Την προεκλογική περίοδο, διεθνείς οργανισμοί και αναλυτές έδιναν μισές-μισές τις πιθανότητες παραμονής της χώρας στο ευρώ. Αντιθέτως, σήμερα, πολλοί από αυτούς εμφανίζονται σχεδόν βέβαιοι ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στη δραχμή. Η εξέλιξη αυτή θα είναι καταστροφική και μόνο οι ηλίθιοι ή όσοι έχουν να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη από αυτή την επιλογή, επιχαίρουν. Το ερώτημα που τίθεται και ιδιαίτερα για ένα κόμμα που συμμετέχει στην κυβέρνηση, είναι: «και τι κάνουμε;»
.
Πολλοί θεωρούν ότι η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη είναι απολύτως συνυφασμένη με την εφαρμογή των πιο σκληρών μέτρων, που θα αγγίξουν ακόμα και τους κατώτερους μισθούς και τις κατώτερες συντάξεις. Η ιστορία των δύο τελευταίων ετών μας διδάσκει ότι δεν είναι ακριβώς έτσι. Βρισκόμαστε εδώ και δύο χρόνια σε μια φάση ακατάσχετης μετρολαγνείας, χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα και χωρίς προοπτική. Και δυστυχώς, όσα μέτρα και αν λαμβάνονται, βρισκόμαστε ακριβώς στο ίδιο σημείο, ήτοι, αν δεν πάρουμε την (κάθε φορά επόμενη) δόση, να μην έχουμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις.
.
Είναι εντελώς αναποτελεσματικό και ψυχοφθόρο κάθε δύο ή τρεις μήνες, οι πολιτικοί αρχηγοί και το οικονομικό επιτελείο να κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και να αναρωτιούνται «από πού θα κόψουμε αυτή τη φορά». Το συγκεκριμένο πρόγραμμα και μάλιστα χωρίς την επιμήκυνση, δεν βγαίνει, το παραδέχεται και ο τελευταίος γνώστης των οικονομικών. Άρα, πρέπει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο και ενδεχομένως με τη συμμετοχή και των τριών πολιτικών αρχηγών, να υπάρξει διαπραγμάτευση με την τρόικα για την αλλαγή συγκεκριμένων όρων του μνημονίου. Ταυτόχρονα και επειδή δεν γίνεται να πηγαίνουμε συνέχεια με το χέρι απλωμένο, χωρίς αυτό να έχει τίποτα μέσα, πρέπει να προωθήσουμε άνευ καθυστέρησης ορισμένες σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές. Σταχυολογώ ενδεικτικά :
.
Άμεσα να έρθει στη Βουλή ένα νέο προοδευτικό φορολογικό νομοσχέδιο, που θα εμπεδώνει ένα αίσθημα δικαιοσύνης στους πολίτες και συνάμα θα προσελκύει επενδυτές. Να προχωρήσουμε στην κατάργηση ή συγχώνευση άχρηστων οργανισμών, απόρροια του πελατειακού κράτους. Να ξεκινήσουμε με σχέδιο, διαφάνεια και σεβασμό στις εργασιακές σχέσεις τη διαδικασία των αποκρατικοποιήσεων και της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Δεν είναι δυνατόν το δημόσιο να έχει περισσότερα από 80.000 κτίρια και το 1/3 αυτών να είναι καταπατημένα ή κατειλημμένα. Δεν γίνεται το δημόσιο να πληρώνει εκατομμύρια ευρώ σε ενοικιάσεις κτιρίων επειδή οι συνδικαλιστές δεν θέλουν να μετακινηθούν. Επιβάλλεται να υπάρξει σύγκρουση με σκληρές συντεχνίες του δημοσίου, με αποκορύφωμα βεβαίως την αμαρτωλή ΓΕΝΟΠ. Είναι επιβεβλημένο να υπάρξει ουσιαστικό άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
.
Το μήνυμα της κυβέρνησης πρέπει να είναι σαφές: Θα συγκρουστούμε, διότι αλλιώς θα την πληρώσουν ακόμα περισσότερο τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
.
Αν προχωρήσει σε αυτό το δρόμο η κυβέρνηση, θα μπορεί στο τέλος του Σεπτεμβρίου, όταν θα είναι δηλαδή η κρίσιμη ώρα του ελέγχου της ελληνικής οικονομίας, να διεκδικήσει την αναδιαπραγμάτευση των επαχθών όρων του μνημονίου.
.
Κανένας δεν πρέπει να φοβηθεί αυτές τις αυτονόητες αλλαγές. Αν γίνουν με σχέδιο, πρόγραμμα και κυρίως με αίσθημα δικαιοσύνης, η κοινωνία θα τις αγκαλιάσει και θα τις στηρίξει. Οι φωνές που θα ακουστούν, όσο δυνατές και αν είναι, θα έχουν χαρακτήρα μάχης χαρακωμάτων και διατήρησης ενός αμαρτωλού και αποτυχημένου στάτους κβο. Αυτή τη στιγμή άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Ή μάλλον υπάρχει και είναι του ΣΥΡΙΖΑ, του Καμμένου και της Χρυσής Αυγής…
.
.
Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος είναι Δημοσιογράφος, εκπρόσωπος Τύπου της Δημοκρατικής Αριστεράς