Με το Ποτάμι στην Πάτρα, Τύπος της Κυριακής

Αγγελική Σπανού 06 Απρ 2014

Ακόμη και όσοι έχουν πάει από απλή περιέργεια ή με αρνητική προδιάθεση, μήπως και του κάνουν μια δύσκολη ερώτηση ή ένα δυσάρεστο σχόλιο, ξεχνούν την αρχική τους πρόθεση όταν διαπιστώνουν ότι έχουν απέναντί τους έναν πολιτικό αρχηγό που δεν φρουρείται, ούτε εξ αποστάσεως, δεν έχει κάποια κουστωδία που να μεσολαβεί στην επαφή του με το κοινό και είναι απόλυτα εκτεθειμένος μπροστά τους – κάτι που, τελικά, λειτουργεί υποβλητικά.

Λίγο μετά τις οκτώ το βράδυ, στην Αρένα, στο κέντρο της Πάτρας, ένας παλιός πολυχώρος που πια δεν λειτουργεί και είναι γεμάτος σκόνη, έχει ασυνήθιστη πολυκοσμία. Ακούγοντας κανείς Red Hot Cili peppers δύσκολα θα υποθέσει για τι ακριβώς πρόκειται, αλλά όταν η μουσική αλλάξει και πάει στους Calexiko και στο γνωστό μουσικό θέμα της εκπομπής “Πρωταγωνιστές” ,τότε μπορεί εύκολα να γίνει ο συνειρμός πως θα μιλήσει ο Σταύρος.

Εχει φτάσει πριν από δύο περίπου ώρες με ένα βαν που οδηγεί ο γενικών καθηκόντων Δημήτρης Κυριακόπουλος, ο νεότερος πρόεδρος αθλητικού σωματείου που τώρα κάνει τον ταμία του Ποταμιού και τον αρμόδιο για όλα τα πρακτικά θέματα. Παίζει να είναι και υποψήφιος ευρωβουλευτής, γράφει και άρθρα στο Protagon, γνωρίστηκαν με αφορμή μια συνέντευξη. Αυτό το όλα μαζί και λίγο απ΄όλα κυριαρχεί στην ομάδα του Ποταμιού που δεν καταλαβαίνει πάντα τη διαφορά ανάμεσα στην προετοιμασία μιας τηλεοπτικής εκπομπής και μιας περιοδείας του αρχηγού κόμματος πλέον Σταύρου Θεοδωράκη. Το κοινό στοιχείο είναι η αισθητική και η έμφαση στην εικόνα. Το πλάνο, η φωτογραφία, ο ήχος, το ύφος, όλα αυτά παίζουν τον καθοριστικό ρόλο για να παραχθεί ένα αποτέλεσμα που να ικανοποιεί τον Σταύρο, που εκτός από φωτογενής είναι και ειδικός, άρα εξαιρετικά αυστηρός, σε τέτοιου είδους θέματα. Στις ομιλίες του χρησιμοποιεί το μικρόφωνο-ψείρα που είχε και για τις εκπομπές του, έχει άποψη για το στήσιμο της κάμερας που τον ακολουθεί, ξέρει πότε γυρνάει πάνω του ο φακός και του αρέσει το ζουμ να γίνεται στο πλήθος.

Στη διαδρομή έπιανε κουβέντα με όποιον έδινε σημασία στο σήμα “Το Ποτάμι” που είχε απ έξω το βαν. Είτε είναι η κυρία στα διόδια είτε μια διπλανή παρέα ο Σταύρος έχει πάντα κάτι να πει, ένα χέρι να απλώσει και ένα φιλί να δώσει από μακριά. Το εννοεί; Οπωσδήποτε, δείχνει να το εννοεί. Με μεγάλο ενδιαφέρον για όποιον επιλέξει να του πει το πρόβλημά του ή να ρίξει μια ιδέα, πάντα με μια ερώτηση για να πάει την κουβέντα παρακάτω, αφήνοντας να δημιουργείται μια αίσθηση οικειότητας επειδή είναι πολύ άμεσος στην επαφή του, “γεια σου φίλε”, αλλά κρατώντας και μια απόσταση που δεν δηλώνεται ποτέ με καθαρό τρόπο, προκύπτει όμως από το ότι ένα κομμάτι του μένει κλειστό, υπάρχει πάντα κάτι που τελικά δεν θα πει και δεν θα καταλάβει ο συνομιλητής του.

