Συμμετέχοντας πρόσφατα στις διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚ) και παρακολουθώντας συζητήσεις, εποικοδομητικές αντιπαραθέσεις και εργαστήρια, είναι φανερή η απαίτηση για μια νέα πρόταση προς τους ευρωπαίους πολίτες.
Με τόλμη και αποφασιστικότητα, η σοσιαλδημοκρατία καλείται να επενδύσει στα θετικά ώστε να εμπνεύσει ξανά ένα νέο ευρωπαϊκό όραμα. Ένα όραμα που θα χτίσει τείχη απέναντι στο φασισμό και στο κυνήγι μαγισσών που εξαπολύει η ακροδεξιά για τις γυναίκες, τους ομοφυλόφιλους, τους μετανάστες, τους ευάλωτους. Αλλά και απέναντι στο φτηνό λαϊκισμό και στο εμπόριο του ψέματος και κάλπικης ελπίδας που ευαγγελίζεται τμήμα της λαϊκής αριστεράς, χωρίς προτάσεις ουσίας, αλλά μόνο με ανούσια επίδειξη δύναμης και επικίνδυνους ελιγμούς.
Με ευθύνη και επιστροφή στην κοινωνία, μακριά από άστοχες συμμαχίες, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία αναζητεί τις αρχές και τη στόχευσή της, χωρίς να μην είναι η «ουρά» των εξελίξεων, ή η καρικατούρα ενός δυναμικού παρελθόντος. Η δεξαμενή των προοδευτικών δυνάμεων έχει ενισχυθεί. Ήδη η διεύρυνση προς άλλα κινήματα είναι υπαρκτή, ενώ το ΕΣΚ έχει προσελκύσει και ενεργοποιήσει προσωπικότητες, ακτιβιστές, γυναίκες και άνδρες προς αυτή την κατεύθυνση.
Η αξιοποίηση των νέων συνεργιών είναι ένα διαρκές στοίχημα, το οποίο όμως μπορεί να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ώστε να αλλάξει την ατζέντα και να προωθήσει ριζοσπαστικές προτάσεις σε διαφορετικά πεδία για την Ευρώπη και τη στρατηγική της.
Για παράδειγμα, είναι ώρα να τεθεί προς συζήτηση η δημοσιονομική πολιτική της Ένωσης. Ποια είναι η πρότασή μας ως σοσιαλδημοκράτες για τους εθνικούς προϋπολογισμούς και το συντονισμό τους; Γιατί δεν υπάρχει ένας ενιαίος κεντρικός προϋπολογισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Μήπως θα πρέπει να συζητήσουμε τελικά για έναν ομοσπονδιακό προϋπολογισμό στην Ευρωζώνη;
Πώς θα επιτύχουμε συντονισμό των κρατών και των πολιτικών, όταν κάθε χώρα έχει τη δίκη της εθνική οικονομική πολιτική με διαφορετικές ιδεολογικές αναφορές; Πώς θα συγκλίνουν, οι απόψεις ακόμη και των ίδιων των Σοσιαλιστών του Βορρά με εκείνων του Νότου για τις αυξήσεις μισθών και ορίου κατωτάτου μισθού χωρίς να περιορίζεται η ανταγωνιστικότητα;
Αυτά και πολλά ακόμα ερωτήματα, πρέπει να τεθούν σε συζήτηση ουσίας, με τη συμμετοχή όλων των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας, για τη σταδιακή αποκατάσταση των πολιτών που έχουν πληγεί, την ενίσχυση του κοινωνικού ιστού και την διασφάλιση ευκαιριών στη νέα γενιά ώστε να εκπαιδευτεί, να δημιουργήσει, να αξιοποιηθεί. Δεν είναι εύκολο, είναι όμως απαραίτητο.
Οι σοσιαλδημοκράτες οφείλουν να αγωνιστούν για την αναδιανεμητική πολιτική και την κοινωνική δικαιοσύνη, για την ισότητα των φύλων και την διαγενεακή αλληλεγγύη, για όλα εκείνα που οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έκρυψαν τεχνηέντως «κάτω από το χαλί» στο όνομα της οικονομικής κρίσης και της λιτότητας.
Η «χρυσή ευκαιρία» για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι ήδη εδώ, ας μην είναι και η τελευταία…