Όσες φορές επιχειρήθηκαν σοβαρές μεταρρυθμίσεις (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ασφαλιστικό Γιαννίτση το 2001) πολεμήθηκαν λυσσαλέα, ενώ η έννοια της μεταρρύθμισης έχει κακοποιηθεί στην πράξη πάρα πολύ. Αλλωστε, αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές (όπως ο περιορισμός των πρόωρων συντάξεων) παρουσιάζονται ως μνημονιακοί καταναγκασμοί με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η δημιουργία κοινωνικής συναίνεσης.
Μετά τις εκλογές είτε θα εφαρμοστεί το τρίτο μνημόνιο και θα μπορούμε να ελπίζουμε σε έξοδο από την κρίση είτε δεν θα εφαρμόζεται και θα μείνουμε στον κύκλο της αβεβαιότητας και της ύφεσης. Είτε θα γίνουν ρήξεις με τις ελληνικές παθογένειες και θα προοδεύσουμε είτε θα υπηρετηθεί το πελατειακό μοντέλο της χρεοκοπίας και η χώρα θα αποτύχει οριστικά.
Για να μη συμβεί το χειρότερο, θα πρέπει αυτοί που θα κυβερνήσουν να έχουν ισχυρή μεταρρυθμιστική βούληση, να μη φοβούνται το πολιτικό κόστος, να μη σκέφτονται τις επόμενες εκλογές, να προτάσσουν το δημόσιο συμφέρον.
Η ατομική ευθύνη είνα σημαντική. Με την ψήφο μας μπορούμε να αποτρέψουμε την καταστροφή δεσμεύοντας το πρώτο κόμμα -μέσω ενός ισχυρού κυβερνητικού εταίρου με μεταρρυθμιστική αποφασιστικότητα- σε ένα παράδειγμα διακυβέρνησης που δεν θα επιτρέπει διολίσθηση στο λαϊκισμό.