Για τον Σταύρο Θεοδωράκη είναι εύκολο να περπατάει στους δρόμους της Πάτρας, με το γνωστό σακίδιο στην πλάτη. Τον ξέρουν όλοι, τον συμπαθούν οι περισσότεροι, ακόμη και όσοι δεν εμπνέονται από το Ποτάμι έχουν καλή γνώμη γι αυτόν και είναι ένα ευχάριστο ξάφνιασμα να τον βλέπουν στην πόλη τους να κυκλοφορεί με τον τρόπο που κανένας πολιτικός αρχηγός δεν το κάνει πια. Δεν βρίσκει τη διεύθυνση και ρωτάει από πού να πάει, μαζεύει ένα σκουπίδι από το δρόμο και το ρίχνει στον κάδο, ρωτάει μια έφηβη ποδηλάτισσα αν πάει στο φροντιστήριο, θυμίζει ότι έχει φυλάξει πολλές σκοπιές στην Πάτρα σαν φαντάρος και συζητάει περπατώντας με τους συνεργάτες του τα συμπεράσματα από την προηγούμενη περιοδεία του προετοιμάζοντας την επόμενη.

Στην Αρένα έφτασε στην ώρα του, οι Πατρινοί τον έστησαν λίγο και δεν περίμεναν ότι δεν πρόκειται να κάνει ομιλία. “Δεν υπάρχει σενάριο, θα απαντήσω σε ό,τι θέλετε, υπάρχω εγώ και οι ερωτήσεις σας” θα πει. Ο Σταύρος πάνω σε μια εξέδρα να πηγαινοέρχεται πάνω-κάτω, να δίνει μόνος του το λόγο, όλα στον ενικό, να επαναλαμβάνει την ερώτηση μήπως και δεν ακούστηκε καλά, να απαντάει και να συνεχίζει για δύο ώρες, όταν πια ο διάλογος σταμάτησε, αφού ο ίδιος εξήγησε ότι κουράστηκε πια να μιλάει.

Σε μια στιγμή ανέβηκε κατακόρυφα η θερμοκρασία όταν κάποιος του ζήτησε να πει ονόματα, ποιος διαπλεκόμενος φταίει για το πρόβλημα της χώρας, ποιοι καναλάρχες, ποιοι επιχειρηματίες και λοιπά και λοιπά, όλα με υπονοούμενα ότι συμφέροντα κρύβονται πίσω από το Ποτάμι. Ο Σταύρος φανερά εκνευρισμένος είπε ότι αυτή την ερώτηση του την έχουν κάνει στην Ηγουμενίτσα, στα Γιάννενα και στα Χανιά, “τουλάχιστον αλλάξτε την κασέτα”, και εννοούσε ότι πρόκειται για στημένη προσπάθεια εκ μέρους άλλου κόμματος να εκτεθεί ως “δεκανίκι του συστήματος”, στη βάση της γνωστής θεωρίας ότι το Ποτάμι αποτελεί προιόν συνομωσίας σκοτεινών κέντρων προκειμένου να μην έρθει η κυβέρνηση της Αριστεράς. Η κόντρα τράβηξε, γιατί και ο συνομιλητής του ήταν επίμονος, όμως το χειροκρότημα το πήρε ο πολιτικός και ο αγανακτισμένος πολίτης απομονώθηκε και λίγη ώρα μετά έφυγε. Φυσικά, ο Σταύρος δεν έδωσε ονόματα με το επιχείρημα ότι “αν το πρόβλημα ήταν ο ένας τότε θα τον βάζαμε σε ένα αεροπλάνο, θα τον διώχναμε από τη χώρα και θα καθαρίζαμε, το πρόβλημα είναι οι δομές, όχι τα πρόσωπα”.

