Σαν χθες, τον Οκτώβριο του 1944, απελευθερώθηκε η Αθήνα από τη Γερμανική Κατοχή. Πρόκειται για μια ιστορική επέτειο που ανακαλεί τη χαρά για τη λύτρωση από τον κατοχικό ζυγό και επιφέρει ταυτόχρονα μια αναστοχαστική μελαγχολία για όσα τραγικά επακολούθησαν. Εκείνες τις μέρες όμως ο λαός της Αθήνας χάρηκε την Απελευθέρωση και αισιοδοξούσε για το μέλλον του. Ενας από τους πιο σημαντικούς εγχώριους διανοούμενους, ο Γιώργος Θεοτοκάς, κατέγραψε στα ημερολόγιά του τα γεγονότα εκείνων των ημερών (εκδόσεις ΕΣΤΙΑ).
Με τα σχόλιά του δε δείχνει ότι συνέλαβε πλήρως τη διαμορφούμενη συγκυρία. Στην εγγραφή της 12ης Οκτωβρίου περιγράφει τους λαϊκούς πανηγυρισμούς για τη φυγή των Γερμανών και μαζί κάποια γραφικά στιγμιότυπα. Επισημαίνει ότι, παρά την κυριαρχία του ΕΑΜ, επικράτησε ένα πνεύμα γενικής συναδέλφωσης και ότι η τάξη κρατήθηκε υποδειγματικά.
Τις επόμενες δύο ημέρες όμως ο λαός του ΕΑΜ εξέφρασε τις προσδοκίες του διαδηλώνοντας μαζικά. «Δεν υπάρχει αμφιβολία», σημειώνει ο Θεοτοκάς, «πως τούτος ο λαός που βλέπουμε αυτές τις μέρες είναι άλλος από κείνον που ξέραμε, πιο δυναμικός, πιο γενναίος και πιο περήφανος, αληθινά χειραφετημένος και λεύτερος, όπως φαντάζεται κανείς πως θα ήταν η γενεά του Εικοσιένα, μα όπως δεν ήτανε πια ο αστικοποιημένος λαός που γνωρίσαμε στις μέρες μας».
Θεωρεί ότι τα λαϊκά αιτήματα είναι αόριστα και συμπυκνώνονται στο σύνθημα «Λαοκρατία». Διαπιστώνει όμως ότι ο λαός «νιώθει το Κ.Κ. δικό του, το βλέπει πάντα κοντά του, το ακούει να μιλά τη γλώσσα του, αισθάνεται μαζί του βαθιά ψυχική συγγένεια». Ο συγγραφέας βλέπει μπροστά του «σε τούτη την απότομη στροφή της ιστορίας, μια πρωτεύουσα κόκκινη» και διερωτάται «πώς το Κ.Κ. θα μεταχειριστεί τη μεγάλη αυτή λαϊκή δύναμη…»
Στην εγγραφή της 15ης Οκτωβρίου, ο Θεοτοκάς περιγράφει την απάντηση της αστικής παράταξης με τη μεγάλη διαδήλωση που οργάνωσαν οι εθνικιστές και έφτανε από το Σύνταγμα έως του Μακρυγιάννη. Καταγράφει τις συμπλοκές που ξέσπασαν και τον αριθμό των νεκρών και των τραυματιών. Σχολιάζοντας δε τη διαδήλωση αυτή, επισημαίνει ότι ήταν «αισθητά πιο καλοντυμένη και ευπαρουσίαστη από τη χτεσινή και περιείχε αρκετές κομψές γυναίκες» και διαπιστώνει τον διαμορφωμένο ταξικό διαχωρισμό. «Είναι η πρώτη φορά αυτές τις μέρες που ένιωσα στην Ελλάδα τόσο έντονα, τόσο ξεκάθαρα κι απόλυτα τον κοινωνικό διχασμό, την ατμόσφαιρα του ταξικού πολέμου. Αυτή είναι πια στο εξής η ελληνική πραγματικότητα». Δυστυχώς ήταν τραγικά αιματηρή και πολλαπλά διχοτομημένη για πολλά χρόνια.