Ώρα για να ξαναγνωριστούμε.
Αναφερόμαστε στη χώρα μας και για το πολιτικό μας σύστημα…
Ζητούμενο ΕΝΑ η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα. Απαιτείται από την ορθή λογική και από το παιχνίδι της αντιπαράθεσης, όπως ορίζεται στην αστική δημοκρατία δυτικού τύπου. Ζητούμενο ΔΥΟ ο επαναπροσδιορισμό στόχων και εργαλείων επίτευξής τους.
Ο τοξικός λόγος, που περισσεύει τελευταία στη πολιτική μας συζήτηση, δεν αντιμετωπίζεται με εξυπνακισμούς και ρετουσαρισμένες υπεκφυγές.
Η πρόκληση για την πολιτική και η πρόσκληση για τη συμμετοχή στα κοινά, των πολιτών, και ιδιαιτέρως των νεότερων γενιών, προϋποθέτει και απαιτεί καθαρές προγραμματικές αναφορές και αξιακά πλαίσια. Όχι με στρεψοδικίες και συμψηφισμούς.
Ζητούμενο, για όσους ακόμη και σήμερα επιδιώκουμε τη συμμετοχή στα κοινά, είναι η ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να επηρεάσουμε την κεντρική εξουσία για το τρόπο εφαρμογής της συμφωνίας των Πρεσπών, προστατεύοντας κεκτημένα των δυο κοινωνιών, την σταθερότητα και την Ειρήνη στην περιοχή καθώς και την αποκλιμάκωση της έντασης, με την αποδοκιμασία πράξεων μίσους, ως αποτέλεσμα του διχαστικού και λαϊκίστικού λόγου.
Στην δεκαετία αυτής της κρίσης φαίνεται ότι κάτι άλλαξε μέσα μας και αυτό είχε ως συνέπεια μια διαφορετική κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά.
Το ποσοστό αποστροφής στα κοινά αυξάνεται. Η δημοκρατία στο κομματικό μας σύστημα γίνεται ολοένα και περισσότερο πιο αδύναμη. Συρρικνώνεται και αφορά όλο και λιγότερους και με προσωπικές στοχεύσεις. Η ιδεολογική σύγχυση, η αμφισβήτηση των κομμάτων, το κλίμα της εποχής (ανηθικότητα, ωφελιμισμός, ατομικό συμφέρον κά.), η πρόσδεση μερίδας πολιτών σε πρόσωπα και δια μέσω αυτών στα κόμματα, είναι ενδεικτικά της αντίληψης για τον τρόπο και λόγο συμμετοχής στα κοινά.
Πως να εμπνεύσουμε άτομα, που επικοινωνούμε μαζί τους, να ασχοληθούν και να συμμετέχουν στη Πολιτική ζωή του τόπου μας;
Ακόμη βέβαια και στην μεταπολιτευτική μας ιστορία, δεν χαρακτηρίζεται η κοινωνία μας για την ψυχραιμία και τον ρεαλισμό της, στη διαχείριση των συναισθημάτων και των πολιτικών της διαφορών.
Νοιώθω όμως ότι το τερματίσαμε…
Και αυτό αφορά σε ένα κόσμο που διακρινόταν για την ανάγκη νουνεχούς αναζητήσεως, ανοχής στη διαφορετική άποψη και αναζήτησης συγκλίσεων για κοινή δράση, όπου υπάρχει συμφωνία και όχι οξύνσεων των υπαρκτών αντιθέσεων με αποτέλεσμα να συμπαρασύρουν και να απενεργοποιήσουν κοινές αναφορές ακόμη και όπου υπάρχει κάποια συμφωνία… Με φανατισμό και πολύ βία στον λόγο (και όχι μόνον).
Δημιουργούνται όλες εκείνες οι συνθήκες για περιφρόνηση της συμμετοχής στα κοινά και εν γένει σε αυτό που λέμε πολιτική ζωή, με την ταυτόχρονη απαξία για τους εκπροσώπους αιρετούς κάθε βαθμίδας. Οι πολίτες απωθούνται ακόμη και για να παρακολουθήσουν απλώς τις εξελίξεις, γίνονται ηττοπαθείς από παθητικοί και στο τέλος εξελίσσονται σε αρνητές όποιας προοπτικής δεν τους αφορά άμεσα.
