Οι πολιτικές δυνάμεις, ενόψει και των εκλογών, δεν μπορεί παρά να τοποθετούνται απέναντι στους όρους της δανειακής σύμβασης, του νέου Μνημονίου, αφού αυτοί καθορίζουν ένα ορισμένο πλαίσιο άσκησης πολιτικής για τα επόμενα χρόνια.
Το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δηλώνουν ότι οι όροι της σύμβασης θα τηρηθούν κατά γράμμα. Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ΔΗ.ΣΥ. Δηλαδή, θα συνεχίσουν την ίδια πολιτική των οριζόντιων περικοπών και της άδικης κατανομής των βαρών, που προβλέπεται να ενταθεί και με νέα μέτρα από τον προσεχή Ιούνιο. Είναι ο δρόμος της συντηρητικής προσαρμογής των δυνάμεων του λεγόμενου μνημονιακού τόξου.
Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, από την πλευρά τους, έχουν κατ` επανάληψη διακηρύξει την ανυπακοή απέναντι στο Μνημόνιο και τη στάση πληρωμών απέναντι σε εταίρους και πιστωτές. Δηλαδή, επιλέγουν το δρόμο της εξόδου από την ευρωζώνη, το δρόμο που οδηγεί στην άβυσσο της ανεξέλεγκτης υποτίμησης και χρεωκοπίας, στην τριτοκοσμικοποίηση της χώρας. Είναι ο δρόμος της αδιέξοδης επαναστατικής ανατροπής των δυνάμεων του λεγόμενου αντιμνημονιακού μετώπου. Κυκλοφορεί και σε υπερπατριωτική εκδοχή, όπως φαίνεται από το νεοπαγές κόμμα του κ. Καμμένου και τις κορώνες του ΛΑΟΣ.
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ έχει επιλέξει μια πιο περίπλοκη προσέγγιση που ανταποκρίνεται σε μια σύνθετη πραγματικότητα. Έχει δηλώσει ότι η χώρα μας οφείλει να σεβαστεί τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει με την υπογραφή της σε μια διεθνή σύμβαση. Αρνείται όμως και ασκεί κριτική στο Μνημόνιο για τους ανέφικτους οικονομικούς στόχους σε συνθήκες ύφεσης και για τα σκληρά, άδικα και αντικοινωνικά μέτρα, ενώ ταυτόχρονα αφήνει ανοιχτή τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης. Μια δυνατότητα που ενισχύεται από τη διαφαινόμενη αλλαγή πολιτικού κλίματος στην Ευρώπη και από το γεγονός ότι το χρέος, κατά μεγάλο μέρος, έχει φύγει από τις ανώνυμες αγορές και έχει μετατραπεί σε διακρατικό.
Ταυτόχρονα η ΔΗΜ.ΑΡ, στον παρόντα χρόνο, αναζητεί, επεξεργάζεται και προτείνει ισοδύναμα μέτρα και ρεαλιστικές αντισταθμιστικές μεταρρυθμίσεις, απέναντι στην ισοπεδωτική λογική των οριζόντιων περικοπών που πλήττουν τους πιο αδύναμους. Και αυτό χωρίς δογματισμούς και αγκυλώσεις. Επ` αυτού, είναι χαρακτηριστική η υπερψήφιση εκ μέρους της στη Βουλή των άρθρων για τα φαρμακεία και τα γενόσημα φάρμακα, παρόλο που ως μέτρα περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο.
Συνεπώς, με το μάτι στραμμένο στην Ευρώπη, το κέντρο βάρους των μεταρρυθμιστικών πολιτικών οφείλει να επικεντρώνεται στο εσωτερικό μέτωπο, αναδιαμορφώνοντας το παρόν και προετοιμάζοντας το μέλλον. Γι` αυτό το ερώτημα «με το μνημόνιο ή ενάντια στο μνημόνιο» συσκοτίζει πλέον τα πράγματα. Το επί της ουσίας ερώτημα είναι «με τις μεταρρυθμίσεις ή ενάντια στις μεταρρυθμίσεις», «με τις μεταρρυθμίσεις ή με τη στασιμότητα».
