Γράφω Δευτέρα πρωί και συνεπώς δεν γνωρίζω αν οι εκλογές επέτρεψαν τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης, με ποιό πρόγραμμα, με ποιό πρωθυπουργό και με ποιούς βασικούς υπουργούς. Όλα παίζονται εκτός από το γεγονός ότι ανυπολόγιστες θα είναι οι συνέπειες αν μείνουμε χωρίς κυβέρνηση με μόνη προοπτική είτε νέες εκλογές είτε μια μορφή ανωμαλίας. Δεν είμαι βέβαιος ότι, όπως εκφράστηκαν οι απόψεις τους την Κυριακή το βράδυ, οι πολιτικοί μας καταλαβαίνουν πραγματικά τι συμβαίνει. Δεν είμαι επίσης βέβαιος ότι και οι πολίτες το καταλαβαίνουν και συνεπώς θέλουν τις συνέπειες των επιλογών τους.
Γνωρίζω όμως, όπως όλοι, μερικά από τα χαρακτηριστικά της λαϊκής ετυμηγορίας.
α. Αποκτήσαμε οριστικά νεοναζιστικό κόμμα και αυτή τη φορά το ψήφισαν όχι οργισμένοι νοικοκυραίοι που δεν ήξεραν τι ακριβώς είναι η Χρυσή Αυγή και τα στελέχη της και έκαναν «λάθος», αλλά γνωρίζοντας θαυμάσια την αλήθεια. Κι αν προσθέσουμε τη σοφτ ακροδεξιά των «ανεξάρτητων» του Καμμένου οι λόγοι ανησυχίας πολλαπλασιάζονται.
β. Αποκτήσαμε και μια πανίσχυρη αλλά όχι πλειοψηφική ριζοσπαστική αριστερά που περιλαμβάνει στο λόγο και στους ανθρώπους της ορισμένα στοιχεία ακροδεξιάς: μια νέα μορφή εθνικισμού και αντιευρωπαϊσμού, απομονωτικού τώρα σε σχέση με τον παραδοσιακό αντιευρωπαϊσμό της σταλινικής περιόδου, που κάλυπτε αίτημα αλλαγής προστάτη, με πρόσχημα ένα δήθεν «αντιμνημονιακό μέτωπο», τη χωρίς ενδοιασμούς γενικευμένη αντίθεση με όλες τις πολιτικές δυνάμεις (με εξαίρεση τον Καμμένο), την απουσία κάθε πραγματικά ουσιαστικής ριζοσπαστικής κοινωνικής πρότασης. Ο καθένας μπορεί να «υποθέσει» το τί θα συμβεί αν κυβερνήσει ο Σύριζα, αλλά ο ίδιος ο Σύριζα αποφεύγει τις επικίνδυνες περιγραφές. Μόνο έμμεσα τις αποκαλύπτει ο λόγος του, με πρώτο αλλά όχι φυσικά μοναδικό παράδειγμα την αντίληψή του για το τι σημαίνει ελεύθερη ενημέρωση.
γ. Η τόσο απαραίτητη για τη χώρα σοσιαλιστικών τάσεων κεντροαριστερά βρίσκεται σε ένα παράδοξο περιθώριο: είναι αριθμητικά σε μεγάλο βαθμό απαραίτητη για τον σχηματισμό κάθε λογής κυβέρνησης, αλλά χωρίς μεγάλες δυνατότητες προώθησης των μεταρρυθμιστικών (όσων υπάρχουν) απόψεών της. Κυρίως, αλλά όχι μόνο, για θέματα αρχής που κανονικά θα έπρεπε να καθορίζουν την ίδια τη ψυχή της: ποιός και πώς θα συγκρατήσει τη Ν.Δ. σε μια έντονα ξενοφοβική με ρατσιστικό υπόβαθρο πολιτική και μια ριζοσπαστική αριστερά που θα ήθελε ανοιχτά σύνορα για κάθε δυστυχισμένο;
/
δ. Η σύνθεση της νέας Βουλής πολύ λίγο ανταποκρίνεται στα αιτήματα ανανέωσης, αξιοκρατίας και φυγής από την στα όρια της συκοφαντίας καταδίκη της «οικογενειοκρατίας». Όλα αυτά επανέκαμψαν ακόμα και στον Σύριζα.
ε. Αν θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα η πολιτική ηγεσία του τόπου, όπως επιβεβαιώθηκε την Κυριακή, παραμένει κάτω από το μέτριο του Αλέξη Τσίπρα, περιλαμβανομένου παρά το θράσος που υποκαθιστά το ουσιαστικό πολιτικό ταλέντο που περιλαμβάνει, φυσικά, και την έννοια της ευθύνης. Οι Γάλλοι είναι πιο οξυδερκείς: τον δικό τους Τσίπρα, τον Μελανσόν, τον έστειλαν σπίτι του. Η αλήθεια είναι ότι διέθεταν έναν Ολάντ.
Υπάρχουν και άλλες σκέψεις. Αν οι εξελίξεις το επιτρέψουν θα χρειαστεί να τις συζητήσουμε.-