Παρελκόμενα και άδηλες προτροπές της μεταφοράς του Αστεροσκοπείου στην Πολιτική Προστασία.
Οι περιορισμένες υποστηρικτικές παρεμβάσεις στην διαβούλευση του σχετικού Ν/Σ (αν αντιπαρέλθουμε την άγνοια του χώρου της έρευνας), είναι πολύ αποκαλυπτικές για τις πραγματικές αιτίες, αλλά και την αποτύπωση του παραγόμενου (έστω και αθέλητα) αποτελέσματος. Το ίδιο και οι παρεμβάσεις των κυβερνητικών εκπροσώπων. H αποκρυπτογράφηση όσων λέγονται και γράφονται αλλά κυρίως το αποτέλεσμα που παράγουν είναι σημαντικά
Οι παρεμβάσεις αυτές έχουν δύο κυρίως σημεία. Την έντονη επιθετικότητα στην "διακυβέρνηση" του Αστεροσκοπείου (*) και τον επιχειρησιακό προσανατολισμό του (και μαζί με αυτό επιθετικότητα και σε όσα Ερευνητικά Κέντρα έχουν αντίστοιχο προσανατολισμό).
Νομίζω, κατ' αρχήν, ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη έμμεση συνηγορία για το έργο που παράγεται στα Ερευνητικά Κέντρα, αλλά και διάψευση όσων εδώ και χρόνια διαδίδονται, ότι η ερευνητική παραγωγή δεν προσφέρει στην ελληνική κοινωνία και παραγωγή.
Ο κύριος άξονας των «κατηγοριών» είναι ότι το Ερ. Κέντρο επεκτάθηκε «δυσανάλογα» επιχειρησιακά και δεν έπρεπε, δεν ήταν ο ρόλος του. Για να το αποκωδικοποιήσουμε, το Ερ.Κέντρο κατηγορείται, γιατί στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του ανέπτυξε προϊόντα (υποδομές και δίκτυα) που προσφέρουν και συμβάλλουν, πέρα από την έρευνα, στην ελληνική κοινωνία και παραγωγή. Αποδεικνύει έτσι το αβάσιμο των κατηγοριών, ότι η έρευνα και τα κέντρα δεν προσφέρουν και δεν παράγουν προϊόντα, δείχνοντας ακριβώς το αντίθετο, αλλά και αποκαλύπτοντας προϊόντα τα οποία έχει ανάγκη και ελλείψεις η ελληνική κοινωνία και παραγωγή. Και μόνο για αυτό θα έπρεπε να αποδοθούν εύσημα, τα οποία ούτως ή άλλως έχουν αποτυπωθεί στις Διεθνείς αξιολογήσεις του Κέντρου (**)
Δείχνει επίσης ότι τα προϊόντα και η δουλειά, (όπως φάνηκε τις τελευταίες καταστροφές) γίνεται πολύ καλά. Τα προϊόντα που παρήχθησαν στο πλαίσιο της έρευνας, είναι πολύ καλύτερα και αποτελεσματικότερα από αυτά που ανέπτυσσε εδώ και χρόνια το κράτος.
Δείχνει επίσης ότι τα προϊόντα αυτά ανταγωνιστικά, ώστε μια σειρά από εταιρικά συμφέροντα να εμποδίζονται να πωλούν τις υποβαθμισμένες υπηρεσίες τους η/και τα λοιπά ...γνωστά. Είναι ίσως το μόνο που θα δικαιολογούσε το μένος για το επιχειρησιακό άνοιγμα.
Με δεδομένη την έρημο της ελληνικής χρηματοδότησης στην έρευνα (η επιχορήγηση μόλις τα τελευταία χρόνια υποχρεώθηκε να είναι στο ύψος της μισθοδοσίας του τακτικού προσωπικού), τα Ερ. Κέντρα, ανέπτυξαν, αξιοποιούν και εκμεταλλεύονται επιχειρησιακά προϊόντα, όχι μόνο για την ερευνητική τους αξία, αλλά και για να ενισχύσουν τα έσοδά τους, και την υποστήριξη άλλων τμημάτων της έρευνάς τους.
Αντί όμως να επαινεθούν για αυτό, τιμωρούνται με την ανωτάτη των ποινών: την κατάργηση του βασικού τους χαρακτήρα, που είναι η έρευνα, χάρις στην οποία ακριβώς, παρήχθησαν αυτά τα προϊόντα. Τα προϊόντα, αλλά και το Ερ. Κέντρο θα εκφυλιστούν και θα παρακμάσουν μετατρεπόμενο σε υπηρεσία, αφού θα αποκοπεί από το βασικό κίνητρο που τα αναπτύσσει και τα συντηρεί. Ότι συνέβη δηλ. με όλα τα ανάλογα εγχειρήματα.
Το μήνυμα που εκπέμπεται προς όλα τα Ερ.Κέντρα είναι: σταματήστε τις επιχειρησιακές σας δραστηριότητες, σταματήστε να παράγεται προϊόντα γιατί θα υποστείτε τα ανάλογα.
