Jean Quatremer Coulisses de Bruxelles 24 Μαρτίου 2015
Ο Έλληνας ιστορικός, Νικόλαος Μπλουντάνης, συγγραφέας μιας αξιόλογης «Ιστορίας της Σύγχρονης Ελλάδας, 1828-2010, μύθοι και πραγματικότητες” (L’Harmattan), μου έστειλε το παρακάτω κείμενο για να το δημοσιεύσει στον blog μου. Ο άνθρωπος,που του έχω πάρει συνέντευξη αρκετές φορές και κατοικεί μεταξύ Πάτμου και Λέρου, εκτιμά ότι δύο μήνες μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ήρθε η ώρα να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για το τι συμβαίνει στη χώρα του.’’
Jean Quatremer
————-
Η θερμή υποστήριξη που απολαμβάνει εκ μέρους της ελληνικής κοινής γνώμης η εθνικο-λαϊκιστική κυβέρνηση, δηλαδή ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ-Ακροδεξιάς (έως 60% θετικές γνώμες), στηρίζεται βασικά σε δύο πυλώνες: Από τη μια πλευρά στις προεκλογικές υποσχέσεις: κατάργηση της τρόικας, τέρμα στη λιτότητα και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού μέσω της επανεκκίνησης της οικονομίας και της μείωσης της ανεργίας, με το πρόσθετο πλεονέκτημα να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε.). Από την άλλη πλευρά, η υπομονή που δείχνουν οι Ευρωπαίοι εταίροι προς την Ελλάδα έπεισαν την ελληνική κοινή γνώμη ότι η «διαπραγμάτευση» και τα παζάρια αποδίδουν. Ανταποκρίνεται αυτό στα πραγματικά γεγονότα; Τα πράγματα φαίνεται να είναι πιο περίπλοκα, τόσο στην Αθήνα όσο και στις Βρυξέλλες ή το Βερολίνο.
Οι νέοι Έλληνες ηγέτες κάνουν λάθος ή, ακόμη χειρότερα, λένε ψέματα στην ανάλυσή τους για τα αίτια της κρίσης, μιαν ανάλυση που υπαγόρευσε τις προεκλογικές υποσχέσεις τους. Πράγματι, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα ενοχοποιεί τα μέτρα λιτότητας και την οικονομική καθοδήγηση της «Τρόικας» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) που έχουν επιβληθεί στη χώρα από την άνοιξη του 2010 ως βασικό υπεύθυνο για την κρίση. Γιατί στην πραγματικότητα η κρίση ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2008. Εκείνη την εποχή, ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Πέτρος Δούκας προειδοποίησε γραπτώς και
επανειλημμένα την κυβέρνηση του Καραμανλή του νεώτερου, ότι μέσα σε ένα χρόνο η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να εξυπηρετήσει το εξωτερικό της χρέος, ούτε να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές.
Να θυμίσουμε ότι το δημόσιο χρέος τριπλασιάστηκε μέσα σε δέκα χρόνια και ότι από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, δηλαδή, η βασική προϋπόθεση για κάθε παραγωγή πλούτου, παρέμεινε στάσιμη ή και συρρικνώθηκε σε ανησυχητικό βαθμό. Οι αιτίες ήταν ο κυρίαρχος κρατισμός και η αχαλίνωτη ευνοιοκρατία, η διαφθορά και η διαστρέβλωση, καθώς και ένα ανύπαρκτο φορολογικό σύστημα.
Ένας ωκεανός κακοδιαχείρισης, διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας
Από την μεριά των ευρωπαίων, από το 2010 έως το 2014, προτάθηκε μια συνταγή με θεραπευτικά μέτρα που θα μπορούσαν να φέρουν αποτέλεσμα, τουλάχιστον εν μέρει, αν εφαρμόζονταν σε κάποια δυτική χώρα.. Ωστόσο αποδείχθηκαν ακατάλληλα για μια χώρα που είναι αναμφισβήτητα ο πιο γνήσιος κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, του «Μεγάλου Ασθενούς» του 19ου αιώνα. Ακόμη χειρότερα, οι Ευρωπαίοι επέμειναν στην εφαρμογή αυτής της θεραπείας, ενώ ήδη από το 2013 είχε γίνει φανερό ότι είχαν μικρή επίδραση. Έτσι, ούτε η λιτότητα, ούτε η «αφαίρεση του λίπους» δεν κατόρθωσαν πρακτικά να μειώσουν τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων: στα πέντε χρόνια της κρίσης αυτός έχει μειωθεί λιγότερο από το 3% των θέσεων εργασίας στο δημόσιο τομέα.
