Καμιά φορά σκέφτομαι ότι είμαι άδικος. Όταν κάθε βδομάδα γκρινιάζω γιατί δεν κάνουμε περισσότερα, πιο γρήγορα, πιο σωστά. Μια χώρα είναι ένα πολύ μεγάλο καράβι, χρειάζεται χρόνο για να στρίψει. Πέρασαν 40 χρόνια σχεδόν ανέμελης μεταπολιτευτικής ευημερίας και τώρα ζητάμε μέσα σε 3 χρόνια, σε συνθήκες πανικού και έκτακτης ανάγκης, να διορθώσουμε όλα τα στραβά που σταδιακά μας οδήγησαν στη χρεοκοπία.
Δεν γίνεται έτσι, δεν γίνεται εύκολα. Η κοινωνία μας χρειάστηκε χρόνο, όπως χρόνο χρειάζεται κάθε άνθρωπος όταν αντιμετωπίζει μια δύσκολη κατάσταση. Στην αρχή πάντα αρνείσαι την πραγματικότητα, λέμε δεν είναι δυνατόν να μου συμβαίνει εμένα αυτό, δεν είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει κρίση, είναι παραμύθι χωρίς δράκο. Δεν χρωστάμε, δεν πληρώνουμε. Δεν υπάρχουν χρέη, δεν υπάρχουν ελλείμματα, για τους τόκους γίνεται όλη η φασαρία, να διώξουμε τους κατακτητές. Να αγνοήσουμε, δηλαδή, την πραγματικότητα. Μετά, επειδή η πραγματικότητα είναι επίμονη, περνάς στο δεύτερο στάδιο, αναζητάς έναν ένοχο. Έτσι είναι ο άνθρωπος, δεν μπορεί να αναλάβει μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Με τον έρωτα της ζωής σου να κλειστείς έξω από την πόρτα, σε 30 δευτερόλεπτα θα τσακώνεστε για το ποιος φταίει που δεν πήρε το κλειδί.
Φταίνε οι ξένοι, οι Γερμανοί, οι μετανάστες, οι τοκογλύφοι, φταίνε όλοι που έχουν βάλει στο μάτι το δημόσιο πλούτο της χώρας, αυτόν που πουλάμε και δεν βρίσκουμε αγοραστές. Μετά την άρνηση, την οργή, τη θυματοποίηση, αρχίζεις από τις εύκολες λύσεις. Τις πιο ανώδυνες. Άμα 9 γιατροί σού πουν να κόψεις το τσιγάρο, θα ακούσεις τον δέκατο που θα σου πει, έλα μωρέ, περιόρισέ το λιγάκι. Έτσι είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος, διαλέγει την πιο ευχάριστη εκδοχή. Θα ακούσει αυτούς που θα του πουν ότι με ένα νόμο θα επαναφέρουν τους μισθούς και τις συντάξεις εκεί που ήταν το 2009. Με έναν άλλο νόμο θα καταργήσουν τα μνημόνια και με έναν τρίτο νόμο θα ζούμε όλοι σε μια ελληνική «second life», όπου πετρέλαια από το Ιόνιο ή από τον Τσάβες θα μας γυρίσουν πίσω στο χρόνο, θα ζούμε όλοι όπως πριν, δεν χρειάζεται ν’ αλλάξουμε τίποτα.
Μετά, σιγά σιγά και βασανιστικά μεγαλώνουμε. Αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα όπως είναι κι όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Αν θέλουμε να είμαστε λίγο ρεαλιστές, κάπως έτσι θα συνέβαινε, όπως συνέβη μέχρι τώρα. Ο πιο ανέμελος, ο λιγότερο προετοιμασμένος λαός έπρεπε μέσα σε λίγα χρόνια να κάνει όσες μεταρρυθμίσεις έκαναν οι βόρειες χώρες της Ευρώπης μέσα σε δεκαετίες. Δεν έπρεπε να γίνουμε απλώς καλύτεροι σ’ αυτό που κάναμε, έπρεπε να κάνουμε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι κάναμε μέχρι τώρα. Να αλλάξουμε μοντέλο. Από τον κρατισμό και τις πελατειακές σχέσεις να περάσουμε σε μια ανοιχτή οικονομία παραγωγική και εξωστρεφή.
Δεν ήταν εύκολο. Αν λογαριάσεις τις συνθήκες του κατεπείγοντος, τη λυσσαλέα αντίδραση των κερδισμένων της μεταπολίτευσης για να μη χάσουν και το παραμικρό προνόμιο, η κοινωνία μας αντιμετωπίζει το δράμα της με αξιοπρέπεια και υπομονή. Η Ιταλία, παραγωγική χώρα, τρίτη στην ευρωζώνη, μέσα σ’ ένα χρόνο και με 2% ύφεση, έλυσε τα φρένα. Εμείς τέταρτο χρόνο και με ύφεση που ξεπερνάει το 20% αποδεικνύουμε ότι έχουμε ακόμα κρυμμένες δυνάμεις, θέληση να αποφύγουμε την καταστροφή, να περάσουμε το ποτάμι. Ως πότε, όμως; Νομίζω ότι η υπόκωφη σιωπή της ελληνικής κοινωνίας τον τελευταίο καιρό είναι πολύ πιο ανησυχητική από τις αγανακτισμένες κραυγές του 2010 και του 2011. Γιατί δείχνει τα όρια της αντοχής, της πραγματικής αυτή τη φορά.