Τα ΜΜΕ, μέσω της ισοπεδωτικής κριτικής τους, οδηγούν στην απαξίωση συλλήβδην των πολιτικών και των θεσμών. Αποφεύγουν να αξιολογούν στοιχειωδώς και για λόγους αξιοπιστίας, τα μηνύματα και αυτούς που τα εκπέμπουν και έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί σε κάποιο βαθμό η ηγεμονία της γραφικότητας…
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε στην εξουσία με διχαστικό λόγο. Η σπίλωση των αντιπάλων του, έδινε νομιμοποίηση σε αθλιότητες που είχαμε ζήσει την τετραετία πριν την ανάληψη της εξουσίας το 2015. Προγραφές προσώπων, προπηλακισμοί, βία, στοχοποίηση, αντί να καταδικαστούν ως πολιτικό μήνυμα ωρίμανσή του, έστω και εκ των υστέρων, αιτιολογούνται από κάποιους ως “παράπλευρες απώλειες μια κοινωνικής και πολιτικής μεταβατικότητας που δεν μπορούσε διαφορετικά γιατί δεν γινόταν σε δοκιμαστικό σωλήνα” άρα αποτελούσαν αναγκαίο κακό για την επίτευξη του καλού σκοπού… Η επιτομή του “… o σκοπός που αγιάζει τα μέσα…”. Τώρα όμως αντιλαμβάνονται πολλαπλώς τι σημαίνει εργαλειοποίηση…
Λυπάμαι που αυτής της ποιότητας λόγος, είναι και αυτός που επιχειρεί να τους αντιπολιτευτεί στη παρούσα φάση. Ακόμα και για θέματα που, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα τα κρίναμε ως εκσυγχρονιστικής και ορθολογικής αναφοράς για την κοινωνία και τη χώρα. Προφανώς και η διαχείριση της επόμενης μέρα αφορά πρωτίστως τους σημερινούς διεκδικητές της εξουσίας…
Είναι ακατανόητοι οι σχετικοί συμψηφισμοί. Ακόμη και για την καταδίκη της βίας. “… Καταδικάζουμε μεν, αλλά όταν τα ίδια και χειρότερα γινόταν από το δικό τους χώρο πριν το 2015…” κλπ. κλπ. Είναι ένας ευνουχισμένος τρόπος καταδίκης της βίας.
Θα το λουστούν όπως όλοι όσοι “κατούρησαν” στη θάλασσα αργότερα το βρήκαν στο αλάτι τους»…
Τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Δεν αναφέρομαι μόνον στα προφανή της καθημερινότητας, της οικονομίας, της υγείας, της παιδείας και της δικαιοσύνης… Αναφέρομαι στη διχαστική κουλτούρα που έχει επικρατήσει σε όλους τους χώρους της πολιτικής μας έκφρασης, στην ενίσχυση της εθνικιστικής ηγεμονίας και στην επικράτηση και σταθεροποίησης πλέον μιας δυνατής και νομιμοποιημένης στης πρακτικές της, ακροδεξιάς.
Η αναζήτηση της φρονιμάδας και της διαλεκτικής, για τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας που θα μας μπορούμε να ζούμε με τις διαφορές μας και με τις συμφωνίες μας, δεν αρκεί να ικανοποιηθεί σε συλλογικότητες πολιτικού προβληματισμού και αναζήτησης ή και κόμματα, όσο αυτά δεν επιλέγουν να εξελιχθούν σε αρχών και συγκεκριμένων προγραμματικών συγκλίσεων.
Η κουλτούρα αυτή ως σκέψη όλο και περισσότερο αφορά σε συγκεκριμένα άτομα και προσδιορίζεται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κοινωνικής παιδείας και μόρφωσης.
Γνωρίζω πολλούς τέτοιους ανθρώπους που αναφέρονται στη Ν.Δ. είτε από παράδοση είτε ως επιλογή στο πέρασμα του χρόνου. Δεν είναι οι περισσότεροι αλλά γνωρίζω αρκετούς. Με αυτούς/ες μπορώ να συζητήσω, να μοιραστώ σκέψεις και αγωνίες, να διαφωνήσω και να δημιουργήσω… Φίλους αντίστοιχα τέτοιους, πολλούς, συνάντησα στο ΚΙΝΑΛ αυτά τα χρόνια και πολλούς από το ΠΑΣΟΚ της προηγούμενης δεκαετίας. Το ίδιο με τους προηγούμενους, είναι πολλοί/ες οι εκλεκτοί, που κρατήσαμε επαφή και επικοινωνία όλα αυτά τα χρόνια, από το χώρο του παλιού Συνασπισμού και σημερινού Σύριζα. Με όλους αυτούς/ες άνετα μπορούμε να συζητούμε και να υποστηρίζουμε τις απόψεις μας, με το δικαίωμα να τις αναθεωρούμε και να επαναπροσδιορίζουμε τις συμφωνίες και διαφωνίες μας, χωρίς το φόβο μη μας χαρακτηρίσουν “γυρολόγους” της πολιτικής. Δεν ψάχνουμε ομάδα, υπάρχουμε αυτοτελώς ως προσωπικότητες, δεν είμαστε οπαδοί, δεν αναζητούμε την ένταξη σε στρατούς σκέψεων…
Προφανώς και δεν εκπροσωπούν το αντικειμενικό δείγμα των ασχολουμένων με την πολιτική. Αλλά υπάρχουν και αυτοί που δεν θέλω να τους χάσω και είμαι πιο κοντά τους από πολλούς άλλους και άλλες που ενδέχεται να ψηφίζουμε και το ίδιο κόμμα ή σε επί μέρους κυρίαρχες αντιθέσεις να βρισκόμαστε συγκυριακά μαζί.