Με το όπλο παρά πόδα

Πέτρος Παπασαραντόπουλος 12 Αυγ 2015

Στις 16 Οκτωβρίου του 1949 ο Νίκος Ζαχαριάδης, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, δήλωσε από το ραδιόφωνο του Βουκουρεστίου το περίφημο «βάζουμε το όπλο παρά πόδα».

Με τη φράση αυτή σηματοδότησε, και τυπικά, το τέλος του Εμφυλίου, που ταλάνισε τη χώρα και άφησε πίσω του δεκάδες χιλιάδες νεκρών, αλλά ταυτόχρονα, εξέπεμψε την προειδοποίηση ότι ο εμφύλιος πόλεμος δεν είχε τελειώσει. Αντίθετα, με το όπλο παρά πόδα, ανάμενε τις συνθήκες εκείνες που θα επέτρεπαν τη συνέχισή του.

Άλλωστε η απόφαση της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, που έγινε μια εβδομάδα νωρίτερα, στις 9 Οκτωβρίου 1949, άφηνε ελάχιστα περιθώρια για παρανοήσεις: «Ο ΔΣΕ δεν κατέθεσε τα όπλα, μονάχα τα έθεσε παρά πόδα. Υποχώρησε μπροστά στην τεράστια υλική υπεροχή που συγκέντρωσαν οι ξένοι κατακτητές ενισχυμένοι απ’ την τιτοϊκή αποστασία και προδοσία που τον χτύπησε πισώπλατα… Αυτό δεν σημαίνει συνθηκολόγηση»[1].

 

Μετά από 66 χρόνια γνωρίζουμε πλέον ότι αυτοί οι λεονταρισμοί δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ήταν όμως ενδεικτικοί μιας νοοτροπίας που διαπότιζε βαθιά την κομμουνιστική ηγεσία. Μιας νοοτροπίας ρεβανσισμού που θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στη φράση ότι «χάσαμε μια μάχη αλλά όχι και τον πόλεμο». Ο πόλεμος θα συνεχιστεί, ήταν το μήνυμα. Ευτυχώς η πραγματικότητα τους διέψευσε.

 

Η «επαναστατική τακτική» του Αλέξη Τσίπρα

Είναι εντυπωσιακό ότι αυτή η ρεβανσιστική ρητορεία του Νίκου Ζαχαριάδη επαναλαμβάνεται, πανομοιότυπα, μετά από τόσα χρόνια από τον Αλέξη Τσίπρα και τους υποστηρικτές του για να υπερασπιστούν την κυβίστηση και την υπογραφή τής συμφωνίας με τους ευρωπαίους εταίρους.

Εξηγώντας «αντιμνημονιακά» το γιατί υπέγραψαν ένα νέα μνημόνιο, η γραμμή του Αλέξη Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι είμαστε σε πόλεμο με τους ευρωπαίους εταίρους. Επιχείρησαν πραξικόπημα, μας εκβίασαν. Το διηγήθηκε, ιδιαίτερα παραστατικά ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στον κομματικό ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο, προσφεύγοντας στον Λένιν και στο πόνημά του «Αριστερισμός, η παιδική ασθένεια του κομμουνισμού», υποστηρίζοντας ότι «ξέρετε οι συμβιβασμοί είναι μέρος της επαναστατικής τακτικής, όπως έλεγε κι ο Λένιν». Μάλιστα, παρομοιάζοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση με έναν ληστή που έρχεται «και σου ζητάει με το όπλο παρατεταμένο (!!!) τα λεφτά σου ή τη ζωή σου», επικαλείται και πάλι τον Λένιν λέγοντας «εσύ ως επαναστάτης τι πρέπει να κάνεις; Να του δώσεις τη ζωή σου; Να του δώσεις τα λεφτά σου, ώστε να διεκδικήσεις τη δυνατότητα να ζήσεις για να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι. Και αν του δώσεις τα λεφτά σου, αυτός είναι ένας άθλιος συμβιβασμός και γίνεσαι συνένοχος και συνυπεύθυνος με τον ληστή; Τα έλεγε ο Λένιν αυτά, τότε»[2].

