Μετά τα Fake News (ψεύτικες ειδήσεις) και τις φαντασιώσεις σε σχέση με το μέλλον φαίνεται, ότι η πολιτική σε υπερεθνικό επίπεδο έχει αφεθεί στην «μαγεία» της κατασκευασμένης επικοινωνιακής πραγματικότητας της μεταμοντέρνας εποχής.
Βασικά εργαλεία για την μετατροπή της «μαγείας» σε παράμετρο διαμόρφωσης κοινωνικών και πολιτικών στάσεων είναι η ψηφιακή τεχνολογία και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας με την διοχέτευση στους πολίτες στοχευμένων πληροφοριών, οι οποίες «κατασκευάζουν» την επιδιωκόμενη εκδοχή της πραγματικότητας.
Με αυτό τον τρόπο τροφοδοτούν την αντιληπτική λειτουργία με εκείνα τα στοιχεία, που συνθέτουν την κατάλληλη εικόνα, η οποία οδηγεί στην διαμόρφωση της επιθυμητής στάσης στον πολίτη.
Έτσι όμως δημιουργείται μια πλασματική εικόνα της πραγματικότητας, ενώ ταυτοχρόνως καλλιεργείται ο σκεπτικισμός σε σχέση με αντικειμενικές αλήθειες και τον ορθολογισμό ως βασικό εργαλείο για την ανάλυση των δεδομένων, τα οποία συνθέτουν τον κόσμο, που μας περιβάλλει.
Αυτό σημαίνει, ότι η πραγματικότητα είναι μια κατασκευή ανάλογα με την οπτική γωνία, από την οποία την προσεγγίζει κάποιος. Με αυτή την παραδοχή βέβαια ο κάθε πολιτικός χώρος ή πολιτικό πρόσωπο από το ένα μέρος μπορεί να αμφισβητεί την αλήθεια και από το άλλο να παρουσιάζει μια άλλη εκδοχή της πραγματικότητας, πάνω στην οποία στηρίζει την δική του πολιτική πρόταση.
Αυτή η λογική του κονστρουκτιβισμού διαμορφώνει μια άνευ προηγουμένου ρευστότητα, η οποία αποδυναμώνει τον ορθολογισμό και τις λογικές διεργασίες στην προσέγγιση των δεδομένων της καθημερινότητας του πολίτη, με αποτέλεσμα να γίνεται εύκολο θύμα της πολιτικής χειραγώγησης.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της πρακτικής αποτελούν η πολιτική λειτουργία του νεοεκλεγέντος προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Donald Trump, αλλά και η ακολουθούμενη τακτική από την ελληνική κυβέρνηση στην διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Ο Donald Trump με τα προεδρικά του διατάγματα δίνει τέτοιες διαστάσεις στην κινδυνολογία σε σχέση με την είσοδο στις Η.Π.Α. πολιτών, οι οποίοι προέρχονται από συγκεκριμένες χώρες με μουσουλμανικό θρήσκευμα, ώστε να δημιουργήσει κλίμα φόβου και εσωστρέφειας στους Αμερικανούς πολίτες, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται στην υλοποίηση των πολιτικών του στοχεύσεων, χωρίς να αντιμετωπίζει πρόβλημα η κυβέρνηση του.
Σε αυτή την λογική στηρίχθηκε και η προεκλογική του πορεία με την κατασκευή κινδύνων για την πρόκληση φόβου, με παράλληλη εμφάνιση του ιδίου ως εναλλακτικής λύσης στο πολιτικό κατεστημένο. Αυτή η πρακτική τον οδήγησε στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ως του κατάλληλου ηγέτη, ο οποίος θα προωθήσει τα συμφέροντα των Αμερικανών και της χώρας τους.