Δεν του είναι δύσκολο να ξεφεύγει όταν δεν θέλει να απαντήσει, η δημιουργική ασάφεια είναι ένα από τα ταλέντα του. Δύο φορές ρωτήθηκε αν το Ποτάμι θα ψήφιζε το πολυνομοσχέδιο εφόσον ήταν στη Βουλή και δεν είπε ούτε ναι ούτε όχι, “γιατί αν το Ποτάμι ήταν στη Βουλή θα είχαν διαμορφωθεί διαφορετικά τα πράγματα”, δηλαδή και το περιεχόμενο του πολυνομοσχεδίου και η διαδικασία ψήφισής του. Ναι στην ιδιωτικοποίηση του λιμανιού της Πάτρας, αρκεί να γίνει με τρόπο που θα υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, ναι στην αξιοποίηση του Ελληνικού αλλά γιατί πάντα στο τέλος υπάρχει μόνο ένας ενδιαφερόμενος;, ναι στην αξιολόγηση στο Δημόσιο αλλά χωρίς απολύσεις, ναι με κεφαλαία στα μη κρατικά πανεπιστήμια, ναι στην ψήφο των νόμιμων μεταναστών στις αυτοδιοικητικές εκλογές, ναι στην ιθαγένεια για τα παιδιά μεταναστών που έχουν γεννηθεί εδώ, όχι στην ανακύκλωση των πολιτικών. Α, αυτό είναι αγαπημένο του μοτίβο. Οτι οι επαγγελματίες της πολιτικής δεν φεύγουν με τίποτα από τη μέση, μένουν στο ράφι κάποια στιγμή για να αξιοποιηθούν αργότερα με τη λογική της εφεδρείας, “τίποτα δεν πετιέται από το πολιτικό σύστημα, όλα κρατιούνται για να χρησιμοποιηθούν στην πρώτη ευκαιρία”. Ο αντικομματισμός και η κατεδάφιση του παλιού κατεστημένου είναι στο κέντρο της πολιτικής ατζέντας του. Ο ίδιος έχει δεσμευτεί ότι θα το παλέψει στην πολιτική για οκτώ χρόνια, στα 60 του θα αφήσει στους νεότερους το χώρο για να κάνουν το καλύτερο.

Ασκεί σκληρή κριτική στον τρόπο με τον οποίο έχουν διαχειριστεί τα κόμματα τα οικονομικά τους, στην πελατειακή τους λογική, στη διαρκή καταμέτρηση του πολιτικού κόστους. Αυτό είναι, άλλωστε, και το θέμα που θίγει περισσότερο ο κόσμος που έρχεται στις συγκεντρώσεις του. Του λένε να μη συνεργαστεί με τους “χαλασμένους”, να μη γίνει σαν τους άλλους, να μην μπει στο παιχνίδι αλλάζοντας τους δικούς του όρους, με λίγα λόγια να λειτουργήσει σαν οδοστρωτήρας για το σάρωμα του παλιού κόσμου. Είναι φανερό ότι μαζεύει ψήφο διαμαρτυρίας και αντίδρασης στο κατεστημένο, ο ίδιος διεκδικεί την ψήφο ελπίδας που μπορεί να του δώσει την αναγκαία δύναμη για να κάνει αυτό που θέλει. Κι αυτό που θέλει δεν είναι απλώς να εκπροσωπηθεί στην ευρωβουλή ή αργότερα στη Βουλή. Αυτό που θέλει είναι να πρωταγωνιστήσει. Να γίνει τόσο ισχυρή η πολιτική δύναμη της οποίας ηγείται ώστε να καθορίσει τη δημιουργία μίας κυβέρνησης συνεργασίας του 51% η οποία θα εφαρμόσει ένα εθνικό σχέδιο δράσης για να αρθούν τα αδιέξοδα της χώρας και να μη φεύγουν τα καλύτερα παιδιά μας στο εξωτερικό.

Η ερώτηση ποιον ρόλο βλέπει για τον εαυτό του δεν του έγινε και άλλωστε είναι ακόμη νωρίς. Αυτό δεν σημαίνει ότι μέσα του δεν την έχει ήδη απαντήσει.