Είναι καλά γνωστό ότι μια υγιής δημοκρατία πρέπει να έχει μια ισχυρή και μεγάλη μεσαία τάξη. Η σύγχρονη δημοκρατία προϋποθέτει την ανάπτυξη της μεσαίας τάξης, χωρίς την οποία δεν μπορεί να επιβιώσει διότι αποτελεί την ραχοκοκαλιά της. Λειτουργεί, τις περισσότερες φορές, ορθολογικά, προσφέρει το δυναμικό για την ανάπτυξη, είναι «η γέφυρα» μεταξύ πλουσίων και φτωχών και, ως εκ τούτου, είναι καθοριστικός παράγοντας για την κοινωνική συνοχή και την πολιτική σταθερότητα. Είναι, παράλληλα, η πηγή από την οποία μπορεί να αναδυθεί μια δυναμική κοινωνία πολιτών. Με αυτή την έννοια όσα συμβαίνουν στην Τουρκία και στην Βραζιλία είναι αποτέλεσμα δημοκρατίας.
Εκ πρώτης όψεως το επιχείρημα αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως υπερβολή. Μια νηφάλια ανάλυση, όμως, δείχνει ότι η πορεία εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού στις δύο χώρες προχώρησε παράλληλα με την οικοδόμηση της μεσαίας τάξης παρά τις μεγάλες ανισότητες που ακόμα υπάρχουν. Η ραγδαία οικονομική πρόοδος των τελευταίων δεκαπέντε χρόνων συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία της. Χαρακτηρίζεται από δυναμισμό και υψηλού επιπέδου μόρφωση και ικανότητες, με ιδιαίτερη ευαισθησία σε κοινωνικά θέματα, με οικολογική συνείδηση και με αποστροφή προς τον κρατισμό, τον αυταρχισμό και τη διαφθορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Βραζιλία της οποίας, μεταξύ 1999-2009, η μεσαία τάξη αυξήθηκε κατά 31 εκατομμύρια. Αλλά και στην Τουρκία, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη δημιούργησε μια νέα επιχειρηματική ελίτ, τους «τίγρεις της Ανατολίας» και μια πολύ δραστήρια κοινωνία των πολιτών. Η μεσαία τάξη, λοιπόν, λειτούργησε ως εμβρυουλκός και προωθητής του εκδημοκρατισμού. Δεν είναι τυχαίο που σήμερα γίνεται πρωταγωνιστής στις κοινωνικές αντιδράσεις. Ωστόσο, οι διαδηλωτές στις πλατείες της Τουρκίας και της Βραζιλίας δεν είναι μονόλιθος ούτε, βεβαίως, εκφράζονται από μια συγκεκριμένη τάξη, κινήσεις ή άτομα. Είναι ένα σύνθετο μωσαϊκό.
Επομένως, χρειάζεται προσοχή στις συγκρίσεις και στα γενικά συμπεράσματα. Οι μαζικές διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη ή στο Σάο Πάολο δεν είναι ούτε «κίνημα», ούτε «επανάσταση», ούτε «εξέγερση αγανακτισμένων». Είναι μια δυναμική αντίδραση σε συγκεκριμένες πολιτικές νοοτροπίες και πρακτικές οι οποίες υποσκάπτουν την ίδια τη δημοκρατία και θεωρούνται ως απειλή για τα δικαιώματα της ευρύτερης μεσαίας τάξης. Διαφέρουν, έτσι, ριζικά από τα όσα συνέβησαν στην Αίγυπτο και στην Τυνησία ή σε άλλες αραβικές χώρες. Επίσης, οι περιπτώσεις των δύο χωρών έχουν κάποιες ομοιότητες μεταξύ τους αλλά η καθεμιά έχει και τα δικά της ειδικά χαρακτηριστικά.
