία ήθελε απλώς να απαλλαγεί από αυτόν, τόσο ώστε ψήφισε μια άχαρη μετριότητα, τον Φρανσουά Ολάντ. Από τον οποίο, πέντε χρόνια αργότερα, ήθελε επίσης να απαλλαγεί, τόσο ώστε του απαγόρευσε να συμμετάσχει καν στις εκλογές (για πρώτη φορά στην ιστορία), απειλώντας τον με εξευτελισμό μέσω των δημοσκοπήσεων. Δυο φορές μέσα σε δυο χρόνια δεν είναι σύμπτωση. Είναι ένδειξη ενός χάσματος που όλο και διευρύνεται μεταξύ εκπροσώπων και εκπροσωπουμένων, μεταξύ εκλογέων και εκλεγμένων. Και το χάσμα γεμίζει με δυσπιστία, απογοήτευση, συχνά οργή. Που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε υποτίμηση, αμφισβήτηση της δημοκρατίας της ίδιας.

2.Στις προεδρικές εκλογές του μακρινού 1965, ο σοσιαλιστής Φρανσουά Μιτεράν, υποχρέωσε, παρά πάσα προσδοκία, τον ιδρυτή της 5ης Γαλλικής δημοκρατίας, τον στρατηγό Ντε Γκωλ, να διεκδικήσει την επανεκλογή του σε δεύτερο γύρο. Από τότε, μισό αιώνα τώρα, η Γαλλία διχάζεται και ψηφίζει γύρω από τον άξονα δεξιά-αριστερά (ο οποίος γεννήθηκε άλλωστε επί γαλλικού εδάφους πριν 228 χρόνια). Και συσπειρώνεται γύρω από ισχυρές ηγετικές προσωπικότητες- Ντε Γκωλ και κατόπιν Σιράκ από τη μια, Μιτεράν από την άλλη. Τα τελευταία δέκα χρόνια η Γαλλία μοιάζει ν’ αναζητά ηγετικές προσωπικότητες του μεγέθους των πρώην. Και απογοητεύεται. Αναζητά, ακόμη περισσότερο, μιαν αναβίωση, μια νέα νοηματοδότηση της διαχωριστικής γραμμής δεξιά- αριστερά. Γι’ αυτό και στις προκριματικές της δεξιάς, οι ψηφοφόροι αγνόησαν το φαβορί και διάλεξαν τον πιο «δεξιό», τον Φιγιόν, ως υποψήφιο Πρόεδρο. Γι’ αυτό και στις προκριματικές των σοσιαλιστών ψήφισαν τον πιο «αριστερό» από τους υποψηφίους, τον Αμόν, πριν τον εγκαταλείψουν τρέχοντας για κάποιον ακόμη πιό «αριστερό», τον ακαταμάχητο, αν και ενίοτε ασυνάρτητο, Μελανσόν.

Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι στον δεύτερο γύρο των εκλογών βρέθηκαν δύο υποψήφιοι που δηλώνουν ότι αρνούνται την διάκριση αριστεράς – δεξιάς. Ο ni droite ni gauche Μακρόν και η Λεπέν που αρνείται πεισματικά (στα λόγια έστω) την Ακροδεξιά της ταυτότητα. Κι είναι σαν η ιστορική διαχωριστική γραμμή δεξιά- αριστερά να υποκαθίσταται από μια νέα που συμβολίζουν ο κοσμοπολίτικος, ευρωπαϊκός μεταρρυθμισμός του Μακρόν και η ξενοφοβική, νοσταλγική ενός μηδέποτε υπάρξαντος χρυσού αιώνα, αναδίπλωση στα εθνικά σύνορα της Λεπέν. Και στο μεταξύ, τα δυο κυρίαρχα κόμματα της δεξιάς και της αριστεράς έμειναν εκτός δευτέρου γύρου, αθροίζοντας συνδυαστικά μόλις 25%. Σαν η Γαλλία να ζει ότι δοκιμάσαμε εμείς το 2012.

3.Το 2002 όλοι προεξοφλούσαν ότι η προεδρική εκλογή θα ήταν μια μονομαχία ανάμεσα στον γκωλικό Σιράκ και τον διάδοχο του Μιτεράν, τον σοσιαλιστή Ζοσπέν. Το προεξοφλούσαν τόσο, ώστε πολλοί θεώρησαν μάταιο να ψηφίσουν στον πρώτο γύρο, η αποχή έφθασε σε επίπεδα ρεκόρ, μικρότερες υποψηφιότητες διέσπασαν το σοσιαλιστικό μπλοκ και, κάπως έτσι, σαν από ατύχημα, για 190.000 ψήφους στα 45 εκατομμύρια ο Ζαν Μαρί Λεπέν, εκπρόσωπος μιας ως πρόσφατα περιθωριακής Ακροδεξιάς, με αντισημιτικό, ρατσιστικό λόγο και φασίζουσες πρακτικές, βρέθηκε στον δεύτερο γύρο. Ήταν σοκ. Η Γαλλία και ο κόσμος ανατρίχιασαν, μια μεγάλη καμπάνια δημοκρατικής συσπείρωσης οργανώθηκε και ο Λεπέν έχασε στον δεύτερο γύρο με ένα συντριπτικό 82 – 18. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, η κόρη του, κληρονόμος του κόμματος, μπαίνει στον δεύτερο γύρο των εκλογών με άνεση, συγκεντρώνοντας πάνω από 7 εκατομμύρια ψήφους. Κανένα σοκ, καμία έκπληξη, καμιά ανατριχίλα. Ο Λεπενισμός έγινε μπανάλ, σχεδόν νορμάλ. Αυτό που ήταν φρικτά ακραίο, πριν 15χρόνια, αρχίζει να ακούγεται ανησυχητικά φυσιολογικό.

Ο δεύτερος γύρος των γαλλικών εκλογών θα φέρει, λοιπόν, αντιμέτωπους έναν φανατικό ευρωπαϊστή και κάποια που θέλει να διαλύσει την ευρωπαϊκή ένωση «όπως διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση». Έναν μεταρρυθμιστή οπαδό της ανοιχτής οικονομίας και μια κήρυκα της επιστροφής στα εθνικά σύνορα και την κρατική προστασία επί της οικονομίας. Έναν φιλελεύθερο και μια οπαδό του ισχυρού κράτους και του καθαρού αίματος. Ο Μακρόν θα κερδίσει την μεθεπόμενη Κυριακή, αλλά όχι εύκολα. Κι έπειτα θα πρέπει, Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίχως κόμμα, να βρει στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να κυβερνήσει. Ούτε αυτό θα είναι εύκολο. Αλλά αυτά αφορούν στην Γαλλία. Μόνο που η Γαλλία ήταν συχνά τα τελευταία 200 χρόνια, ένα εργαστήριο όπου δοκιμάζονταν οι ιδέες και τα πολιτικά ρεύματα που θα κυριαρχούσαν στον κόσμο. Ίσως κι αυτή τη φορά να αποδειχθεί μια μαγική σφαίρα όπου βλέπουμε κάτι από το μέλλον μας.