Μετανάστευση: Νέες Πολιτικές

Μιλτιάδης Νεκτάριος 01 Δεκ 2023

Στο μεγάλο Συνέδριο του Πανεπιστημίου Πειραιώς για το Δημογραφικό Πρόβλημα και την Γήρανση του Πληθυσμού στην Ελλάδα,  που έγινε στις 20 Νοεμβρίου, το θέμα της μετανάστευσης αναλύθηκε εκτενώς και παρουσιάστηκαν οι προτάσεις πολιτικής σε δύο άξονες: (α) Ευρωπαϊκή Μεταναστευτική Πολιτική και (β) Εθνική Πολιτική για την Μετανάστευση.

Στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1970-2020, το   μεταναστευτικό ισοζύγιο (η διαφορά των εκροών από τις μεταναστευτικές εισροές) άλλαξε τρεις φορές πρόσημο. Η πρώτη φορά ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν με την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη σταθεροποίηση της οικονομίας εμφανίστηκε το πρώτο κύμα εισροής αποτελούμενο κατά κύριο λόγο από επαναπατριζόμενους Έλληνες. Την ίδια εποχή ξεκινά δειλά η πρώτη εισροή οικονομικών μεταναστών στη χώρα. Το μεγάλο όμως κύμα μεταναστών εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αφορά κυρίως άτομα προερχόμενα από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (και κυρίως την Αλβανία) και διαρκεί με αυξομειούμενη ένταση δύο δεκαετίες. Οι εκτιμήσεις σχετικά με το αριθμό των μεταναστών που εισήλθαν στη χώρα μέχρι το τέλος του προηγούμενου αιώνα διαφοροποιούνται σημαντικά και κυμαίνονται από 1,5-3 εκατομμύρια. Για πρώτη φορά επιχειρήθηκε η εκτίμηση των αλλοδαπών σε εθνικό επίπεδο κατά την απογραφή του 2001. Αν και σίγουρα υποεκτιμημένος, ο αριθμός των αλλοδαπών που καταγράφηκαν ήταν περίπου 1 εκατομμύριο άτομα.

Τα κύματα εισροής συνεχίστηκαν στη νέα χιλιετία με διαφοροποιήσεις ως προς την ένταση και τις χώρες προέλευσης. Η οικονομική κρίση του 2010, χωρίς να ανακόψει τα ρεύματα εισροής, κυρίως αυτά από χώρες της Αφρικής και της Ασίας, δημιούργησε παράλληλα ρεύματα εκροής, κάνοντας για λίγα χρόνια αρνητικό το μεταναστευτικό ισοζύγιο. Τα ρεύματα εκροής του 21ου αιώνα απαρτίζονται στην πλειονότητά τους από μορφωμένους και καλά καταρτισμένους Έλληνες που αναζητούν επαγγελματικές ευκαιρίες στο εξωτερικό (braindrain), αλλά και από μετανάστες με άδεια παραμονής που μετακινούνται σε άλλες χώρες της ΕΕ ως απάντηση στα υψηλά ποσοστά ανεργίας της περιόδου. Τα ρεύματα εισροής, όμως, δεν ανακόπηκαν και μετά το 2016 το μεταναστευτικό ισοζύγιο γίνεται και πάλι θετικό. Οι εισροές είναι πλέον κατά κύριο λόγο από λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές και ο αλλοδαπός πληθυσμός της χώρας γίνεται πιο ανομοιογενής εθνικά.

Οι τάσεις των τελευταίων δεκαετιών αναδεικνύουν την αυξανόμενη σημασία της μετανάστευσης στη διαμόρφωση του μεγέθους του πληθυσμού και προδιαγράφουν τις αναμενόμενες εξελίξεις.

Η ενίσχυση της γονιμότητας, όπως έχει παρουσιαστεί σε προηγούμενο άρθρο, δεν επαρκεί για να ανακόψει την μείωση του πληθυσμού.  Η μετανάστευση είναι η μόνη παράμετρος που θα μπορούσε να συμβάλλει στο μετριασμό της τάσης στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Οι προτάσεις πολιτικής για την μετανάστευση κινούνται σε δύο άξονες: (α) Ευρωπαϊκή Μεταναστευτική Πολιτική και (β) Εθνική Πολιτική για την Μετανάστευση.

