Ολοι αντιλαμβανόμαστε την πολιτική ανάγκη της κυβέρνησης να δηλώνει ότι δεν θα υπάρξουν «νέα μέτρα». Η «μετρολογία» έχει γίνει -όχι αδίκως- μια διαρκής απειλή για τους πολίτες, ενώ επιπλέον δημιουργεί «σύγχυση» και δεν διευκολύνει μια επιτέλους σταθεροποίηση στο οικονομικό πεδίο και στο κοινωνικό.
Υπάρχει όμως κι ένα «κακό παρελθόν» που δημιουργεί αρνητικά αντανακλαστικά. Πολλές φορές οι κυβερνήσεις, τα τελευταία χρόνια, μας διαβεβαίωναν ότι «δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα ή αυτά είναι τα τελευταία» και μετά επακολουθούσε νέο «κύμα μέτρων»… Και κάτι ακόμα: Τα «μέτρα», εκτός του ότι στην υπερβολή τους οδήγησαν τη χώρα σε ένα «υφεσιακό σοκ», πολλά από αυτά έφεραν αποτελέσματα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα…
Σήμερα, η κυβέρνηση εξορκίζει τα «νέα μέτρα» και μάλιστα σχεδόν με απόλυτο τρόπο, παρότι αφήνει ορισμένες… «χαραμάδες» του τύπου «στοχευμένα», «διαρθρωτικά», «κάθετα» κ.λπ. Πολιτικά, καλά κάνει. Ομως είναι δεσμευμένη σε ένα πλαίσιο πολιτικής που, εάν δεν ανατραπεί, εκ των πραγμάτων περιέχει ένα -ας το πούμε έτσι- «μπουκέτο δράσεων» που εμπεριέχουν και νέα μέτρα, όχι καθολικά… αλλά εκτεταμένης εφαρμογής και με δημοσιονομικές πλευρές σημαντικές. Προχθές με τις δηλώσεις του κ. Στουρνάρα, τις διαψεύσεις και τις δηλώσεις άλλων υπουργών, δημιουργήθηκε όχι μόνο σύγχυση, αλλά και αναταραχή στο πλαίσιο της κυβέρνησης και των Κοινοβουλευτικών Ομάδων τόσο της ΝΔ, όσο και του ΠΑΣΟΚ. Ομως ελέχθησαν «συγκαλυμμένα» και ορισμένες αλήθειες. Λόγου χάρη, υπάρχει κανένας που να πιστεύει ότι δεν θα γίνουν μειώσεις και αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα, που οδηγείται μέσω ελλειμμάτων σε νέο αδιέξοδο;
Και η αλλαγή στο «συνταξιοδοτικό» δεν έχει ισχυρή δημοσιονομική πλευρά και οριζόντιες μειώσεις συντάξεων;
Τα παραδείγματα είναι αρκετά. Εχουμε ξαναγράψει ότι η εκ μέρους της κυβέρνησης «δραματοποίηση» της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους-δανειστές, οι «κόκκινες γραμμές» κ.ο.κ. δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διαπραγμάτευσης. Ηδη οι Βρυξέλλες στέλνουν τα «μηνύματά τους» και είναι δυστυχώς σκληρά. Ο κίνδυνος η τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση να γίνει «μπούμερανγκ» για την ίδια, αλλά κυρίως για τη χώρα, δεν είναι αμελητέος.