Προς εμπέδωση, αναλαμβάνει να τεκμηριώσει αυτή τη θέση ο υποστηρικτής του Αλέξη Τσίπρα και τακτικός αρθογράφος της «Αυγής», Θανάσης Καρτερός, που επισημαίνει: «Ποια Ευρωζώνη, κύριοι; Ποια Ευρωζώνη; Η Ευρωζώνη της μαφίας που οργανώνει και διαπράττει πραξικοπήματα εναντίον κυρίαρχων, υποτίθεται, κρατών, λαών και εταίρων; Η Ευρωζώνη του καλού ασφαλίτη και του κακού ασφαλίτη; Η Ευρωζώνη που θεωρεί έγκλημα άξιο ανώτατης ποινής την ανώτατη έκφραση δημοκρατίας  –το δημοψήφισμα; Η Ευρωζώνη που απειλεί, καταστρέφει, στραγγαλίζει, διαστρέφει, λυντσάρει, για να επιβάλει την αρχή ότι τα κέρδη  –και η Γερμανία– είναι πάνω από τους ανθρώπους; Ας το αναγνωρίσουμε ότι καμιά συμφωνία δεν υπήρξε προχθές στη σύνοδο κορυφής. Αυτό που έγινε ήταν μια μαφιόζικη υπόθεση ομηρείας, που εμπίπτει στον κατάλογο των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας: Θα υπογράψετε ή θα εκτελεστούν οι όμηροι  – όλοι εμείς δηλαδή. Και ορισμένοι δικοί μας ακόμα χειροκροτούν την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη!»[3].

 

Σύμφωνα με αυτή τη ρητορική, η συμφωνία ήταν αποτέλεσμα συνθηκολόγησης υπό καθεστώς εκβιασμών[4]. Συμβιβαστήκαμε, οι Ευρωπαίοι εταίροι και πιστωτές πέτυχαν μια πύρρειο νίκη, αλλά όπως τονίζει ο Αλέξης Τσίπρας αυτό «συνιστά παράλληλα μεγάλη ηθική νίκη για την Ελλάδα και την αριστερή κυβέρνησή της. Είναι ένας επώδυνος συμβιβασμός, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Γνωρίζετε ότι οι συμβιβασμοί αποτελούν μέρος της πολιτικής πραγματικότητας αλλά και μέρος της επαναστατικής τακτικής»[5].

 

Ποια είναι ακριβώς αυτή η «επαναστατική τακτική» την οποία επικαλείται ο Αλέξης Τσίπρας; Αυτό αναλαμβάνει να μας το εξηγήσει και πάλι ο Θανάσης Καρτερός παραθέτοντας αποσπάσματα από μια ομιλία του Λένιν τον Οκτώβρη του 1921, όταν αναγκάστηκε να υιοθετήσει τη ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική): «…Και η ουσία της νέας οικονομικής μας πολιτικής σ’ αυτό ακριβώς συνίσταται, ότι δηλαδή στο σημείο αυτό πάθαμε σοβαρή ήττα και αρχίσαμε να κάνουμε στρατηγική υποχώρηση: Εφόσον δεν μας τσάκισαν τελειωτικά, ας υποχωρήσουμε κι ας αρχίσουμε την αναδιοργάνωση από την αρχή, μα πιο σταθερά… αφού μας τις έβρεχαν για τα καλά, μία και κάποτε και περισσότερες φορές, εμείς επαληθεύαμε την παροιμία: ένας δαρμένος αξίζει όσο αξίζουν δύο άδαρτοι. Αφού τις τρώγαμε μια φορά, αρχίζαμε την επίθεση σιγά, συστηματικά και προσεχτικά»[6].

Προς άρση κάθε παρεξήγησης, ότι τα παραπάνω μπορεί να είναι σεμιναριακή διδασκαλία μαρξισμού – λενινισμού, ο αρθογράφος σπεύδει να διευκρινίσει στην ακροτελεύτια παράγραφο ότι «αυτά από τον Λένιν. Αν λένε κάτι και για τον δικό μας φετινό Αύγουστο, ακόμα καλύτερα…».

Εις επίρρωση, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Εύη Καρακώστα, δικαιολογώντας τη μνημονιακή στροφή, δήλωσε ότι «ο Λένιν έλεγε να κάνουμε δύο βήματα μπροστά και ένα πίσω»[7].

Για να ολοκληρωθεί αυτό το ψηφιδωτό του ιδεολογικού εξοπλισμού με βάση το μαρξισμό – λενινισμό, με τον οποίο αντιμετωπίζεται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ η ελληνική κρίση, αξίζει επίσης να αναφέρουμε την αυτοκριτική διαπίστωση μέλους της Κεντρικής Επιτροπής που υποστήριξε ότι «ο αστικός τρόπος άσκησης πολιτικής, η κουλτούρα του κοινοβουλευτικού κρετινισμού μάς έχουν μπολιάσει, δυστυχώς, βαθιά»[8].

