Πέμπτο κόμμα είναι πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με την εκτίμηση ψήφου της δημοσκόπησης της Metron Analysis που παρουσίασε απόψε το Mega. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρουσιάζει νέα πτώση σε σχέση με τα ποσοστά του Ιουνίου της αντίστοιχης μέτρησης. Η Νέα Δημοκρατία κινείται πάνω από το αποτελέσμα των ευρωεκλογών καθώς το ποσοστό της προσεγγίζει το 30% ενώ το ΠΑΣΟΚ καταγράφει άνοδο και φαίνεται να κλειδώνει με άνεση τη δεύτερη θέση.
Ειδικότερα, στην εκτίμηση ψήφου, η ΝΔ συγκεντρώνει 29,8% έναντι 15,7% του ΠΑΣΟΚ και ακολουθούν: Ελληνική Λύση 10,9%, ΚΚΕ 9,7%, ΣΥΡΙΖΑ 9,5% Φωνή Λογικής 5,4%, Πλεύση Ελευθερίας 5,3%, Νίκη 4,4%, Νέα Αριστερά 2,6%, ΜέΡΑ25 1,8%, Σπαρτιάτες 1%.
Στην πρόθεση ψήφου η ΝΔ συγκεντρώνει ποσοστό 22% και ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ με 11,6% με τον ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται στην πέμπτη θέση έχοντας χάσει σχεδόν 4 μονάδες σε σχέση με τη μέτρηση του Ιουνίου. Η αδιευκρίνιστη ψήφος φθάνει στο 11,8%,
Η ακρίβεια παραμένει το «νούμερο ένα» πρόβλημα για τους πολίτες έστω και εάν τα ποσοστά της απάντησης έχουν μειωθεί αισθητά σε σχέση με τη μέτρηση του Ιουνίου καθώς δεύτερη αυθόρμητη απάντηση είναι η οικονομία ενώ και η ιατρική περίθαλψη, με τη συζήτηση για το ΕΣΥ να έχει ενταθεί, δείχνει να απασχολεί σοβαρά τους ερωτηθέντες.
H απαισιοδοξία και η ανησυχία για την πορεία της χώρας αποτυπώνεται και στη νέα δημοσκόπηση της Metron Analysis όπου επτά στους 10 πολίτες εκτιμούν ότι κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση με το ποσοστό μάλιστα να έχει αυξηθεί κατά έξι μονάδες σε σχέση με τον Ιούνιο. Μόλις το 23% απαντά πως η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Για τις εκλογές στο ΠΑΣΟΚ
Με τη διαδικασία εκλογής προέδρου στο ΠΑΣΟΚ να βρίσκεται στην τελική ευθεία, η δημοσκόπηση εξέτασε και το ενδιαφέρον που υπάρχει για τη συμμετοχή σε αυτή. Αποτυπώνεται ότι το ενδιαφέρον είναι οριακά υψηλότερο από την προηγούμενη διαδικασία εκλογής ηγεσίας.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση το 67% απαντά πως μάλλον ή σίγουρα δεν θα πάει να ψηφίσει. Το 13,6% των ερωτηθέντων δηλώνει πως θα πάει στις κάλπες με την πλειονότητα των πολιτών που απαντούν θετικά να αυτοτοποθετούνται πολιτικά στην κεντροαριστερά.
Ως προς τα όρια της πολιτικής επιρροής, δηλαδή το εάν οι πολίτες θα μπορούσαν ή όχι να ψηφίσουν ένα κόμμα, το ΠΑΣΟΚ παραμένει στην πρώτη θέση ως προς τη δυνητική επιρροή, με τη Νέα Δημοκρατία να αποτυπώνει μείωση της συνολικής δυνητικής επιρροής της, κάτι που αποτυπώνεται και για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ενίσχυση δυσαρέσκειας – 71% πιστεύουν ότι η χώρα κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση
Η αύξηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας αποτυπώνεται καταρχάς στην απάντηση στο ερώτημα εάν η χώρα κινείται προς τη σωστή ή τη λάθος κατεύθυνση. Και αυτό γιατί το 71% απαντούν ότι κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση (από 65% τον Ιούνιο) και μόλις το 23% αναφέρει ότι κινείται στη σωστή κατεύθυνση (από 28% τον Ιούνιο).
Ως προς το ποια προβλήματα είναι αυτά που σήμερα οι πολίτες κρίνουν ως σημαντικότερα, αυτά είναι πρώτα από όλα η ακρίβεια και συνολικά η οικονομία, όπως προκύπτει από τις αυθόρμητες απαντήσεις που έδωσαν. Ενδιαφέρον έχει ότι ανεβαίνει και η σημασία που αποδίδουν οι πολίτες στην ιατρική περίθαλψη και τα προβλήματα σε σχέση με αυτή, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πείθει η κυβερνητική ρητορική ότι έχουν βελτιωθεί τα πράγματα στο ΕΣΥ. Ενδιαφέρον έχει επίσης, ότι σχετικά ψηλά είναι και το πρόβλημα της κρίσης των θεσμών.
