Ας δεχθεί κανείς [έστω ως υπόθεση εργασίας] ότι η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, εκτός από μετριοπάθεια και ρεαλισμό, αγαθές προθέσεις και συστολή των δεξιών/συντηρητικών αντανακλαστικών, διαθέτει δυναμική, ουσιώδη, υφιστάμενη τέλος πάντων μεταρρυθμιστική ατζέντα. Ας προσπεράσουμε τα ηπιότατα δείγματα των πρώτων εβδομάδων, ας αποφύγουμε τα δήγματα για επιλογές κατευνασμού ή αποσιώπησης. Τέλος, ας κάνουμε πέρα την προφανή διαπίστωση ότι μετά τη σχεδόν εκτροπή των μελανοροδοφαιοχιτώνων Συριζαυγιτών οι διαδεχόμενοί τους δημοκράτες απλώς και μόνον ως τέτοιοι θα συγκέντρωναν και συγκεντρώνουν ελπίδες. Ωφέλιμη, συνεπώς, η αναμονή, ωφελιμότερη η συναίνεση, στιγμή για προσεταιρισμό;
Άραγε πώς προωθεί κανείς τη μεταρρύθμιση συμβουλεύοντας και συμβουλευόμενος; Εδώ και σε καλύτερες εποχές για τη χώρα ο αδιαμφισβήτητα εκσυγχρονιστής Κώστας Σημίτης, ο πρωθυπουργός, που κυβερνώντας αύξησε την εκλογική του στήριξη, σηματοδότησε όσο κανείς μεταπολεμικά τον ορθολογισμό και την ωφελιμότητα, κατέληξε/αναγκάστηκε στα μέσα της τελευταίας του τετραετίας να εγκαταλείψει τον εκσυγχρονισμό ?χωρίς οι εκσυγχρονιστές να τον εγκαταλείψουν! Πόσοι από τους τότε συμπολιτευόμενούς του σύμβουλους και συμβουλευόμενους δε βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια συντασσόμενοι με όσους κατέστρεφαν χώρα, δημοκρατία και κοινωνία;
Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε:
Το χρέος των προοδευτικών, μεταρρυθμιστών, εκσυγχρονιστών, φιλελεύθερων, ελευθεριακών, δικαιωματικών, κεντρώων, αριστερών, μετανιωμένων νεοκομμουνιστών, δημοκρατών/δημοκρατισσών κ.τ.τ. έγκειται στο να ασκήσουμε μεταρρυθμιστική Αντιπολίτευση, να αξιώσουμε ένα χώρο ιδεών που κανείς δεν εκπροσωπεί, γιατί δε διατίθεται για συγκρούσεις, δεν καίγεται για τις αλλαγές (αφού έτσι κι αλλιώς διάγει το βίο εξασφαλισμένο), δεν εξαρτά άμεσα την εκλογή του βάσιμα στις ψήφους όσων ο ελληνικός μεγαλοϊδεατικός, αυτοκαταφατικός, μισάνθρωπος, βανδεανός, δημοσιοϋπαλληλικός, υποκριτής φεουδαλισμός φαντάζει ως η αναντίρρητη αιτία της αποστράγγισης των ζωογόνων δυνάμεών τους, των εν γένει δημιουργικών κοινωνικών δυνάμεων, των ίδιων ως ατόμων και αξιοπρεπών, ηθικών προσώπων, που παρασέρνουν μαζί τους φυσικά τους εξαρτώμενους από αυτούς/ές αγαπημένους αδύναμους ή μικρούς ή ασθενούντες.
Καμιά ΝΔ ή Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα δεν προτάσσει πολιτικές απελευθέρωσης, κοινωνικής και ευρωπαϊκής ενότητας. Ούτε βέβαια το ΚΙΝ (Απ)Αλλ-αγής (από τις ευθύνες και την πραγματικότητα) μπορεί να αναλάβει άλλον θετικό ρόλο για εμάς, την παραπάνω μειονότητα ή τις μειονότητες, εκτός του να (παρα)δεχθεί την επιτακτική ανάγκη απόσυρσης στο «χρονοντούλαπο», καθώς το μόνο που πλέον καταφέρνει είναι να τροφοδοτεί ιδεολογικά, στελεχιακά την κακή μας μοίρα, δηλαδή την αξιωματική αντιπολίτευση τύπου Μαδούρο και σία. Για το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα ουδείς λόγος: συνιστά πλέον έναν κουβά υπερχειλισμένο με τα απόνερα της συντήρησης και του νεοεθνισμού. Δεν είναι ψέμα: τις πρόσφατες απογοητευτικές κυβερνητικές επιλογές του Δημοκρατικού Κόμματος στην Ιταλία πολλοί ηγέτες και ηγετίσκοι του ΕΣΚ ονειρεύονται(=λιγουρεύονται) ανά τας λαϊκιστικάς Ευρώπας.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να αποφύγει την κοινωνική και οικονομική καταστροφή, ραγδαία ή χρονίζουσα, αν δεν αλλάξει πρόσωπο και ψυχή, αν δε μεταμορφωθεί σε όλα τα επίπεδα, με κάθε δόκιμο ύφος και τρόπο, εντός και από κοινού με την υπό (ή προς) ενοποίηση Ευρώπη. Ενόψει της σχετικής προοπτικής χρειάζονται πλειοψηφίες, εκλογικές και κοινωνικές που ακόμη και στα καλύτερά του ένα μη εξ ορισμού μεταρρυθμιστικό κόμμα δεν μπορεί να πετύχει (αφού άλλωστε δεν επιδιώκει). Την ιδεολογική κυριαρχία ή έστω κοινωνική συμφωνία πρέπει να την επιτύχουμε μιλώντας καθαρά, χωρίς δεσμεύσεις απέναντι σε έτερους και εταίρους, ΤΩΡΑ, πριν ακόμη εξαντληθούν τα «μέλιτα» εμπιστοσύνης στη νέα κυβέρνηση.
ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ Ο ΛΟΓΟΣ ΚΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Δε μας αρκεί κάποια μικροανακαίνιση στην Ελλάδα, αλλά μια απελευθερωτική πράξη διαμόρφωσης καινούριας πολιτείας, μια νέας εθνικότητας. Να περάσουμε στη Δ’ Ελληνική Δημοκρατία, με συνέπεια και αισιοδοξία, αφού διαμορφώσουμε/ιδρύσουμε ένα δικό μας πλουραλιστικό συλλογικό σώμα ως τον ειλικρινή φορέα επιδίωξης της όψιμής μας εθνογένεσης.
Ελευθερία Δικαιοσύνη. Αλλιώς: Όλοι/ες ίσοι! Γι’ αυτό, έχουμε απαιτήσεις ? πρώτα πρώτα από εμάς τις/τους ίδιες/ους. Ας παραδεχθούμε το ελάχιστο: Κι άλλοτε περιμέναμε ευχερέστερους καιρούς και επιβλητικούς, πειστικούς ηγεμόνες? ώστ’ έτσι φτάσαμε μέχρις εδώ, από σεμνότητα, τρομοκράτηση, ευθυνοφοβία, αδράνεια, οιονεί μετριοπάθεια όχι από απιστία, καταφρόνια, αμηχανία.