Και στην Τουρκία και στη Βραζιλία οι κοινωνικές αντιδράσεις ξεκίνησαν από φαινομενικά «απλά» θέματα (την καταστροφή του πρασίνου στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης και την αύξηση της τιμής των εισιτηρίων των μέσων μαζικής μεταφοράς στη Βραζιλία). Επεκτάθηκαν όμως ραγδαία ως αποτέλεσμα της υπερβολικής αστυνομικής βίας καθώς και της αυταρχικότητας και της αλαζονικής συμπεριφοράς της πολιτικής ηγεσίας προς την κοινωνία των πολιτών. Έτσι οι αντιδράσεις μαζικοποιήθηκαν και η ατζέντα τους διευρύνθηκε. Τα θέματα της διαφθοράς, του κρατισμού και των αναποτελεσματικών κοινωνικών υπηρεσιών, που βρίσκονται στον πυρήνα των ανησυχιών της μεσαίας τάξης, προτάχθηκαν δυναμικά.
Παρά την πρόοδο και την ανάπτυξη, τόσο η Τουρκία όσο και η Βραζιλία, αντιμετωπίζουν προβλήματα διαφθοράς. Από τη μια, στην Τουρκία δημιουργήθηκαν νέα κατεστημένα συμφέροντα τα οποία χρησιμοποιούν το κράτος για την εξυπηρέτησή τους. Από την άλλη, στη Βραζιλία, οι αντιδράσεις αποκάλυψαν, μεταξύ άλλων, το τεράστιο και εν πολλοίς ανεξέλεγκτο κόστος της οργάνωσης του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 2014 και των Ολυμπιακών του 2016. Πέραν τούτου, ήρθαν στο προσκήνιο θέματα που αφορούν στην ποιότητα της εκπαίδευσης και στον περιορισμό των κοινωνικών ελευθεριών.
Ένα μεγάλο θέμα που κυριαρχεί είναι αυτό της κυβερνητικής λογοδοσίας προς τον πολίτη και η διαφάνεια. Αυτό είναι κάτι που αντιμετωπίζουν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό όλες οι σύγχρονες δημοκρατίες καθώς και υπερεθνικά μορφώματα όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αίσθηση της απόλυτης, μονοκομματικής, κυριαρχίας στο πολιτικό σκηνικό και η απουσία σοβαρής και ισχυρής αντιπολίτευσης (όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Τουρκία) οδηγεί σε αυταρχικές μεθόδους διακυβέρνησης, αδιαφάνεια και έλλειμμα αντίληψης των διεργασιών μέσα στην ίδια την κοινωνία. Ως αποτέλεσμα ο μέσος πολίτης αντιδρά. Όχι γιατί πεινάει αλλά γιατί θέλει να θωρακίσει τα βασικά δικαιώματα που του εξασφάλισε ο εκδημοκρατισμός και ο εκσυγχρονισμός.
Εδώ βρίσκεται και η ειδοποιός διαφορά με τις κοινωνικές αντιδράσεις στην Ελλάδα, στην Ισπανία ή στην Ιταλία. Στις χώρες αυτές οι αντιδράσεις είναι, κατά κύριο λόγο, προϊόν της οικονομικής κρίσης και έχουν ως στόχο τα σκληρά μέτρα λιτότητας. Η μεσαία τάξη συρρικνώνεται και κινδυνεύει να καταρρεύσει. Στην Τουρκία και στη Βραζιλία, από την άλλη, ο εκδημοκρατισμός και μια ζωντανή μεσαία τάξη δημιουργούν τις δυνατότητες αντίδρασης σε ότι θεωρείται απειλητικό για τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα. Οι διαδηλώσεις δεν αφορούν στη λιτότητα αλλά σε ένα είδος πατερναλιστικού κρατισμού που θέλει να επιβάλει τους όρους του στην κοινωνία.
Συμπερασματικά, ο χαρακτήρας των αντιδράσεων επιβεβαιώνει το αρχικό επιχείρημα: ότι η μεσαία τάξη αποτελεί συστατικό στοιχείο της πολιτικής και κοινωνικής ανάπτυξης μιας χώρας. Είναι βασικός πυλώνας εκσυγχρονισμού και εκδημοκρατισμού. Εάν, επομένως, αφεθεί να καταρρεύσει η δημοκρατία θα απειληθεί και ο αυταρχισμός θα πρυτανεύσει.