Η μεγάλη συζήτηση σήμερα, αφορά τα ανοιχτά δεδομένα και την ανοιχτή πρόσβαση σε αυτά. Η έρευνα είναι ο κύριος τομέας που το υλοποιεί. Είναι ο τομέας που αυτό επιβάλλεται και η χρήση τους πάντα φέρει την υπογραφή, ώστε να ελέγχεται και να κρίνεται.
Είναι ότι πιο οπισθοδρομικό, να κινητοποιείται όλο ο κρατικός και νομοθετικός μηχανισμός για να επιβάλλει κλειστά και σφραγισμένα δεδομένα, αδυναμία πρόσβασης και χρήσης τους.
Αλλά και δύο ακόμη ουσιαστικά σημεία.
Α. Η επιχειρούμενη νομοθέτηση, δημιουργεί θεσμικό χάος με την προχειρότητα της. Θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε υποβάθμιση, αν όχι παράλυση και διάλυση, το αρχαιότερο ερευνητικό ίδρυμα της χώρας. Τα προβλήματα που προκύπτουν ή/και θα προκύψουν στο μέλλον, με την πολυδαίδαλη νομοθεσία δεκαετιών είναι αναρίθμητα, ενώ οι "συναρμοδιότητες", που τόσο παλέψαμε να απαλλαγούμε τα χρόνια της κρίσης, πολλαπλασιάζονται και θα προκαλέσουν σε πρόσθετες δυσλειτουργίες. Αυτό αποτελεί κοινή εμπειρία για το σύνολο των νομοθετημάτων που αφορούν την έρευνα, πόσο μάλλον για κάποιο τμήμα που αποσπάται από αυτήν.
Η συγκεκριμένη επιλογή δεν λαμβάνει υπόψη της ούτε την Διεθνή πρακτική ούτε την Διεθνή εμπειρία, ούτε τους πολυάριθμους Διεθνούς εμβέλειας Ερευνητές και Καθηγητές που υπέγραψαν το petition της παραμονής του Αστεροσκοπείου στον ερευνητικό ιστό, ούτε βέβαια την άποψη των σχετικών φορέων που έχουν αντίθετη γνώμη (Σύνοδος Προέδρων, ΠΟΣΔΕΠ, ΕΣΕΤΕΚ, ΕΕΕ, Συλλόγους Ερευνητών κ.ο.κ.)
Β. Το ουσιαστικότερο όμως πρόβλημα είναι ότι, σε μια σπασμωδική προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το θέμα της πρόληψης, απορυθμίζεται και διαλύεται ένας βασικός μοχλός ανάπτυξης και καινοτομίας: αυτός της έρευνας. Ο κατακερματισμός που ήδη υφίσταται και τώρα εντείνεται.
Αντί να ενταθεί μια πολιτική ενιαίας κυβερνητικής στέγασης όλων φορέων της έρευνας, (δημιουργία Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας) αντιστρέφεται. Αντιστρέφεται δηλ εν τοις πράγμασι το τελευταίο κομμάτι της μεταρρύθμισης του Νόμου 4009/11, που είχε απομείνει αλώβητο. Του τμήματος, μάλιστα, που είχε τύχει συνεχούς διακομματικής πολιτικής (της ΝΔ συμπεριλαμβανομένης), με πολύ καλά αποτελέσματα από 2010 μέχρι το 2019. Επανερχόμαστε στην προ του 1985 κατάσταση. Γίνεται μια ακόμη επιλογή που οδηγεί στην διάλυση και υποβάθμιση του ερευνητικού χώρου.
Το ισοδύναμο (πιο κατανοητό στο ευρύτερο κοινό) των σημερινών επιλογών, θα ήταν να αποσπαστεί από τα ΑΕΙ και το Γεωλογικό Τμήμα και να υπαχθεί στην πολιτική προστασία.
Αντ' αυτού, το αποτελεσματικότερο θα ήταν η δημιουργία ενός Δικτύου με σκοπό τη Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων και Καταστροφών, με επιχειρησιακό χαρακτήρα κατά τα πρότυπα του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού & Προστασίας (ΟΑΣΠ). Ένα μοντέλο δοκιμασμένο και επιτυχές που λειτουργεί πολλά χρόνια, έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα λειτουργικό και αποτελεσματικό. Μία πρόταση που δεν υπονομεύει τις άλλες δραστηριότητες.
__________________________________________________________________
(*) Η διοίκηση των Ερευνητικών Κέντρων αλλάζει. Εκλέγεται ανά 5ετία από ανεξάρτητες επιτροπές, κρίνεται ανά διετία, εξασφαλίζοντας έτσι ότι δεν θα εξυπηρετεί πολιτικά ή συντεχνιακά «εσωτερικά» συμφέροντα και βέβαια αυτό θα γεννά δυσαρέσκειες. Αυτόόμωςδενθέλουμε;
(**) Τα Ερευνητικά Κέντρα αξιολογούνται από 1985 ανά 5ετια από Διεθνείς επιτροπές, με εξαίρεση την 5ετια (2014-2018) που ακύρωσε το 2019 η ΝΔ (sic)