Η αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης κάνει κύκλους: αποφεύγει διαρκώς το χειρότερο αλλά δημιουργεί κάθε φορά καινούργια προβλήματα που αποτρέπουν την αίσθηση, και την πραγματικότητα, της ανάκαμψης. Ισως, αν το πιστέψουμε, τα πράγματα να είναι αυτή τη φορά διαφορετικά. Οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας φανερώνουν την κινητικότητα, τις αμφισημίες και την ανάγκη ποιοτικού άλματος.
– Η επαναγορά του χρέους «πέτυχε», το λογικά τελευταίο εμπόδιο στην εκταμίευση της «μεγάλης δόσης» υπερπηδήθηκε, αλλά – ελάφρυνση του χρέους δεν απαντά ακόμα στο πρόβλημα της βιωσιμότητάς του.
– Οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων ξεπέρασαν, για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, τις εισαγωγές ξένων, όμως αυτό το θετικό ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών οφείλεται περισσότερο στη λόγω κρίσης συρρίκνωση της ζήτησης παρά σε μια πλήρως ικανοποιητική εξωστρέφεια.
– Οι έλληνες ιδιοκτήτες παρέμειναν, με βάση τη μεταφορική ικανότητα, στην πρώτη θέση της παγκόσμιας ναυτιλίας το 2012, αλλά με συνεχιζόμενα προβλήματα τόσο σε επίπεδο κλάδου όσο και διασύνδεσης με το ευρύτερο ελληνικό πρόβλημα, αφού παραμένουν ξεκομμένοι από το ελληνικό κράτος.
– Επενδυτικές κινήσεις και συνέργειες που δημιουργούν δικαιολογημένες ελπίδες (COSCO, ΟΛΠ, Hewlett Packard – Quatar Airlines, Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος – εγκαταστάσεις Unilever στην Ελλάδα) αντισταθμίζονται από κωλυσιεργίες και χαμένες ευκαιρίες σε πολλούς τομείς (ιδίως στον εξορυκτικό, τον ενεργειακό, τον αγροτικό, τον τουριστικό) και από αδυναμία γενικής βελτίωσης της επενδυτικής διαδικασίας και του επενδυτικού κλίματος.
– Η αύξηση στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων πρέπει να ιδωθεί και υπό το φως της υστέρησης της Ελλάδας σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες του Μνημονίου αλλά και σε σχέση με την έλλειψη αναπτυξιακής πνοής, που τόση σημασία έχει και τόσον καιρό αναμένεται.
– Στο δε πολιτικό πεδίο, οι νίκες εικόνας αλλά και ουσίας που πετυχαίνει η κυβέρνηση (νέα συμφωνία για το ελληνικό χρέος, ξεπέρασμα της παγίδας της επαναγοράς ομολόγων, βελτίωση της αξιοπιστίας των οικονομικών χειρισμών, έμμεση ευρωπαϊκή υπόσχεση για περαιτέρω διευκολύνσεις εφόσον η Ελλάδα τηρεί τις υποχρεώσεις της) χάνουν αρκετή από τη δυναμική τους λόγω του υφεσιακού χαρακτήρα των έξωθεν εκπορευόμενων αλλά εσωτερικά όχι πάντα σωστά διαχειριζόμενων μέτρων και της ανεπαρκούς, ακόμη, μεταρρυθμιστικής τόλμης.
Αν η παραπάνω ενδεικτική αλλά αντιπροσωπευτική αποτίμηση είναι ορθή, η εικόνα που εξάγεται είναι η εικόνα μιας εύθραυστης ισορροπίας. Υπό πολύ αντίξοες συνθήκες και παίζοντας διαρκώς εκτός έδρας, η ελληνική ομάδα, χωρίς φανατική υποστήριξη, καταφέρνει και παίρνει μια σειρά από ηρωικές ισοπαλίες. Ομως αυτές πια δεν αρκούν. Γιατί οι κοινωνικές αντοχές όλο και μειώνονται – και όσοι ποντάρουν στην εξάντλησή τους θα πείθουν όλο και περισσότερους, εφόσον δεν γίνεται αισθητή μια αλλαγή πορείας και μια διόρθωση αδικιών.
Γιατί το πολιτικό σύστημα κρατιέται από μια κλωστή – το Κοινοβούλιο υποβαθμίζεται (όχι μόνο από τις ασχήμιες των ακραίων αλλά και από τις πράξεις όσων βουλευτών αδιαφορούν για τις επιτροπές ή όσων υπουργών αποφεύγουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο), τα κόμματα (όλα τα κόμματα) αποκόπτονται από το εκλογικό σώμα, τα ατομικά δικαιώματα, ο βασικός δείκτης ουσιαστικής δημοκρατίας, υποχωρούν, οι θεσμοί δεν ανασυντάσσονται. Γιατί οι ξένοι, που μας δυσκολεύουν αλλά και μας στηρίζουν, θα γίνουν δικαίως πιο απαιτητικοί από τη στιγμή που η ανάκτηση της πολιτικής κυριαρχίας μας δεν θα εξαρτάται πια τόσο από αυτούς αλλά από εμάς τους ίδιους.
Ανάκτηση κυριαρχίας σημαίνει εθνικές πρωτοβουλίες, πρακτικά μέτρα (οι ρήξεις θα έρθουν μέσα από τις λύσεις), ηγετικό παράδειγμα και επιστροφή της συλλογικής αξιοπρέπειας. Μόνο στα λόγια είναι εύκολη – απαιτεί ενότητα, σχέδιο και τόλμη, στοιχεία μέχρι στιγμής σε ανεπάρκεια – αλλά, αν έρθει, αν έστω επιχειρηθεί σοβαρά, θα αποτελέσει την πρώτη και πιο κρίσιμη νίκη.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς