Η Ελλάδα πετυχαίνει τους στόχους της και οι αγορές άρχισαν «να λειτουργούν» με μεγαλύτερη επιείκεια. Απαιτείται στρατηγική και οριοθέτηση δράσεων. Η νόσος Covid-19 έφερε πολλές ανατροπές και μεγάλες οικονομικές απώλειες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την εξάμηνη παράταση του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας στην Ελλάδα, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 (μέρος του αποκαλούμενου «two-pack»).
Η ελληνική οικονομία αναμένεται να δεχθεί μεγάλη ώθηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, τονίζει ο επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο Bloomberg.
Όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 32 δισ. ευρώ από τη δράση Next Generation, πάνω από 17% του ΑΕΠ. Οι αρχικές εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας κάνουν λόγο για μέση άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% την περίοδο 2021-2026.
Η μεγάλη πρόκληση είναι οι μεταρρυθμίσεις, ώστε η Ελλάδα να απορροφήσει τα κεφάλαια με τον σωστό τρόπο, να έχουν τη μέγιστη δυνατή επίπτωση στην ανάπτυξη. Δεν αρκεί να ξοδέψουμε αυτά τα χρήματα. Πρέπει οι επενδύσεις να συνοδευτούν από δομικές μεταρρυθμίσεις.
Στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, που θα καταρτιστεί για να υποβληθεί και να εγκριθεί από την ΕΕ, τα οικοσυστήματα του εμπορίου, της βιομηχανίας, της μεταποίησης, των μεταφορών – logistics και των ναυτιλιακών υπηρεσιών μπορούν, με τη σωστή υποστήριξη, να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές. Η άμεση υιοθέτηση νέων, πράσινων και ψηφιακών τεχνολογιών, μπορούν να οδηγήσουν την αλυσίδα εφοδιασμού και των εξαγωγών της χώρας μας σε πιο ανθεκτικές δομές και μεθόδους εγχώριας παραγωγής.
Ο δρόμος είναι μακρύς και επίπονος. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες αναμένουν με αγωνία την ρύθμιση των σχέσεων με τις τράπεζες, που για μια ακόμη φορά παραμένουν στο απυρόβλητο.
Στοχεύοντας στην ενίσχυση της επιβραδυνόμενης ανάπτυξης της οικονομίας της ΕΕ και στην προώθηση αναπτυξιακών πολιτικών, οι ευρωβουλευτές ζήτησαν από την ΕΚΤ να διατηρήσει τόσο τις κατάλληλες συνθήκες ρευστότητας όσο και ένα βαθμό νομισματικής διευκόλυνσης.
Ωστόσο, η βιώσιμη ανάπτυξη δε μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της νομισματικής πολιτικής, συνεπώς τα κράτη μέλη θα πρέπει να υιοθετήσουν κατάλληλες δημοσιονομικές πολιτικές και να εφαρμόσουν οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Επιπροσθέτως, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τονίζουν τον πιθανό αρνητικό αντίκτυπο που μπορεί να έχουν τα πολύ χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια στα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά συστήματα, παρά τα πιθανά οφέλη για την απασχόληση και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Για αυτές ειδικά, ζητούν την βελτίωση της πρόσβασής του σε χρηματοπιστωτικούς πόρους.
Το ψήφισμα με τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για τις μελλοντικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), εγκρίθηκε με 452 ψήφους υπέρ, 142 κατά και 33 αποχές σε συνέχεια της συζήτησης στην ολομέλεια, με την πρόεδρο της ΕΚΤ Christine Lagarde.
Το Κοινοβούλιο καλεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εφαρμόσει καλύτερα περιβαλλοντικές, κοινωνικές και σχετικές με τη βέλτιστη διακυβέρνηση αρχές στις πολιτικές της, καθώς και να επανασχεδιάσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων του επιχειρηματικού τομέα (CSPP) για την καλύτερη στήριξη περιβαλλοντικά βιώσιμων πρωτοβουλιών. Οι ευρωβουλευτές καταδικάζουν το γεγονός ότι η έκδοση «πράσινων» ομολόγων αντιστοιχεί μόλις στο 1% της συνολικής διάθεσης ομολόγων σε ευρώ, ενώ οι περισσότερες (62,1%) αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ αφορούν τομείς που ευθύνονται για το 58,5% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ευρωζώνη.
Η ΕΚΤ να εντείνει τις προσπάθειές της για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της φοροδιαφυγής και άλλων μορφών οικονομικού εγκλήματος, μέσω της σύστασης ενός συστήματος για την καλύτερη παρακολούθηση των μεγάλων συναλλαγών.
Οι απαιτήσεις και οι ανάγκες των κρατών-μελών έχουν αυξηθεί. Απαιτείται άμεση ανταπόκριση από την ΕΚΤ. Οι λαοί δεν θα δείξουν άλλη ανοχή.
Η ευημερία των αριθμών είναι σε αναντιστοιχία με την ποιότητα ζωής των πολιτών. Η Ελλάδα οφείλει να διεκδικήσει και να πετύχει τους στόχους της.