Τον Νοέμβριο του 2014, όταν πλέον η Τρόικα προειδοποίησε την κυβέρνηση ότι πρέπει να πάρει επιτέλους κάποια δραστικά μέτρα, η συντηρητική κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά προτίμησε να τα βροντήξει και να κάνει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας κατά δυόμισυ μήνες νωρίτερα από τον προκαθορισμένο χρόνο, (που ήταν ο Φεβρουάριος του 2015), πράγμα που δεν μπορούσε παρά να έχει ως αποτέλεσμα την ήττα της… Εξ άλλου, η πολιτική λιτότητας προκάλεσε κατακόρυφη αύξηση των προώρων συνταξιοδοτήσεων, τη δραστική μείωση μισθών και συντάξεων και έπληξε σκληρά τον ιδιωτικό τομέα, από τον οποίο προέρχεται το σύνολο της ανεργίας (25%). Παράλληλα, πουθενά στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα δεν υπήρχε η πρόνοια για πραγματική βοήθεια ή για μέτρα ενθάρρυνσης των επιχειρήσεων για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ωστόσο, τα παραπάνω ήταν προϋπόθεση για ν’ αποτραπεί η περιθωριοποίηση και η απόγνωση που έπληξε το ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού της χώρας. Σίγουρα δεν μπορούν να γίνουν όλα μονομιάς, αλλά μέσα σε 5 χρόνια θα μπορούσαν τουλάχιστον οι αρμόδιοι ν’ αρχίσουν ν’ ανησυχούν… Τα μικρά βήματα προόδου που σημειώθηκαν από το 2010 στο διοικητικό και στο φορολογικό πεδίο δεν είναι παρά σταγόνες σε έναν ωκεανό κακοδιαχείρισης, διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας.
Το λάθος δεν είναι μόνο ευρωπαϊκό: οι κυβερνήσεις του Γιώργου Παπανδρέου μέχρι το ’11, του Αντώνη Σαμαρά από το ’12 έως ’15, έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την άκριτη αποδοχή των όρων που επιβλήθηκαν, αλλά κυρίως για τον τρόπο που τους εφάρμοσαν, αδιαφορώντας για το κοινό καλό και έχοντας ως μόνο τους μέλημα την παραμονή τους στην εξουσία… Οι Ευρωπαίοι δεν κατάλαβαν, ότι είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να επιβάλει κανείς θεραπεία τύπου Θάτσερ για μια οικονομική κρίση, όταν έχουμε να κάνουμε με ένα κράτος και μια κοινωνία που τα τελευταία 40 χρόνια διοικούνται με ένα μείγμα κακού κεϋνσιανισμού και ένα είδος συστήματος «Μομπούτου» (σε άγνωστες αναλογίες μεταξύ τους), δηλαδή, με μια οικονομία «λεηλασίας» που επιπλέον χρηματοδοτείται με δανεικά…
Αντίσταση στον εχθρό
Ο κατευθυντήρια γραμμή της κυβέρνησης Τσίπρα βασίζεται στη διπλή μυθολογία της «αντίστασης» κατά του «εχθρού», δηλαδή από τη μια, κατά της τρόϊκας και των τοπικών εκπροσώπων της και από την άλλη, μιας υποτιθέμενης «λύσης» που είναι η απομάκρυνση της τρόικας και το τέλος της λιτότητας. Υπό αυτή την οπτική, η νέα κυβέρνηση από την αρχή εξαπέλυσε επίθεση κατά των πιστωτών, καθώς και κατά των Οργανισμών της Ένωσης, χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο και με τον πιο αποσπασματικό και ασυνάρτητο τρόπο. Ύστερα από τρεις εβδομάδες φλυαρίας και απειλών, καταλήξαμε στις 24 