Σε προχθεσινή ομιλία της στο Κολλέγιο της Ευρώπης η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε ότι πρέπει να τροποποιηθούν οι κανόνες της ΕΕ που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις προκειμένου να υπάρξει μια ευρωπαϊκή απάντηση στον νόμο των ΗΠΑ «για τη μείωση του πληθωρισμού» (Inflation Reduction Act). Οι γνωρίζοντες διατείνονται μάλιστα ότι δεν εννοεί απλά μια νέα χαλάρωση των κανόνων αλλά μια μονιμότερη μεταβολή της πολιτικής ανταγωνισμού.
Υπενθυμίζεται ότι ο νόμος των ΗΠΑ, που έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στην ΕΕ, προβλέπει ένα μεγάλο πακέτο επιχορηγήσεων ύψους 369 δισ. δολαρίων για την ενίσχυση της περιβαλλοντικά «καθαρής» βιομηχανίας των ΗΠΑ, ιδιαίτερα δε της παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Ταυτόχρονα, ο νόμος αυτός με τις γενναιόδωρες παροχές του καθιστά το έδαφος των ΗΠΑ πολύ ελκυστικό για ξένες επενδύσεις. Δικαιολογημένα η Ευρωπαϊκή Ένωση φοβάται ότι ο αμερικανικός νόμος, πέραν των στρεβλώσεων που θα επιφέρει στον ανταγωνισμό μεταξύ ευρωπαϊκών και αμερικανικών επιχειρήσεων, θα προσελκύσει επενδύσεις επιχειρήσεων της ΕΕ στις ΗΠΑ.
Εν όψει αυτού του ορατού κινδύνου η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρόσθεσε ότι EE πρέπει να πάρει «αντισταθμιστικά» μέτρα προκειμένου να αμβλυνθούν οι στρεβλώσεις ανταγωνισμού που θα προκληθούν από αυτές τις ενισχύσεις, ανοίγοντας και το θέμα μιας νέας πρόσθετης χρηματοδότησης, της δημιουργίας ενός «Ταμείου Κυριαρχίας» - όπως το ονόμασε - σε επίπεδο ΕΕ.
Στο ίδιο πνεύμα, μια μέρα πριν, ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν επέμεινε σε συνέντευξή του ότι η ΕΕ «πρέπει να προχωρήσει στον σχεδιασμό ενός μαζικού σχεδίου στήριξης της βιομηχανίας». Προχωρώντας δε περισσότερο, πρότεινε να υπάρξει μια νέα ανάληψη κοινού χρέους από την ΕΕ προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι άνισες δυνατότητες των κρατών-μελών να υποστηρίξουν εξ ιδίων την εθνική τους βιομηχανία. Προσδιόρισε δε στα 350 δισεκατομμύρια ευρώ το ποσό που θα απαιτηθεί, δηλαδή σχεδόν ίσο με το πακέτο των ΗΠΑ.
Δεν αποτέλεσε έκπληξη το ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έσπευσε να αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ωστόσο, και χωρίς να υποτιμώνται τα αίτια της αρνητικής στάσης της Γερμανίας όπως και άλλων χωρών έναντι μιας τέτοιας πρότασης, μπορεί να προβλεφθεί ότι η ανάγκη αυτοπροστασίας των ίδιων αλλά και της ΕΕ συνολικά θα κάμψει τις αντιδράσεις τους.
Είναι πέρα από προφανές ότι μια νέα χαλάρωση ή και μια μονιμότερη τροποποίηση των κανόνων κρατικών ενισχύσεων στην ΕΕ θα βοηθήσει τις ισχυρές οικονομικά χώρες της να ενισχύσουν τη βιομηχανία τους για την αντιμετώπιση του υπερατλαντικού ανταγωνισμού και, ακόμη περισσότερο, να αποτρέψει τη «μετανάστευση» ευρωπαϊκών επενδύσεων στις ΗΠΑ. Υπ’ αυτό δε το πρίσμα μια τέτοια πρωτοβουλία μπορεί να θεωρηθεί επιβεβλημένη και επωφελής για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας. Κινδυνεύει όμως να είναι επιζήμια έως καταστροφική για τις ασθενέστερες χώρες, ειδικά μάλιστα αν ληφθούν υπόψη οι γνωστές στρεβλώσεις που προκάλεσε στον ανταγωνισμό η χαλάρωση λόγω της ενεργειακής κρίσης αλλά και της κρίσης της πανδημίας. Χρειάζεται λοιπόν η νέα χαλάρωση/ τροποποίηση των κανόνων κρατικών ενισχύσεων να συνδυασθεί με ένα «δίχτυ προστασίας», μια νέα χρηματοδότηση που θα επιτρέψει στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες της ΕΕ να ενισχύσουν και αυτές τη βιομηχανία τους και να ακολουθήσουν τον βηματισμό των ισχυρών. Δεδομένης δε της δημοσιονομικής συγκυρίας η νέα αυτή χρηματοδότηση δεν μπορεί να προέλθει παρά μόνο από έναν νέο κοινό δανεισμό της ΕΕ.
Αυτό λοιπόν που δεν πέτυχε μέχρι στιγμής η ενεργειακή κρίση, οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις και οι αλλεπάλληλες σύνοδοι κορυφής της ΕΕ, φαίνεται να το πετυχαίνουν οι ΗΠΑ με ένα νόμο τους. Η αλλαγή της στάσης της Επιτροπής δεν είναι βέβαια το τέρμα της διαδρομής. Αποτελεί όμως σίγουρα ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την επίτευξη μιας συνολικής λύσης. Είναι δε πολύ χρήσιμο που το θέμα αυτό αναδεικνύεται λίγες ημέρες πριν τη σύνοδο κορυφής της 15ης-16ης Δεκεμβρίου. Εκεί θα πρέπει όχι μόνο να συζητηθεί αυτό το πρόβλημα αλλά και να δρομολογηθεί η άμεση λήψη αποφάσεων, τόσο σε ό,τι αφορά τις ενισχύσεις προς τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις όσο και ως προς τη νέα χρηματοδότηση.
Τα χρονικά περιθώρια είναι πολύ στενά και αν επαναληφθούν οι συνήθεις καθυστερήσεις, η βλάβη από την εν τω μεταξύ υπερατλαντική μεταφορά ευρωπαϊκών επενδύσεων θα είναι ενδεχομένως ανήκεστη. Δεδομένου δε του ότι η «σαλαμοποίηση» των αποφάσεων δεν έδειξε να λειτουργεί θετικά στην παρούσα συγκυρία, θα ήταν χρήσιμο να εξετασθεί αν η ένταξη του ζητήματος αυτού στο συνολικό «πακέτο» διαπραγμάτευσης των μέτρων αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης θα διευκόλυνε την επίτευξη μιας συνολικής και επωφελούς για όλους συμφωνίας.
Μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει μια νέα χρηματοδότηση μέσω κοινού δανεισμού θα στρώσει τον δρόμο για να αποκτήσει το Ταμείο Ανάκαμψης μόνιμο χαρακτήρα, πράγμα που θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς τη δημοσιονομική ένωση της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή οι ΗΠΑ, έστω και εξ αντανακλάσεως, με τον νόμο τους αυτό θα έχουν συμβάλει στην προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Πηγή: www.kreport.gr