Στις 29 Μαΐου 2008, πέθανε ο Άγγελος Ελεφάντης. Στις 26 Μαϊου 2009, πέθανε ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης. Στη συγχρονική —και μάλλον επιλεκτική— μνήμη πολλών παλαιών συντρόφων και φίλων, ο πρώτος συνδέθηκε εξακολουθητικά με την ύστατη έκκληση του για οργάνωση των αριστερών πολιτών «στο κόμμα που μας έλαχε», ενώ ο δεύτερος με τη δήλωση πως θα «κλείσει τελευταίος την πόρτα» στον παλαιό ΣΥΝ. Και οι δύο δηλώσεις είναι υπαρκτές, και βέβαια διατυπωμένες μέσα σε συγκεκριμένα ιστορικά και πολιτικά συμφραζόμενα. Η ιδιοτελής χρήση τους, η μονότονη επανάληψη τους, καθώς και η ενίοτε προεκλογική εγαλειοποίησή τους κολάκεψαν τη διανοητική τεμπελιά της «ριζοσπαστικής αριστεράς», ενώ ταυτόχρονα προσέφεραν το τέλειο πολιτικό άλλοθι σε κάποιους / κάποιες για να δικαιολογήσουν τις μόνιμες ή ευκαιριακές εκλογικές επιλογές τους στην κάλπη, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ φαινόταν να είναι «πάνω στο κύμα».
Όσοι γνωρίσαμε (και αγαπήσαμε) αυτούς τους δύο ανθρώπους, ξέρουμε πόσο απεχθάνονταν τα τσιτάτα, την κοινοτυπία της εύκολης ατάκας, τη συρρίκνωση της πολιτικής σε μια επικολυρική έξαρση συναισθημάτων. Για αυτό και σήμερα, έχει ιδιαίτερη σημασία να μπορέσουμε να κατανοήσουμε την ιστορική διαδρομή τους, κυρίως σε ό,τι αφορά το αξιακό φορτίο της Ανανεωτικής Αριστεράς, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο ενός δημοκρατικού ανθρωπισμού, τον οποίο υπηρέτησαν —και, σε μεγάλο βαθμό, διαμόρφωσαν— ως δημόσιοι διανοούμενοι της μεταπολίτευσης.[1]
«Διαφορές στον Δεκαπενθήμερο». Έτσι ήταν ο τίτλος στο τεύχος 68 του Δεκαπενθήμερου Πολίτη του 1986, που κατέγραφε τη διαφωνία μιας μειοψηφίας, ενόψει της μεγάλης συζήτησης για τη «μετεξέλιξη» ή την «αναβάθμιση» του ΚΚΕ ες. Στις υπογραφές των διαφωνούντων, εντοπίζουμε αμέσως το όνομα του Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Είναι μάλλον η απαρχή μιας ιδεολογικής διαφοροποίησης και μιας πολιτικής διαδρομής, που σφράγισε την πορεία της ΕΑΡ αλλά και του μετέπειτα ΣΥΝ, με επίκεντρο τον αταλάντευτο ευρωπαϊσμό, τον δημοκρατικό σοσιαλισμό, τις επιθυμητές συμμαχίες με τη σοσιαλδημοκρατία. Παρ’ ότι στο εξής ήταν «μειοψηφία», η πόρτα του Πολίτη δεν έκλεισε ποτέ για τον Παπαγιαννάκη. Το αντίθετο, μάλιστα.
Ο Ελεφάντης στήριξε σθεναρά τον Παπαγιαννάκη σχεδόν σε όλες τις χαμένες μάχες του μέσα στο ΣΥΝ, καθώς έβλεπε πως η ιδεολογική διχοστασία του ΣΥΝ (μια αντιφατική συνύπαρξη ΕΑΡ και ΚΚΕ), απαιτούσε διαρκή εγρήγορση για την υπεράσπιση των ιδεών της Ανανεωτικής Αριστεράς. Πολλά από αυτά τα ζητήματα κρύφτηκαν κάτω από το χαλί, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητούσε αργότερα αμέριμνα τον δρόμο της νέας ριζοσπαστικής αντι-παγκοσμιοποίησης, χωρίς να έχει σκεφτεί σοβαρά τι απέγιναν εκείνες οι πέτρες από τα γκρεμισμένα τείχη του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, υπήρχε πάντα ένα στοιχείο που ένωνε τον Παπαγιαννάκη με τον Ελεφάντη. Επιμένοντας σε μια κοινή γραμμή ιδεολογικών αρχών, δεν ήταν καθόλου πρόθυμοι να συνταχτούν ούτε με την ενωτική ρητορική της «μεγάλης αριστεράς», (που έσβηνε με τη μαγική γομολάστιχα τη διάσπαση του ’68), ούτε με τη ρητορική των «λοιπών προοδευτικών δυνάμεων», (που απλώς εξυπηρετούσε τη μεταγραφή ψηφοφόρων στο μεγάλο γήπεδο του τότε ισχυρού ΠΑΣΟΚ). Μέχρι το τέλος της ζωής τους, φιλικά αλλά και συχνά συγκρουσιακά, ο Παπαγιαννάκης και ο Ελεφάντης βάδισαν ένα μάλλον μοναχικό δρόμο, που ωστόσο τους εξασφάλισε μια ευρύτερη αναγνώριση μέσα στην μεταπολιτευτική δημοκρατία μας. Κέρδισαν επάξια «τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών», χωρίς να δεχτούν απαραίτητα τις λογής-λογής κομματικές σατραπείες.
Αυτές τις ημέρες τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) ανάρτησαν στην ιστοσελίδα τους το σύνολο των ψηφιοποιημένων τευχών του Πολίτη. Πρόκειται για μια σημαντική βιβλιογραφική βάση τεκμηρίωσης, που επιτρέπει στον εξειδικευμένο ερευνητή και στον επαρκή αναγνώστη να ενημερωθεί για τις ιστορικές τύχες της Ανανεωτικής Αριστεράς, χωρίς το παραμορφωτικό πρίσμα των καιρών μας και κυρίως χωρίς το λατρευτικό εικονοστάσι, που φτιάχτηκε από τους πιστούς μιας ορισμένης «ριζοσπαστικής» τελετουργίας. Είναι μια καλή ευκαιρία να ξαναδιαβάσουμε αυτό το σημαντικό περιοδικό αλλά και να ξανασκεφτούμε τη δική μας πολιτική γενεαλογία? ιδίως σήμερα που «το πώς περνούμε τις μέρες και τις νύχτες μας / ένας Θεός το ξέρει».
[1] https://drive.google.com/file/d/0B3mvzCFV851iMmpzSFBZNXgxckU/edit