Φεβρουαρίου σε μια συμφωνία, που βάφτισε την Τρόικα «Θεσμούς» και ανέθεσε στους ίδιους τους Έλληνες το καθήκον ν’ αποφασίσουν ένα πακέτο μέτρων που θα ξαναβάλει την οικονομία της χώρας σε τροχιά. Φυσικά αυτά τα μέτρα θα πρέπει να αξιολογηθούν από την Ένωση, αφού της ζητήθηκε επισήμως η παράταση της οικονομικής της βοήθειας. Στη συνέχεια η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε ένα πρόγραμμα ασαφές, κυρίως στον φορολογικό τομέα, που μερικές φορές αγγίζει τα όρια του γελοίου, συγκεκριμένα όταν σχεδιάζει ν’ αναθέσει ένα μέρος των φορολογικών ελέγχων σε νοικοκυρές και… τουρίστες! Ακόμη, μαγειρεύτηκε ένας νόμος για την «καταπολέμηση της φτώχειας» χωρίς την παραμικρή σχέση με οποιαδήποτε λύση της κρίσης, καθώς δεν αφορά παρά μόνο την επείγουσα βοήθεια προς τους φτωχότερους… Αυτή είναι προς το παρόν η μόνη θετική πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης (με την επιφύλαξη ότι είναι πολύ πιθανό να εφαρμοστεί με πελατειακά κριτήρια), ωστόσο δεν υπάγεται σε πρόγραμμα μέτρων οικονομικής εξυγίανσης. Εν ολίγοις, οι προτάσεις του Γιάνη Βαρουφάκη, υπουργού των Οικονομικών, δεν αποτελούν σοβαρό και αξιόπιστο πρόγραμμα για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο.
Από την Ευρωπαϊκή πλευρά, στην αρχή θεωρήθηκε ότι έχει υπογραφεί μια συμφωνία με κάποιους, που μετά από μια περίοδο προσαρμογής στην άσκηση εξουσίας, αποφάσισαν να σοβαρευτούν. Οι Ευρωπαίοι κάνουν υπομονή, αποδέχονται την εξέλιξη της συζήτησης, αλλά οι θέσεις τους παραμένουν σταθερές: οι Έλληνες δεν θα πάρουν δεκάρα βοήθειας, αν δεν επεξεργαστούν ένα αξιόπιστο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και δεν το υποβάλουν προς έγκριση, έως ότου μπορέσει να πραγματοποιηθεί ο έλεγχος της πραγματικής οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της χώρας -έλεγχος έτσι κι αλλιώς όχι και τόσο αξιόπιστος (οι αποχρώσεις έχουν τη σημασία τους σε μια χώρα όπου η ασάφεια είναι κανόνας, δηλαδή η παραποίηση των επίσημων στατιστικών στοιχείων, ανάλογα με τις ανάγκες του κυβερνώντος κόμματος…). Επίσης παρατηρήθηκαν και κάποιες αδεξιότητες από τη μεριά των Ευρωπαίων αξιωματούχων: για παράδειγμα ο νόμος για την καταπολέμηση της φτώχειας, που πέρασε ομόφωνα από το κοινοβούλιο στην Αθήνα την περασμένη Τετάρτη, χαρακτηρίστηκε ως «μονομερής ενέργεια» και «κόντρα στην Ευρώπη»…
Ο ρόλος του θύματος
Παρ’ όλα αυτά, τις εβδομάδες που ακολούθησαν, η ελληνική κυβέρνηση αδιαφόρησε για τη συμφωνία που έχει υπογράψει στις 24/2, και άρχισε να φέρνει προσκόμματα στους ελεγκτές που ήρθαν στην Αθήνα για να κάνουν τη δουλειά τους. Παράλληλα, ανέπτυξε μιαν έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα και έβαλε τον εαυτό της στη θέση του θύματος: για παράδειγμα, ξέθαψε το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων και του αναγκαστικού δανείου της Γερμανίας κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με το σημερινό ελληνικό χρέος. Κατήγγειλε «συνομωσίες» (συγκεκριμένα των κυβερνήσεων Ισπανίας και Γερμανίας σε συμπαιγνία με τον Σαμαρά) με στόχο την αποσταθεροποίηση της Ελλάδας… Σε αυτά τα πλαίσια, διάφοροι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ επιδόθηκαν σε αγώνα δρόμου ποιός θα κάνει τις πιο ακραίες όσο και αντιφατικές δηλώσεις. Και last but not least, ο απίθανος Πάνος Καμμένος, ο υπουργός Άμυνας και επικεφαλής του ακροδεξιού ANEΛ, απειλεί μεταξύ άλλων «να κατακλύσουν την Ευρώπη με λαθρομετανάστες και «τζιχαντιστές »…
Πρόκειται προφανώς για αναφορά στην γεωπολιτική διάσταση των πραγμάτων, που είναι πιθανό σε σημαντικό βαθμό να υπαγορεύει μια μετριοπαθή στάση της Ένωσης απέναντι στις ζαβολιές της ελληνικής κυβέρνησης. Να σημειώσουμε επίσης την συμφιλιωτική παρέμβαση της κυβέρνησης Ομπάμα κάθε φορά που εκφράζεται απειλή ρήξης. Το γεγονός είναι ότι κανείς δεν θέλει να δημιουργηθεί μια εστία αστάθειας μέσα σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή: εάν τελικά επέλθει διάσωση της Ελλάδας, αυτή η στρατηγική διάσταση θα έχει παίξει σημαντικό ρόλο… Αλλά και πάλι, δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε με λύπη την έλλειψη διορατικότητας και ευφυϊας των ηγετών της Αθήνας. Σίγουρα, η εξωτερική πολιτική δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο των ελληνικών κυβερνήσεων, αλλά παρ’ όλα αυτά… Ενώ λοιπόν το γεωπολιτικό χαρτί είναι ένα πολύ σημαντικό ατού, το γεγονός ότι έχει ανατεθεί σε πρόσωπα όπως ο Νίκος Κοτζιάς (Υπουργός Εξωτερικών) και ο Πάνος Καμμένος δεν είναι απλώς ανευθυνότητα, εμπίπτει πια στη σφαίρα του σουρρεαλισμού…
Εν τω μεταξύ, τα ταμεία στην Ελλάδα έχουν σχεδόν αδειάσει, τα κεφάλαια φεύγουν από τη χώρα, μέχρι τα τέλη Απριλίου το αργότερο απειλείται εσωτερική στάση πληρωμών (μισθών, συντάξεων και πληρωμών των κρατικών υπηρεσιών) και εξωτερική χρεωκοπία (μη εξυπηρέτηση του δανείου), το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, η ιδιωτική οικονομία ασφυκτιά λόγω έλλειψης πιστώσεων, ενθάρρυνσης και εγγυήσεων. Οι εισαγωγείς ολοένα και περισσότερο είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν προκαταβολικά τις αγορές τους, πράγμα πολύ σοβαρό για μια χώρα της οποίας επισιτιστική αυτάρκεια είναι γύρω στο 30%… Στις 15 Μαρτίου, ο Αλέξης Τσίπρας, ο αγέρωχος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ που διακηρύσσει ότι «τίποτα και κανείς δεν μπορεί να επιβάλει το οτιδήποτε σε αυτόν το λαό (τον ελληνικό)», στέλνει στην Άνγκελα Μέρκελ μια επιστολή 5 σελίδων, στην οποία ζητά με αξιολύπητο τρόπο έκτακτη οικονομική βοήθεια για να μπορέσει η χώρα του να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς το ΔΝΤ… Αυτό ήταν ίσως το μήνυμα που ενεργοποίησε την πρόσκληση της καγκελαρίου για τη συνάντηση στις 23 του μήνα στο Βερολίνο.