Και επειδή όντως οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι ένα ουδέτερο τεχνοκρατικό ζήτημα, εξάλλου δεν υπάρχουν τέτοια, το πρόσημο και ο προσανατολισμός τους είναι ιδιαίτερης σημασίας. Ως προς αυτό, δύο μπορεί να είναι τα κριτήρια. Το οριζόντιο κομματικό και το κάθετο κοινωνικό. Το πρώτο, το κομματικό, έχει τυπικό φορμαλιστικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου είναι επισφαλές. Μια προτεινόμενη μεταρρύθμιση ή ένας νόμος που την θεσμοθετεί δεν έχει ευθύγραμμα και εξ ορισμού προοδευτικό ή συντηρητικό πρόσημο, ανάλογα με το φορέα που την υποστηρίζει. Επί παραδείγματι, το ΚΚΕ καταψήφισε τις ρυθμίσεις για τα ναρκωτικά που υπερψήφισαν η ΔΗΜ.ΑΡ, η ΔΗ.ΣΥ και το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ καταψήφισαν τις ρυθμίσεις για τα «γενόσημα» φάρμακα και τη λειτουργία των φαρμακείων που υπερψήφισαν η ΔΗΜ.ΑΡ, η ΔΗ.ΣΥ, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Είναι προφανές εδώ ποιος είναι με τις υπέρ των πολλών και των πιο αδύναμων πολιτών μεταρρυθμίσεις και ποιος με τη στασιμότητα. Δεν ισχύει πως ό,τι δηλώσεις είσαι και με αυτόματη συνεπαγωγή πως ό,τι υποστηρίζεις είναι προοδευτικό.
Γι` αυτό και το δεύτερο κριτήριο, το κοινωνικό, δηλαδή ποιοι και πόσοι ευνοούνται και ποιοι και πόσοι βλάπτονται, είναι πολύ πιο ασφαλές. Αν λοιπόν ο φορολογικός έλεγχος προσώπων υψηλού πλούτου και ελεύθερων επαγγελματιών, η δημοσίευση στο διαδίκτυο της απόδοσης των εφοριών, ο ετήσιος έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων των εφοριακών, η δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας δημοσίων προμηθειών, η ενοποίηση όλων των υφιστάμενων ταμείων, η μείωση του περιθωρίου κέρδους των φαρμακείων κάτω από το 15% και των χονδρεμπόρων φαρμάκων κάτω από το 5% και άλλα, είναι μέτρα που τα υποστηρίζει ο κος Μάνος και η ΔΡΑΣΗ ή προβλέπονται από το Μνημόνιο, μικρή σημασία έχει. Δεν είναι αυτό που τα χαρακτηρίζει ως νεοφιλελεύθερα ή σοσιαλιστικά. Πολύ σημαντικότερο είναι το κοινωνικό τους πρόσημο. Γι` αυτό, μετά και την υπερψήφιση της δανειακής σύμβασης, είναι απολύτως παραπλανητικό το ερώτημα «με το Μνημόνιο ή ενάντια στο Μνημόνιο». Όποιος θέλει να έχει πρόσημο απαντά στο ερώτημα «με τις Μεταρρυθμίσεις ή με τη Στασιμότητα» και πάντοτε με κριτήριο το κοινωνικό. Με αυτό το κριτήριο πρέπει να κάνουμε και τις επιλογές μας στις επικείμενες εκλογές, για να ενισχύσουμε το μεταρρυθμιστικό πνεύμα, γιατί αυτό έχει ανάγκη η χώρα και οι πολίτες και όχι τις στείρες και ανούσιες υπερεπαναστατικές ή υπερπατριωτικές κορώνες. Με το ίδιο πνεύμα εξάλλου πρέπει να κριθούν και οι όποιες μετεκλογικές συμπολιτευτικές ή αντιπολιτευτικές συμπράξεις.
.
.
Ο Γεράσιμος Γεωργάτος είναι μέλος της Κ.Ε της ΔΗΜΑΡ