Η ντροπιαστική ήττα των αραβικών κρατών της περιοχής στον πόλεμο των έξι ημερών εκμηδένισε τις ελπίδες τους για εξαφάνιση του κράτους του Ισραήλ και τα έστρεψε προς την πιο πραγματιστική λογική της αναζήτησης τρόπου ανάκτησης των απολεσθέντων. Για τον σκοπό αυτό κρίθηκαν απαραίτητα:
Η αποκατάσταση της ισορροπίας δυνάμεων, που είχε πληγεί βαρύτατα από τις απώλειες του πολέμου. Αυτό επιτεύχθηκε με εντατικές προμήθειες οπλικών συστημάτων από την ΕΣΣΔ, η οποία επιπλέον ανέβασε σε δεκάδες χιλιάδες τους στρατιωτικούς της συμβούλους, αυξάνοντας έτσι την επιρροή της στην περιοχή.
Η διατήρηση υψηλών τόνων απέναντι στο Ισραήλ, που εκφράστηκε με την διακήρυξη των «τριών όχι» (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, όχι στις διαπραγματεύσεις και όχι στην ειρήνη)
Οι διαπραγματεύσεις και η ειρήνη ούτως ή άλλως δεν ήταν εύκολα πράγματα. Το Ισραήλ, παρά τις διπλωματικές πιέσεις και τις προσπάθειες διαμεσολάβησης του ΟΗΕ, δεν ήταν καθόλου διατεθειμένο να επιστρέψει τα εδάφη που είχε κερδίσει, ακόμα κι όταν ο μετριοπαθής διάδοχος του Νάσερ, Ανουάρ Σαντάτ, είπε το πρώτο αραβικό «ναι» σε ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις (1971). Αντίθετα, παρά τις πρώτες φωνές που άρχισαν να ακούγονται και στο εσωτερικό του για αναζήτηση ειρηνικής λύσης, η πρωθυπουργός του Γκόλντα Μέιρ προχώρησε στην κατασκευή μεγάλων οχυρωματικών έργων για την διαφύλαξη των κεκτημένων.
Εν τω μεταξύ η διεθνής κοινότητα είχε αρχίσει να κουράζεται με την κατάσταση. Η διώρυγα του Σουέζ, όπου είχαν εγκλωβιστεί αρκετά πλοία, παρέμενε κλειστή, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στην ναυσιπλοΐα. Η πίεση στην περιοχή απειλούσε να οδηγήσει σε απρόβλεπτα αποτελέσματα, ακόμα και σε συνολική ανάφλεξη.
Για να πεισθούν όμως τα δύο μέρη (και ιδιαίτερα το Ισραήλ) να καθίσουν ισότιμα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, χρειαζόταν μια νίκη γοήτρου των Αράβων.
Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ (Οκτώβρης 1973) Ο 4ος αραβοϊσραηλινός πόλεμος (γνωστός και σαν πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, αφού οι Άραβες διάλεξαν την μέρα της ιερότερης γιορτής των Εβραίων για να εξαπολύσουν με την σειρά τους αιφνιδιαστική επίθεση) έφερε το πολυπόθητο αποτέλεσμα. Οι ξαφνιασμένες ισραηλινές δυνάμεις βρέθηκαν αρχικά σε τόσο δύσκολη θέση, που ετοιμάστηκαν να απαντήσουν με την χρήση πυρηνικών όπλων. Ευτυχώς για την ανθρωπότητα, κάτι τέτοιο τελικά δεν χρειάστηκε. Η ανώτερη στρατιωτική τακτική τους τις επέτρεψε όχι μόνον να αναχαιτίσουν την προέλαση των αιγυπτιακών δυνάμεων στην χερσόνησο του Σινά στο νότο και των συριακών στο βορρά, αλλά και, δημιουργώντας μια σφήνα ανάμεσα από τις αιγυπτιακές δυνάμεις, να διασχίσουν την διώρυγα του Σουέζ και να μεταφέρουν τον πόλεμο στο καθ? αυτό αιγυπτιακό έδαφος. Η ανακωχή τις βρήκε να έχουν αποκόψει (μετά από σαφή παραβίαση της κατάπαυσης του πυρός) την 3η αιγυπτιακή στρατιά που, σε μια επίδειξη σύνεσης και «αβροφροσύνης» με μεταγενέστερες ευεργετικές συνέπειες, απέφυγαν να πλήξουν παραπέρα.