Σαράντα χρόνια πίσω
Τέλος, η Ελλάδα βιώνει μιαν εξέλιξη – ή για την ακρίβεια μια παλινδρόμηση πολύ σοβαρή, που μπορεί να αποβεί καταστροφική στο μέλλον, όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για τους γείτονές της και ολόκληρη την Ευρώπη. Από τον Ιανουάριο, η χώρα μοιάζει σαν να έχει πάει 40 χρόνια πίσω, σε μια κατάσταση μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού. Τα αποτελέσματα της εξωτερικής και της ευρωπαϊκής πολιτικής έρχονται σε καταφανή αντίθεση με τις πληροφορίες που δίνονται στους πολίτες. Πολλοί δημοσιογράφοι -και όχι μόνο τα φερέφωνα του ΣΥΡΙΖΑ – έχουν μεταμορφωθεί σε προπαγανδιστές της κυβέρνησης, αποκρύπτοντας με επιμέλεια τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στις Βρυξέλλες και αλλού, ενώ τονίζουν τις θριαμβευτικές δηλώσεις που κάνει ο Πρωθυπουργός και οι συνεργοί του για εσωτερική χρήση… Ένας υπουργός της κυβέρνησης λέει ότι το τηλεοπτικό κανάλι ΣΚΑΪ «θα πρέπει να προσέξει…και να μην διαδίδει «ηττοπαθείς» πληροφορίες στη διάρκεια συτού του «εθνικού αγώνα»… Αντιστρόφως, όταν η ATTAC καταγγέλλει «την επαχθή πλευρά» του ελληνικού χρέους, αυτό παρουσιάζεται ως θρίαμβος της κυβερνητικής πολιτικής στο διεθνές επίπεδο. Σε γενικές γραμμές, παρακολουθούμε όλο και περισσότερο ένα πλήρες έλλειμμα ουσιαστικής πληροφόρησης και διαφάνειας εκ μέρους των νέων ηγετών σχετικά για την πραγματική πορεία, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα των τρεχουσών διαπραγματεύσεων… Κάποιος που έχει ζήσει την περίοδο 1967-1974, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών και χωρίς την ίδια καταπίεση, δεν μπορεί ν’ αποφύγει τις συγκρίσεις και όλα αυτά να μην του θυμίσουν το στυλ των «συνταγματαρχών», τότε που η μόνη αξιόπιστη πληροφόρηση ήταν ο ξένος τύπος…
Τί να πούμε πάλι για την «μουσσολινική» συμπεριφορά της προέδρου της Βουλής κ. Ζωής Κωνσταντοπούλου, όταν διακόπτει τους βουλευτές της αντιπολίτευσης και από το ύψος της έδρας της εξαπολύει κατηγορίες για διαφθορά (χωρίς στοιχεία) εναντίον βουλευτών (όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης), όταν θέλει να ακυρώσει όλα όσα ψηφίστηκαν στις συνεδριάσεις που δεν ήταν παρόντες οι φυλακισμένοι νεο-ναζί βουλευτές, ή όταν αποβάλλει από την αίθουσα κάποιους προέδρους των κοινοβουλευτικών ομάδων με πρόσχημα μικρές τυπικές παραλείψεις…
Και το αποκορύφωμα: η ξενοφοβία γίνεται όλο και περισσότερο αναπόσπαστο μέρος μιας «επίσημης ιδεολογίας» σε βαθμό που προκαλεί ναυτία. Έχει η Ελλάδα προβλήματα; Φταίνε οι Γερμανοί, η Μέρκελ, ο Σόϋμπλε και οι «δορυφόροι» τους (sic), Ισπανοί, Πορτογάλοι, Σλοβάκοι ή από τις Βαλτικές Χώρες… Η εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου θα είναι «μια επίδειξη της ενότητας στρατού και λαού» κατά των «ξένων”» (πάλι ο Καμμένος…). Ή ακόμη: «η Ελλάδα δεν είναι πια Μπανανία και πρέπει να διεκδικήσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Π Λαφαζάνης, ο υπουργός Ενέργειας, που ωστόσο αποφεύγει να πει από που θα πάρει ενέργεια). Ο κυβερνών συνασπισμός στην Ελλάδα, ένα συνοθύλευμα από αριστεριστές, λαϊκιστές και εθνικιστές, δεν ξέρει τι θέλει, μόνο και μόνο επειδή όλοι αυτοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους, παρά την ενιαία βιτρίνα που προσπαθούν να βγάζει προς τα έξω, παίζοντας το χαρτί του εθνικισμού και της ξενοφοβίας και επιδεικνύοντας σαφείς τάσεις αυταρχισμού.
