"Εδώ και μέρες πασχίζουν κυβερνητικά στελέχη, νυν και πρώην, με επικεφαλής τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, να απολογηθούν για το «ολίσθημα», το «λάθος», την «παράλειψη» κλπ ψελλίζοντας δικαιολογίες που περιλαμβάνουν και επιχειρήματα περί νομιμότητας ή «τυπικής επάρκειας» της παρακολούθησης από την ΕΥΠ του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη. Οι περιστάσεις, τα πρόσωπα, οι χρόνοι, οι διασυνδέσεις είναι τέτοιες, που ειλικρινά, περιττεύει πιστεύω να γραφτεί οτιδήποτε παραπάνω, από όσα έχουν ήδη αναλύσει σχετικά όλοι σχεδόν οι συνταγματολόγοι που παρενέβησαν δημόσια. Αυτή δεν ήταν μια νόμιμη παρακολούθηση, προσβάλει βαρύτατα πλειάδα συνταγματικών αρχών και αντιτίθεται σε κάθε έννοια δημοκρατικού κράτους δικαίου. Και οι ευθύνες, πολιτικές και ποινικές, πρέπει να αποδοθούν, διαφορετικά το ήδη μεγάλο τραύμα για τη δημοκρατία θα βαθύνει.
Ωστόσο, με αφορμή αυτό το μείζον πολιτικό γεγονός, ήρθαν στο επίκεντρο της δημοσιότητας και άλλες προσβολές της ιδιωτικότητας, όπως οι εκτεταμένες, αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες άρσεις απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας εναντίον δημοσιογράφων καθώς και δεκάδων χιλιάδων πολιτών κάθε χρόνο. Φαίνεται μάλιστα ότι η έννοια της εθνικής ασφάλειας έχει κυριολεκτικά ξεχειλώσει, επεκτεινόμενη διαρκώς για να καλύψει κάθε είδους υπαρκτό ή μη κίνδυνο, σε μια εποχή που με την κατάχρηση του επιθέτου «υβριδικός» πόλεμος, «υβριδική» απειλή κλπ, τα πάντα, από την οικονομία ως τη μετανάστευση και από το κλίμα και την ενέργεια ως το διαδίκτυο αντιμετωπίζονται ως πηγή κινδύνων. Με συνέπεια όλοι μας, ή περίπου, να θεωρούμαστε ύποπτοι ή δυνητικά επικίνδυνοι, και πάντως χρήσιμα αντικείμενα παρακολούθησης.
Παρακολούθησης που γίνεται όχι μόνο από κρατικούς φορείς, αλλά και από κακόβουλα λογισμικά και κακόφημες εταιρείες που δεν γνωρίζουμε σε ποιους παρέχουν υπηρεσίες, αν και υπάρχουν υποψίες: πιθανότατα σε όλους, δηλαδή και σε κρατικές αρχές και σε ιδιώτες, και σε ό,τι υπάρχει στη γκρίζα ζώνη μεταξύ τους. Επ΄αυτών ακούμε από κυβερνητικά χείλη πολύ λιγότερες και καθόλου ικανοποιητικές εξηγήσεις. Ελέγχονται, και από ποιους οι εταιρείες που εμπορεύονται λογισμικό κατασκοπείας; Απασχολείται έστω κανείς με την πιθανότητα να μην προσβάλλουν μόνο δικαιώματα πολιτών αλλά να δρουν και εις βάρος της εθνικής ασφάλειας;
Πώς αμύνεται μια δημοκρατία απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους; Με τους θεσμούς της κατ’αρχάς, που απαιτούν σεβασμό πρωτίστως από τους κρατούντες, από την Κυβέρνηση. Το μοντέλο προσωποπαγούς εξουσίας που ονομάστηκε «επιτελικό κράτος», όπου όλα πηγάζουν και αναφέρονται - αλλά και καταλήγουν - σε έναν ηγεμόνα, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση των οργάνων και διαδικασιών ελέγχου και λογοδοσίας, όπως η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), φαίνεται ότι οδήγησαν σε εκτράχυνση της κατάστασης.
Μια πολιτεία όμως, ακόμα και με τους καλύτερους θεσμούς, δεν προστατεύεται χωρίς την προσήλωση των πολιτικών ηγετών σε μια θεμελιώδη αρετή, που εδώ δεν νοείται ως επίκληση σε μια ηθικολογία του συρμού, αλλά ως η βαθιά πολιτική αρχή της προσήλωσης στην εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος. Διότι αν το καλοσκεφτούμε θα καταλάβουμε πως ο λόγος για τον οποίον η υπόθεση των παρακολουθήσεων δικαίως συγκλονίζει το πολιτικό στερέωμα δεν είναι ότι μεταξύ δημοκρατίας και δικαιωμάτων από τη μία, εθνικής ασφάλειας και «raison d’état» από την άλλη, έπρεπε να γίνει κάποια επιλογή. Το «λάθος», το «παράνομο», το «αντισυνταγματικό» δεν έγινε εξ ανάγκης, ούτε τυχαία, έγινε ακριβώς γιατί αντί του γενικού συμφέροντος κυριάρχησαν ιδιοτελείς επιδιώξεις, μέσα σε ένα κλίμα ψευδαισθήσεων παντοδυναμίας, λόγω της απουσίας ορίων μιας ανέλεγκτης εξουσίας.
Λέγεται ότι η δημοκρατία είναι ευαίσθητο πολίτευμα. Είναι αληθές και έχει σήμερα υποστεί ένα τραύμα. Λέγεται και ότι είναι ανθεκτική. Ισχύει επίσης γιατί, όπως έδειξε και αυτή η υπόθεση, παρά τις όποιες ατέλειες της δημοκρατίας, πάντοτε βρίσκονται τρόποι ελέγχου της εξουσίας. Ιδού λοιπόν, ας γίνει μια αρχή. Ας επιτρέψουμε εκ νέου στην ΑΔΑΕ να ελέγχει αποτελεσματικά ποιοι πράγματι παρακολουθούνται, για ποιους πραγματικά σκοπούς και να διασφαλίζει με τις αναγκαίες εγγυήσεις ένα ελάχιστο επίπεδο διαφάνειας, σε συνεργασία με τη Βουλή. Ας επιβληθεί δικαστικός έλεγχος των ουσιαστικών προϋποθέσεων δηλαδή των λόγων άρσης του απορρήτου, και όχι απλώς να αρκεί η επίθεση μιας εισαγγελικής σφραγίδας.
Τα ανωτέρω επιγραμματικά έχουν ένα κοινό παρονομαστή: τη θέση ορίων, την άρνηση της αυθαιρεσίας. Αυτά, μεταξύ άλλων, θωρακίζουν τη Δημοκρατία."