Βέβαια γνωρίζει, ότι αυτή η επικοινωνιακή κατασκευή δεν συμπορεύεται με την παγκοσμιοποιημένη οικονομία, στην οποία το αμερικανικό κεφάλαιο πολλαπλασίασε την κερδοφορία του. Σίγουρα ο Donald Trump στοχεύει στην μείωση του οικονομικού κόστους για τον διεθνή ρόλο των Η.Π.Α. με την ανάληψη ενός μεγάλου μέρους του βάρους από τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ. Υπάρχουν όμως και άλλοι στόχοι, μη ορατοί προς το παρόν.
Στην Ελλάδα έχει ενδιαφέρον το «πλεκτό», που φτιάχνει η κυβέρνηση και ο Έλληνας πρωθυπουργός σε σχέση με την «εκπροσώπηση» των ελληνικών συμφερόντων στην πορεία εξόδου της χώρας από την δεινή κατάσταση, που ευρίσκεται με ευθύνη τόσο του πολιτικού συστήματος όσο και της κοινωνίας, οι δομές της οποίας αδυνατούν να κατανοήσουν, ότι πρέπει να απαλλαγούν από τις παθογένειες του παρελθόντος (διαφθορά, πελατειακό σύστημα κ.λ.π.).
Πραγματικά αρχίζει να πιστεύει ο πολίτης-παρατηρητής του πολιτικού γίγνεσθαι, ότι υπάρχουν δύο πραγματικότητες σε αυτό τον τόπο, εάν λάβει υπόψη του τον πολιτικό λόγο της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα κατά την διάρκεια όλης της διαπραγμάτευσης.
Κατ’ αρχήν υπάρχει πλειοδοσία στην άρνηση αποδοχής των προτεινόμενων μέτρων από τους εταίρους και δανειστές (π.χ. περικοπή συντάξεων, όριο αφορολόγητου). Η κυβέρνηση ομνύει στο όνομα των λαϊκών συμφερόντων και υποτίθεται, ότι δίνει τον «υπέρ πάντων αγώνα».
Μετά από λίγο η ρητορική της αρκείται στην γενικόλογη ρήση, ότι «δεν θα απομακρυνθεί από τις αρχές της», για να καταλήξει στο «καλύτερα μια κακή συμφωνία από την καταστροφή».
Εκείνο, που δεν αλλάζει, είναι η αποφυγή του πολιτικού κόστους λόγω των οδυνηρών επιπτώσεων των αποφάσεων της κυβέρνησης στους πολίτες. Γι’ αυτό «κατασκευάζεται» μια εικονική πραγματικότητα σε σχέση με την προοπτική του μέλλοντος. Τελικά θα «υπάρξει ταλαιπωρία τώρα, αλλά μας περιμένει ένα ευοίωνο μέλλον».
Στην Ελλάδα η πραγματικότητα γίνεται αντικείμενο διαχείρισης από τα κόμματα με βάση την δική τους πραγματιστική οπτική και όχι αντικειμενικά, όπως βιώνεται από τους πολίτες, οι οποίοι όμως δεν την προσεγγίζουν με εργαλείο τον ορθολογισμό.
Έτσι και αλλιώς δεν είναι εύκολο να κατανοήσει ο απλός πολίτης την σύνθετη και πολυδιάστατη πραγματικότητα. Γι’ αυτό ετεροκαθορίζεται από τον κομματικό λόγο και τις φαντασιακές προεκτάσεις του σε σχέση με το μέλλον.
Η καλλιέργεια ελπίδας για την ζωή του σε βάθος χρόνου και φόβου στην περίπτωση, που δεν αποδεχθεί τον εκφερόμενο στις διάφορες εκδοχές του πολιτικό λόγο, ο οποίος κατασκευάζει εικονικές πραγματικότητες, συνθέτουν τον τρόπο βίωσης των συνθηκών της καθημερινότητας.
Αυτή η μεταμοντέρνα εκδοχή της πολιτικής ουσιαστικά πλήττει καίρια το δημοκρατικό πολίτευμα, διότι οι πολίτες διαμορφώνουν πολιτική γνώμη και στάση με βάση μια κατασκευασμένη πραγματικότητα, η οποία δεν ανταποκρίνεται στις αληθινές διαστάσεις των συνθηκών της ζωής τους ούτε και στην δυναμική της εξέλιξης.
