Λέγεται συχνά πως η Κύπρος ποτέ δεν χάνει την ευκαιρία να χάσει μια ευκαιρία. Η ρήση απέκτησε ιδιαίτερη εγκυρότητα μετά την απόρριψη της επανένωσης του νησιού από τους ελληνοκύπριους (Ε/Κ) το 2004. Η ζωή ήταν εύκολη τότε στον νότο, και κανείς δεν έβλεπε για ποιο λόγο να διαταράξει το status quo.
Αλλά τώρα στους Ε/Κ επιβλήθηκε μια νέα πραγματικότητα. Η κατάσταση για αυτούς είναι δυσοίωνη και το άμεσο μέλλον τους δεν φαίνεται ενθαρρυντικό, εκτός αν υπάρξουν εντυπωσιακές εξελίξεις. Τυχαίνει να πιστεύω ακράδαντα πως αυτές βρίσκονται επί θύραις.
Να γιατί: η οικονομική και κοινωνική κατάσταση του ελεγχόμενου από τους Τούρκους βορρά βελτιώνεται, αποκαθιστώντας τις ισορροπίες ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ο ρόλος της Τουρκίας ως περιφερειακής και διεθνούς δύναμης αυξάνει ολοένα, με την χώρα αυτή να μετατρέπεται σε μείζονα παράγοντα σταθερότητας στην ταραγμένη αυτή περιοχή. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις γίνονται στενότερες και φιλικότερες, αλλάζοντας το πλαίσιο στο οποίο παραδοσιακά αντιμετωπιζόταν το κυπριακό. Στην Ελλάδα, τα οικονομικά δεινά άλλαξαν τις προτεραιότητές της. Η χώρα είναι πια σταθερά προσανατολισμένη προς την Ευρώπη και συγκαταλέγεται στους θερμότερους οπαδούς της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Από την άλλη το υψηλό κόστος που καλείται να καταβάλει η Κύπρος από την συμβιωτική χρηματοπιστωτική σχέση που ανέπτυξε με την Ελλάδα, επισκιάζει τις διμερείς τους σχέσεις.
Αυτές οι νέες πραγματικότητες, καλές και κακές, προσφέρουν μια ευκαιρία να προχωρήσουμε προς την κατεύθυνση της λύσης του κυπριακού, που εκκρεμεί εδώ και τόσο πολύ καιρό.
Εδώ και πέντε χρόνια, το κυπριακό κέντρο του «ινστιτούτου έρευνας ειρήνης του Όσλο» (PRIO) είχε δημοσιεύσει μια συγκλονιστική έκθεση για τα οικονομικά οφέλη που θα προέκυπταν κατά το πρώτο κιόλας έτος μετά την ενοποίηση του νησιού. Σύμφωνα με τις συντηρητικότερες εκτιμήσεις του PRIO, κάθε κυπριακή οικογένεια θα κέρδιζε ετησίως από την ενοποίηση 2,500 ευρώ. Όσο κι αν άλλαξαν οι συνθήκες, το συμπέρασμα πως η ενοποίηση θα έφερνε ευημερία, πιθανότατα ισχύει και σήμερα.
Ο νέος Ε/Κ πρόεδρος, με τα σημαντικά ενωσιακά του εύσημα, είναι ο καταλληλότερος για να προτείνει μιαν οδό προς την ενοποίηση του νησιού και την βελτίωση της ευημερίας του. Και η τουρκοκυπριακή (Τ/Κ) ηγεσία βρίσκεται σήμερα σε ευνοϊκότερη διαπραγματευτική θέση και μπορεί να διαπραγματευθεί από πιο ισότιμες θέσεις.
Οι ευρωπαϊκές προσδοκίες της Τουρκίας είναι αδιαμφισβήτητες. Αλλά για την Τουρκία, ο δρόμος προς την Ευρώπη περνάει από την Κύπρο. Όσο ταχύτερα επιλυθεί το πρόβλημα, τόσο το συντομότερο η Τουρκία θα γίνει δεκτή ως πλήρες μέλος σε μια ισχυρότερη και πιο ενωμένη Ευρώπη.
Η ΕΕ δεν μπορεί πλέον να θεωρεί την Κύπρο ένα εκνευριστικό περιφερειακό πρόβλημα. Η Κύπρος είναι τμήμα της Ευρώπης και αποτελεί ευρωπαϊκό πρόβλημα, ιδίως σήμερα. Ήρθε η ώρα για μια ισχυρή, ενωτική και αποφασιστική παρέμβαση της Ευρώπης υπέρ της επανένωσης του νησιού, με την πεποίθηση πως αυτή είναι προς το συμφέρον όλων των μερών.
Αν αυτό δεν συμβεί, τότε θα παρακολουθήσουμε την εξέλιξη ενός ακόμα προγράμματος διάσωσης, αλλά θα παραμένει η απειλή να υπάρξουν καταστροφικές εξελίξεις για την ακεραιότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η ΕΕ έχει αδιαμφισβήτητα συμφέρον να εξασφαλίσει ισχυρούς εταίρους στην νότιο Μεσόγειο. Στην Κύπρο, οι διάφοροι οικονομικοί κλάδοι, η ενέργεια, η ύδρευση και άλλες ανάγκες χρειάζονται περισσότερη ένωση του νησιού.
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών βρίσκεται μονίμως παρών στην κυπριακή καθημερινότητα εδώ και 50 χρόνια. Αλλά χρειάζεται κι αυτός να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να αναπροσαρμόσει σχετικά την στρατηγική του.
Η Κύπρος διαθέτει πλήθος πλεονεκτήματα -τη γεωγραφική της θέση, τους φυσικούς της πόρους, τον καλά καταρτισμένο πληθυσμό, τις υποδομές και σήμερα, για μια ακόμα φορά, την προσοχή της διεθνούς κοινότητος και την μακρά και βασανιστική της ιστορία. Ήρθε η ώρα να τα αξιοποιήσει.
Ο Michael Moller είναι πρώην ειδικός αντιπρόσωπος του ΟΗΕ στην Κύπρο
.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στους New York Times. Μεταφράστηκε στα ελληνικά και δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα www.ppol.gr