Η ραγδαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών από τη Μέση Ανατολή προς την Ελλάδα κατά τους τελευταίους μήνες αξιολογήθηκε από πολλούς ως το μοιραίο χτύπημα στην κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία αντιμετωπίζει εξαιρετικά πρόωρα σημάδια λαϊκής δυσαρέσκειας. Η κατά τεκμήριο μειωμένη ανοχή της ελληνικής κοινωνίας στη διαφορετικότητα, σε συνδυασμό με τη χρόνια επιβάρυνση του αστικού ιστού της πρωτεύουσας, κυρίως, με έναν δυσανάλογα μεγάλο αριθμό μεταναστών, ερμηνεύει την επιφυλακτικότητα, αν όχι τον αρνητισμό, έναντι του φαινομένου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και έναντι της ηπιότερης δυνατής διατύπωσης για το ζήτημα («οι πρόσφυγες που φτάνουν στη χώρα από εμπόλεμες περιοχές πρέπει να περιθάλπονται στην Ελλάδα») το 20% του εκλογικού σώματος διαφωνεί με την πρόταση, γεγονός του μαρτυρά τα δυνητικά υψηλά ποσοστά αντιμεταναστευτικού συναισθήματος στη χώρα. Θα είναι όμως τελικά το προσφυγικό ο μοιραίος παράγοντας για την κυβέρνηση;
Τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της εταιρείας ProRata υποδηλώνουν πως όχι. Στην έρευνα ανιχνεύθηκε τόσο η προσλαμβανόμενη από την κοινή γνώμη έκταση του ζητήματος όσο και ο τρόπος με τον οποίο αυτή κατανέμει την ευθύνη διαχείρισης του ζητήματος. Και το πλέον σημαντικό: το ζήτημα παρουσιάστηκε με δύο διαφορετικές πλαισιώσεις, είτε με εστίαση στον εγκλωβισμό χιλιάδων προσφύγων εντός των ελληνικών συνόρων είτε με εστίαση στην απώλεια εκατοντάδων ζωών στα νερά του Αιγαίου. Ανεξαρτήτως της πλαισίωσης, η κοινή γνώμη αναγνώρισε ότι το φαινόμενο της εισόδου προσφύγων στην Ελλάδα θα ενταθεί περισσότερο, καθώς το 53% εκτίμησε ως πολύ πιθανή ή βέβαιη τη συγκέντρωση πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων στη χώρα και το 56% εκτίμησε ως πολύ πιθανή ή βέβαιη την απώλεια ζωών ενός πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων κατά τη στιγμή που επιχειρούν την είσοδό τους από την Τουρκία. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις οι περισσότεροι ερωτώμενοι δεν υπέδειξαν την κυβέρνηση αλλά την Ε.Ε. ως τον φορέα ευθύνης για την εξέλιξη αυτή. Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ εκείνων στους οποίους το προσφυγικό πλαισιώθηκε με αναφορά στον κίνδυνο εγκλωβισμού προσφύγων στην Ελλάδα, το 40% απέδωσε την ευθύνη στην Ευρώπη, το 25% στην Τουρκία και μόλις το 21% στην κυβέρνηση. Μεταξύ εκείνων στους οποίους το προσφυγικό πλαισιώθηκε με αναφορά στον κίνδυνο απώλειας ζωών, το 38% απέδωσε την ευθύνη στην Ευρώπη, το 35% στην Τουρκία και μόλις το 7% στην ελληνική κυβέρνηση.
Είναι σαφές ότι το ζήτημα εκλαμβάνεται ως πολύ μεγάλης έκτασης και πολυπλοκότητας για τα δεδομένα της ελληνικής κυβέρνησης, διαπίστωση που μετριάζει αυτομάτως τη σημασία του θέματος για τον πολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Όμως η επικράτηση της πρόσληψης του προσφυγικού ως ανθρωπιστικής τραγωδίας, και όχι ως ένδειξης διαχειριστικής αδυναμίας, ουσιαστικά αφήνει «εκτός του κάδρου των ευθυνών» την κυβέρνηση Τσίπρα. Η σύγκριση των απόψεων της κοινής γνώμης για την ευθύνη διαχείρισης υπό τη μία και την άλλη πλαισίωση υπογραμμίζει τη σημασία της κυρίαρχης πρόσληψης του ζητήματος και, συνάμα, υποδεικνύει στην κυβέρνηση την κατεύθυνση του επικοινωνιακού σχεδιασμού επί του θέματος. Τοποθετώντας το προσφυγικό υπό το πρίσμα της (απολύτως υπαρκτής) ανθρωπιστικής κρίσης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δύναται να ξεπεράσει τον κάβο ενός επιπρόσθετου προβλήματος που θα μπορούσε διαφορετικά να αποτελέσει μια ένδειξη της διαχειριστικής της ανεπάρκειας.
Μια τέτοια επιλογή θα υπηρετούσε και έναν άλλο στόχο, στην περίπτωση που η κυβέρνηση τον έθετε στις προτεραιότητές της: την έμμεση υπενθύμιση της ευρωπαϊκής αναλγησίας. Το δράμα των προσφύγων που χάνονται καθημερινά στα νερά του Αιγαίου την ίδια στιγμή που οι Ευρωπαίοι κλείνουν τα σύνορά τους επαναφέρει στη συλλογική μνήμη τους ισχυρισμούς των κυβερνητικών κομμάτων περί της μη αλληλέγγυας Ευρώπης που επίμονα απαιτεί τη φτωχοποίηση του ελληνικού πληθυσμού. Η μεταβίβαση της ευθύνης για ένα πολιτικό ζήτημα σε τρίτους είναι μια δοκιμασμένη μέθοδος διαφυγής κυβερνώντων που βρίσκονται «με την πλάτη στον τοίχο». Και φυσικά είναι πολύ ευκολότερη στην υλοποίησή της όταν υπάρχουν οι σαφείς ενδείξεις εμπλοκής αυτών των τρίτων στο ζήτημα.