Είναι κάτι μικρές ειδήσεις, μια λεπτομέρεια, που μπορεί να εξηγήσουν την κατάσταση. Τις προηγούμενες μέρες, όπως συμβαίνει κάθε λίγους μήνες, δημοσιεύθηκε η νέα έκθεση της Κομισιόν για την πορεία της προσαρμογής. Εκεί επισήμαιναν ότι οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής είναι απελπιστικές. Ότι 80 επιθεωρητές που έχουν εκπαιδευτεί από τους Γάλλους δεν έχουν διοριστεί ακόμα γιατί δεν έχει εκδοθεί υπουργική απόφαση. Ότι δεν έχουν προσληφθεί 500 ελεγκτές φορολογικών υποθέσεων, για τους οποίους μάλιστα ζητάει ικανοποιητικό μισθό ώστε να μπορούν να αποδώσουν. Σκέψου, η τρόικα που ζητάει απολύσεις και μειώσεις μισθών, εδώ ζητάει προσλήψεις και αυξήσεις.
Αλλά το σύστημα αντιδρά, γίνονται απεργίες, δεν δέχονται το πανεπιστημιακό πτυχίο ως προϋπόθεση, σαμποτάρουν τις προσλήψεις. Γιατί, ως γνωστόν, ζητάμε πάντα προσλήψεις στο δημόσιο, εκτός από κάποιους «ευαίσθητους» τομείς όπου η «έλλειψη προσωπικού» είναι πάντα βολική.
Αυτή όμως η μικρή είδηση δείχνει ανάγλυφα τη χρεοκοπία, την κοροϊδία, την υστεροβουλία και την εξαπάτηση εκ μέρους όλου του συστήματος το οποίο έχει αναλάβει τη διάσωση της χώρας. Δηλαδή, ρε φίλε, βάζεις κάθε μήνα ένα νέο φόρο αλλά μυστηριωδώς η εφορία μεγάλων φορολογουμένων υπολειτουργεί, ελεγκτές δεν προσλαμβάνονται, η δικαιοσύνη συσσωρεύει ανεξέλεγκτες υποθέσεις μεγάλου δημόσιου συμφέροντος χωρίς να τις εκκαθαρίζει, φορολογικό νομοσχέδιο δεν έχει γίνει ακόμα;
Δηλαδή, ρε φίλε Τόμσεν, κάθε τρίμηνο για να βγουν τα νούμερα μείωσης του ελλείμματος υπογράφεις νέους φόρους, μειώσεις μισθών, μειώσεις κοινωνικών δαπανών, αλλά όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής γράφεις εκθέσεις; Εκθέσεις γράφω κι εγώ, η ευρωπαϊκή κοινότητα υποτίθεται ότι έπρεπε να επιβάλει τις μεταρρυθμίσεις που δεν ήταν πρόθυμο να εφαρμόσει το ελληνικό σύστημα εξουσίας. Άμα έτσι γίνονται τα πράγματα, γιατί να μην πουν οι πολίτες, ξέρουμε κι εμείς να κάνουμε πλάκα, φέρτε έναν Μπέπε Γκρίλο να γελάσουμε;
Αυτό είναι το πρόβλημα σήμερα στην Ελλάδα κι απ’ ό,τι φαίνεται όχι μόνο στην Ελλάδα. Η κοινωνία «βγαίνει» από το πολιτικό παιχνίδι, γίνεται «αντιπολιτική», γιατί δεν είναι πειστική η δημοκρατία. Δεν είναι τίμια, διαφανής. Πριμοδοτείται ο λαϊκισμός γιατί δεν πείθουν οι «μεταρρυθμιστές». Οι πραγματικές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις έχουν αποδιοργανωθεί, δεν μπορούν να υποστηρίξουν κανέναν. Αν μεταρρύθμιση σημαίνει να διατηρήσουν τα προνόμιά τους οι ελίτ και να μεταφερθεί όλο το βάρος της προσαρμογής στους ασθενέστερους, τότε με ποια κοινωνία θα γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές που χρειάζονται για να πάρει πάλι μπρος η οικονομία;
Ο πρόεδρος της Τράπεζας Ελλάδος είπε προχθές ότι διανύθηκε το 70% του δρόμου, μένει το 30%, το πιο δύσκολο. Οι μεταρρυθμίσεις. Αυτό ήταν πάντα το πιο δύσκολο, αυτό έπρεπε να γίνει από την αρχή. Μεταρρυθμίσεις χωρίς κοινωνία, όμως, δεν γίνονται. Κανείς δεν έχει πείσει μέχρι τώρα τους πολίτες για τις προθέσεις του. Κι αν αυτό συνεχιστεί, η αντίδραση της κοινωνίας ξέρουμε ποια θα είναι. Αφού αυτό το παιχνίδι δεν είναι δικό μας, παίξτε το μόνοι σας, εμείς βγαίνουμε έξω. Αυτοκαταστροφική αντίδραση μεν, αλλά έτσι είμαστε οι άνθρωποι.