Η Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική χρειάζεται πλήρη αναθεώρηση διότι είναι μυωπική και ατελέσφορη. Σε ενδεχόμενη διαδικασία επανεξέτασής της, η Ελλάδα πρέπει να συμμετάσχει σε ομαδοποιήσεις χωρών που επιθυμούν να προωθήσουν τις εξής δύο θέσεις.

Πρώτη και βασική επιδίωξη της Ελλάδας πρέπει να είναι η υιοθέτηση από την ΕΕ της αρχής της αναλογικής προς τον πληθυσμό κάθε χώρας κατανομής των προσφύγων και μεταναστών που εισέρχονται στον Ευρωπαϊκό γεωγραφικό χώρο. Και δεύτερον, η Ελλάδα πρέπει να υποστηρίξει την θέση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να πρωτοστατήσει σε μια πρωτοβουλία των Αναπτυγμένων χωρών της Δύσης  για την διενέργεια μεγάλου όγκου επενδύσεων στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, και ιδιαίτερα στην Αφρική. Η χρηματοδότηση των επενδύσεων μπορεί να γίνει από τα αποθεματικά των ταμείων συντάξεων του αναπτυγμένου κόσμου, με την προϋπόθεση ότι θα έχουν ήδη συναφθεί διεθνείς συμφωνίες για τον επαναπατρισμό των κερδών. Με τον τρόπο αυτό, αφενός, θα επιτευχθούν υψηλές αποδόσεις για τα αποθεματικά των ταμείων συντάξεων και, αφετέρου, θα αναπτυχθούν οι φτωχές χώρες του πλανήτη, με αποτέλεσμα τον μετριασμό των μεταναστευτικών ροών.

Όσον αφορά στην εθνική πολιτική για την μετανάστευση, οι βασικοί άξονες πρέπει να είναι οι εξής. Πρώτον, να αναγνωριστεί ότι η μετανάστευση είναι απαραίτητη για την λειτουργία της οικονομίας της χώρας, ιδιαίτερα στις θέσεις μη εξειδικευμένης εργασίας για τον αγροτικό τομέα, τον κατασκευαστικό τομέα, τον τομέα καθαριότητας, και το τομέα φροντίδας ηλικιωμένων. Συντάσσεται από τις Περιφέρειες σχετικό ετήσιο  πρόγραμμα  με τις απαιτούμενες θέσεις εργασίας, ανά τομέα της οικονομίας.  Η Περιφέρεια είναι υπεύθυνη για την τήρηση των στοιχείων των μεταναστών καθώς και για την διαχείριση αυτών (επιμόρφωση, ασφάλιση, εκπαίδευση παιδιών, κλπ.).

Δεύτερον, η μετανάστευση ατόμων υψηλής ειδίκευσης είναι απαραίτητη για την κάλυψη των αναγκών της λειτουργίας της οικονομίας, με βάση τις απαιτήσεις της 4ης Βιομηχανική Επανάστασης. Για τις ανάγκες αυτές, επιδιώκεται ο επαναπατρισμός των  BrainDrainers, καθώς και η συστηματική προσέλκυση μεγάλου αριθμού στελεχών από την Ελληνική Ομογένεια παγκοσμίως. Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσονται και οι πολιτικές προσέλκυσης ψηφιακών νομάδων, που στο μέλλον θα αποτελούν μια συνεχώς διευρυνόμενη ομάδα απασχολουμένων.

Τρίτον, η ασφάλεια των συνόρων αποτελεί βασικό άξονα χάραξης
μεταναστευτικής πολιτικής, σε συνδυασμό με την διαφύλαξης της εσωτερικής κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης.

Και τέταρτον, απαιτείται ανασχεδιασμός του εθνικού πλαισίου διαχείρισης των μεταναστών. Οι πρώτες γενιές μεταναστών πρέπει να υφίστανται στοιχειώδους επιμόρφωσης για βελτίωση της παραγωγικότητάς τους. Απαραίτητη είναι η ασφάλιση για συντάξεις και υγεία. Τα παιδιά τους πρέπει να παρακολουθούν την υποχρεωτική εκπαίδευση. Η εκπαίδευση αποτελεί τον πρωταρχικό και ίσως τον μοναδικό θεσμό που βοηθάει στη διαδικασία ενσωμάτωσης στην κοινωνία εγκατάστασης τόσο για τα παιδιά της δεύτερης γενιάς όσο και για τους ίδιους τους μετανάστες.