Χτίζοντας την ειρήνη βήμα-βήμα Παρότι η κατάληξη του πολέμου δεν ήταν η επιδιωκόμενη από την πλευρά των Αράβων, οι επιτυχίες των πρώτων ημερών αναπτέρωσαν κάπως το ηθικό τους και έκαναν φανερό ότι το Ισραήλ δεν ήταν πια σε θέση να διευθετεί κατά τις ορέξεις του τα πράγματα στην περιοχή. Από την άλλη, έγινε φανερό ότι μια αποφασιστική στρατιωτική νίκη κατά του Ισραήλ ήταν πέρα από τις δυνατότητές τους. Παρά τις αντιδράσεις ακραίων στοιχείων και από τις δύο πλευρές, η ιδέα της ειρήνης άρχισε να κερδίζει έδαφος. Στην πραγματικότητα, αυτή η κατάληξη δεν δυσαρεστούσε μακροπρόθεσμα κανέναν.
Δεν δυσαρεστούσε ούτε και τις μεγάλες δυνάμεις, και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ. Αλλά και η ΕΣΣΔ, παρότι πάντα υποστηρικτική προς τους Άραβες, δεν θέλησε ποτέ να έρθει σε απευθείας αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ για το χατίρι τους, κι έτσι ήταν ουσιαστικά σε κάθε περίσταση υπέρ της διατήρησης του status quo. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να κλονιστεί και η αξιοπιστία της στα μάτια της αιγυπτιακής ηγεσίας, οδηγώντας σε μείωση της επιρροής της στην χώρα (ενώ στην Συρία διατηρήθηκε μέχρι σχεδόν πρόσφατα). Η Αίγυπτος ετοιμάζονταν για την μεγάλη στροφή προς την Δύση – και την ειρήνη.
Μετά την κατάπαυση του πυρός, Αιγύπτιοι και Ισραηλινοί στρατιωτικοί κάθισαν για πρώτη φορά από το 1948 στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων να μιλήσουν για ανακωχή. Οι συνομιλίες για διαρκή ειρήνη ήταν όμως κάτι πιο δύσκολο. Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα συμφώνησαν τα δύο κράτη να συνομιλήσουν επίσημα γι? αυτήν. Ο Σαντάτ επισκέπτεται για τον σκοπό αυτό το Ισραήλ – μια δηλαδή de facto αναγνώριση, κάτι που του κοστίζει την κατακραυγή πολλών άλλων αραβικών χωρών και την αποπομπή της Αιγύπτου από τον Αραβικό Σύνδεσμο, του οποίου μέχρι τότε ήταν επικεφαλής.
Η συμφωνία κλείνει λίγο αργότερα (1978) στο Καμπ Ντέιβιντ παρουσία του προέδρου των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ. Παίρνοντας την αιγυπτιακή υπόσχεση διαρκούς ειρήνης, το Ισραήλ σε αντάλλαγμα απομάκρυνε τους εποίκους από την χερσόνησο του Σινά που την επέστρεψε στην Αίγυπτο, με τον όρο να παραμείνει αποστρατικοποιημένη. Όμως τα ισραηλινά ανταλλάγματα δεν κάλυψαν τις προσδοκίες των Παλαιστινίων για δικό τους κράτος και τις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ. Ο Ανουάρ Σαντάτ δολοφονείται τρία χρόνια αργότερα από εξτρεμιστές ισλαμιστές στρατιώτες που δεν μπορούσαν να αποδεχτούν το γεγονός της ειρήνευσης με το Ισραήλ.
Στο σημείο αυτό κλείνει προσωρινά το κεφάλαιο του αφιερώματος στο Μεσανατολικό που σχετίζεται με την ιστορία των Κρατών. Από το επόμενο άρθρο θα αρχίσει η περιγραφή της ιστορίας των Λαών. Αυτά τα δύο δεν συμπίπτουν αναγκαστικά.