Χωρίς να μιλήσουμε για το τσίρκο των ΑΝΕΛ (Ανεξάρτητοι Έλληνες του Καμμένου), ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα νεφέλωμα που ξεκινάει από μια βίαιη Άκρα Αριστερά και φτάνει σε μια μετριοπαθή Αριστερά στα όρια της Σοσιαλδημοκρατίας. Χωρίς να μπορούμε να υπολογίσουμε με ακρίβεια τον αριθμό τους, το μισό κόμμα φαίνεται να ανήκει στούς «λυσσασμένους» τους υποστηρικτές της εξόδου και από την Ευροζώνη και από την Ε.Ε. Επειδή όμως αντιλαμβάνονται ότι η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού είναι αντίθετη σε μια τέτοια ακραία εξέλιξη, που θα οδηγούσε οριστικά τη χώρα στον Τρίτο Κόσμο, έχουν αρχίσει μιαν αργή προπαγανδιστική δουλειά με στόχο να φανεί ότι στην πραγματικότητα είναι η Ευρώπη που θα διώξει την Ελλάδα, αφού δεν μπορεί να την «μετατρέψει σε αποικία προς εκμετάλλευση», επειδή οι Έλληνες «αντιστέκονται» και είναι «ανυπάκουοι». Δέσμιοι μιας ολοκληρωτικής ιδεολογίας, όπως φαίνεται από τη γλώσσα και τη συμπεριφορά τους, η φράξια αυτή θυμίζει τους «Ultras» της Παλινόρθωσης (στη Γαλλία), για τους οποίους έλεγαν ότι «δεν είχαν μάθει τίποτα και δεν είχαν ξεχάσει τίποτα» στο διάστημα από το 1789 έως το 1815… Στις φαντασιώσεις τους ξαναζούν το «έπος» του Τσε Γκεβάρα, την «ηρωική αντίσταση του βιετναμέζικου λαού» ή ακόμα και τον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο που οι παππούδες τους είχαν προκαλέσει σε αυτή τη χώρα από το 1946 έως το 1949. Ζουν μέσα σε μια γυάλα, σε εθελούσια άγνοια για τις εξελίξεις των τελευταίων 30 χρόνων στον κόσμο. Με λίγα λόγια, φαντάζονται την Ελλάδα ως τη δάδα που θα βάλει φωτιά σε όλη την Ευρώπη.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και ανθρώπους που θέλουν η χώρα να παραμείνει στην ΕΕ και, πέρα από ιδεολογίες, είναι πάνω απ’ όλα υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ιδέας. Είναι έτοιμοι να παραμερίσουν το μπλοκάρισμα και τη δογματική ακαμψία και να υιοθετήσουν λογικές λύσεις εξόδου από την κρίση. Κυρίως έχουν συνείδηση ότι διέξοδος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την ενεργό βοήθεια της Ευρώπης, άρα χάρις σε έναν συμβιβασμό αποδεκτό από όλους, πιστωτές και οφειλέτες. Σημαντικός μεταξύ αυτών είναι ο κ. Σταθάκης, υπουργός Οικονομίας, του οποίου οι διακριτικές παρεμβάσεις θα πρέπει να είναι πιο συχνές και κυρίως να εισακούονται περισσότερο. Ένα τέτοιο πλαίσιο θα απαιτούσε φυσικά ένα διαφορετικό μοίρασμα των χαρτιών σε πολιτικό επίπεδο, ίσως ακόμη και μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και δημιουργία νέων συμμαχιών. Και ας μην ξεχνάμε πάντως, ότι το 70% του ελληνικού εκλογικού σώματος τείνει προς την πολιτική μετριοπάθεια. Το πρόβλημα είναι σε ποιό «στρατόπεδο» ανήκει ο κ. Τσίπρας. Στις αμέσως επόμενες εβδομάδες, αν όχι μέρες, θα υποχρεωθεί να «ρίξει τη μάσκα» και να τοποθετηθεί πιο ξεκάθαρα, γιατί τα πράγματα επείγουν εξαιρετικά. Μια αμυδρή ενθαρρυντική αχτίδα: η μάλλον θετική εμφάνιση και ομιλία του κατά τη συνάντησή του με τη Μέρκελ στις 23 Μαρτίου.
Μετάφραση από τα γαλλικά Μελίττα Γκουρτσογιάννη