Το νέο τοπίο που διαμορφώνεται
Η Νέα Δημοκρατία παραμένει ο πιο συμπαγής πόλος του πολιτικού σκηνικού, όμως είναι σαφές ότι έχει ήδη φθορά που έχει αυξητική τάση. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να είναι κοινοβουλευτικά κυρίαρχη, όμως εκπροσωπεί ένα μειοψηφικό κομμάτι που κορμό του δείχνει να έχει όσους γενικά πιστεύουν ότι τα πράγματα πάνε στη σωστή κατεύθυνση, εκτίμηση που δεν είναι πλειοψηφική στην κοινωνία.
Στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς έχουμε ανακατατάξεις. Η βαθιά και αποδιαρθρωτική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ μεταφράζεται και σε μια σημαντική υποχώρηση της εκλογικής επιρροής. Αυτό επιτρέπει στο ΠΑΣΟΚ να διεκδικεί να είναι η δημοσκοπική αξιωματική αντιπολίτευση. Ωστόσο, είναι σαφές ότι ο ευρύτερος αυτός χώρος δεν ενισχύεται παρά τη φθορά της κυβέρνησης. Η αθροιστική εκτίμηση ψήφου του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ήταν 26.7% τον Ιούνιο ενώ τώρα υποχωρεί στο 25,2%. Εάν κανείς συνυπολογίσει και την μικρή υποχώρηση του ΚΚΕ γίνεται σαφές ότι η δυσαρέσκεια αυτή τη στιγμή δεν οδηγεί ενίσχυση των χώρων που είναι αριστερά του Κέντρου.
Αντιθέτως, έχει ενδιαφέρον η αύξηση της εκλογικής επιρροής της Ακροδεξιάς. Θυμίζουμε ότι στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου Ελληνική Λύση, Νίκη και Φωνή της λογικής είχαν αθροιστικά 16,7%, τον Ιούνιο η αθροιστική εκτίμηση ψήφου ήταν 15,3% και τώρα η δημοσκόπηση δίνει αθροιστική εκτίμηση ψήφου για τους τρεις σχηματισμούς της Άκρας Δεξιάς στο 20,7% πολύ πάνω από την ιστορική επιρροή αυτού του χώρου. Αυτό σημαίνει ότι σταδιακά και στη χώρα μας η Ακροδεξιά αρχίζει να αναδεικνύεται ως ένας πολιτικός πόλος με σημαντική επιρροή, εκμεταλλευόμενη την κοινωνική δυσαρέσκεια αλλά και την κρίση της ευρύτερης Κεντροαριστεράς και Αριστεράς. Δεν είναι τυχαίο ότι και η κυβέρνηση ολοένα και περισσότερο δείχνει να θέλει να περιορίσει τις διαρροές προς την Ακροδεξιά.
Πάνω από όλα και αυτή η εκτίμηση ψήφου αποτυπώνει τη βασική αντίφαση της περιόδου. Η δυσαρέσκεια για τη Νέα Δημοκρατία είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα να είναι καταγράφεται ότι είναι ο πόλος της πιο ισχυρής μειοψηφίας και όχι ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Όμως, την ίδια στιγμή δεν αναδεικνύεται, αυτή τη στιγμή, κάποιος άλλος δυνάμει ηγεμονικός πόλος, αλλά ένας αστερισμός παραλλαγών έκφρασης της δυσαρέσκειας. Αυτό κάνει την κυριαρχία της ΝΔ να φαντάζει ισχυρή μεν, αλλά σε ένα έδαφος μιας πραγματικής πολιτικής ρευστότητας.
Ουσιαστικά, βλέπουμε σε αυτή τη δημοσκόπηση την ακτινογραφία μιας σαφώς μεταβατικής στιγμής στην πολιτική σκηνή, με ασαφές ακόμη το περίγραμμα των πιθανών εξελίξεων. Η κοινωνική δυσαρέσκεια, με επίκεντρο την οικονομία και την ακρίβεια είναι ο καταλύτης και τροφοδοτεί πολιτικές μετατοπίσεις, όμως αυτή τη στιγμή δεν καταγράφεται ο πολιτικός χώρος που αναγνωρίζεται από την κοινωνία ως η εναλλακτική πρόταση. Πολλά θα κριθούν από τις εξελίξεις στον ευρύτερο χώρο αριστερότερα του Κέντρου, όμως την ίδια ώρα η βαρύτητα του χώρου της Ακροδεξιάς ενισχύεται. Αυτό σημαίνει ότι τελικά και το πολιτικό πρόσημο της κατεύθυνσης που θα πάρει η δυσαρέσκεια παραμένει ένα διακύβευμα.