Ιδιαιτέρως αυτή στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αναφοράς της χώρας και της παγκοσμιοποίησης οριοθετείται σε πολύ μεγάλο βαθμό από παραμέτρους, οι οποίες υπερβαίνουν τα εθνικά όρια, τα οποία σηματοδοτούν όμως το εύρος της νομιμοποίησης των πολιτικών συστημάτων.
Το αποτέλεσμα βέβαια είναι η ακόμη μεγαλύτερη απόσταση του πολιτικού λόγου από την πραγματικότητα, όταν εξαγγέλεται η ανάκαμψη και η ευημερία σε εθνικό επίπεδο χωρίς να συνυπολογίζονται οι υπερεθνικοί παράμετροι.
Γι’ αυτό η παγκοσμιοποίηση φοβίζει τους απλούς πολίτες, διότι δεν ελέγχεται πολιτικά σε εθνικό επίπεδο, ενώ οικονομικά κυριαρχεί με ρυθμιστικό τρόπο σε υπερεθνικό. Αυτό τον φόβο εκμεταλλεύεται ο Donald Trump και τον αντισταθμίζει επικοινωνιακά με την διαβεβαίωση, ότι η εσωστρέφεια και ο εθνικισμός θα ισορροπήσουν τους εξωτερικούς κινδύνους.
Με αυτή την επικοινωνιακή κατασκευή ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, διότι η χώρα του αξιοποίησε με τον πιο προσοδοφόρο τρόπο τα βασικά χαρακτηριστικά της μεταμοντέρνας εποχής, όπως είναι ο περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, η παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας και οι ευέλικτοι τρόποι συσσώρευσης κεφαλαίου.
Μπορεί βέβαια τέτοιες πρακτικές να υποβοηθούνται με την αξιοποίηση της αλματώδους εξέλιξης της τεχνολογίας ιδιαιτέρως στον τομέα διακίνησης της πληροφορίας χωρίς χωροχρονικά όρια. Βλάπτεται όμως η αξιοπιστία της πολιτικής σε βάθος χρόνου και πολύ περισσότερο η προοπτική του πλανήτη και της ανθρωπότητας (κλιματική αλλαγή και ακραία καιρικά φαινόμενα ως παράγωγα της πολιτικής, που δεν έχει περιβαλλοντική ευαισθησία, όπως η ενεργειακή πολιτική Trump).
Δυστυχώς η σύγχρονη επικοινωνιακή διαχείριση της πολιτικής οδηγεί σε επικίνδυνα και μη ελεγχόμενα από τους πολίτες και τα συλλογικά τους υποκείμενα μονοπάτια.
Το εξαιρετικά αρνητικό είναι, ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα στην πλειοψηφία του κινείται με την ίδια λογική στην μικροκλίμακα των εθνικών ορίων.
Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση ακροβατούν στο τεντωμένο σχοινί της εικονικής πραγματικότητας, που τα ίδια κατασκευάζουν στο πλαίσιο των στοχεύσεων τους για την διατήρηση ή την ανάληψη της διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας.
Οι «διάλογοι» στη Βουλή και στη δημοσιότητα αποτελούν τους αδιάψευστους μάρτυρες αυτής της πολύ αρνητικής πραγματικότητας. Η απαισιόδοξη εικόνα συμπληρώνεται με την κονωνία πολιτών, οι δομές της οποίας αδυνατούν να ενεργοποιήσουν την κοινωνία με διεργασίες, που θα συμβάλλουν στην διαμόρφωση και έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος. Η στασιμότητα κυριαρχεί, η δυναμική της εξέλιξης όμως τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε πλανητικό επίπεδο κινείται με πολύ μεγάλη ταχύτητα.