 

Ο βαθύς αντιευρωπαϊσμός του Αλέξη Τσίπρα

Από τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αναδύεται ένας βαθύς, δομικός, κυτταρικός αντιευρωπαϊσμός στον πολιτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ. Τον εκπέμπουν καθημερινά τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που υποστηρίζουν την υπογραφή του τρίτου μνημονίου. Η Ευρώπη είναι ο εχθρός μας. Ενδεικτικά, ο Πάνος Σκουρλέτης δήλωσε πρόσφατα ότι «αυτή η Ευρώπη δεν έχει μέλλον»[9].

Περιττό να αναφέρουμε ότι οι εσωκομματικοί τους αντίπαλοι της Αριστερής Πλατφόρμας υπερθεματίζουν μιλώντας για «ευρωζωνική φυλακή»[10]. Αυτοί δικαιολογούνται επειδή έχουν ρητά υποστηρίξει την έξοδο από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ποια αιτιολογία όμως μπορεί να δοθεί για το αντιευρωπαϊκό παραλήρημα της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που διαπραγματεύεται ένα πολύ σκληρό μνημόνιο και που, θεωρητικά, θα έπρεπε να φροντίσει να αποκαταστήσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους εταίρους και δανειστές;

Μια πρώτη εξήγηση είναι ότι αυτό ξέρουν, αυτό κάνουν. Γαλουχημένοι επί δεκαετίες σ’ έναν στείρο καταγγελτικό λόγο, δεν έχουν τις πολιτικές και διανοητικές προϋποθέσεις να σκιαγραφήσουν μια πειστική επιχειρηματολογία, στον αντίποδα των μέχρι τώρα δοξασιών τους. Αδυνατούν να τεκμηριώσουν ιδεολογικά την πολιτική μετάλλαξή τους. Ο πυρομανής είναι πολύ δύσκολο να μεταμορφωθεί ξαφνικά σε πυροσβέστη.

Έχοντας πυροδοτήσει επί χρόνια τον λόγο του μίσους, που ηγεμόνευσε και ηγεμονεύει στην ελληνική κοινωνία, συνεχίζουν να στοχοποιούν την Ευρώπη, τη Γερμανία και την εγχώρια «Πέμπτη Φάλαγγα», επειδή χωρίς την ύπαρξη εχθρών δεν έχουν πλέον λόγο ύπαρξης οι ίδιοι. Κατά συνέπεια, με τη λογική του όπλου παρά πόδα, και οι εχθροί συνεχίζουν να υπάρχουν και εμείς φαντασιωνόμαστε ότι συνθηκολογήσαμε προσωρινά, αλλά «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι».

 

Τα αδιέξοδα της «αντιμνημονιακής» ρητορείας

Έχοντας σκιαγραφήσει την «αντιμνημονιακή» ρητορεία που συνοδεύει την μνημονιακή στροφή, είναι φυσικό ν’ αναρωτηθούμε εάν πρόκειται για σχήμα λόγου κενό περιεχομένου ή εάν πραγματικά συνιστά πολιτική στρατηγική. Η απάντηση δεν είναι προφανής, και για το λόγο αυτό θα εξετάσουμε και τα δύο ενδεχόμενα.

 

Εάν πρόκειται για ρητορικό σχήμα, με στόχο να διεμβολίσει την Αριστερή Πλατφόρμα και τους αμφιρρέποντες του ΣΥΡΙΖΑ, τότε πρόκειται για κορυφαίο λάθος. Με τον τρόπο αυτό παραχωρεί την ιδεολογική ηγεμονία στους εσωκομματικούς αντιπάλους και επαναλαμβάνει το ίδιο λάθος με εκείνο που διέπραξαν οι Γιώργος Παπανδρέου και Αντώνης Σαμαράς. Καλλιεργεί το εύφορο έδαφος για την υπονόμευση επώδυνων πολιτικών επιλογών και αναπαράγει τον αντιμνημονιακό λόγο, αυτή τη μάστιγα στην Ελλάδα της κρίσης, ενισχυμένο με ισχυρή δόση αντιευρωπαϊσμού.

 

Εάν πρόκειται για πολιτική στρατηγική, τότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Στην περίπτωση αυτή, η διαφωνία με την Αριστερή Πλατφόρμα δεν είναι στρατηγικού χαρακτήρα, αλλά διαφωνία επί της τακτικής. Οι μεν υποστηρίζουν την εξ εφόδου κατάληψης της εξουσίας, οι δε τη θεωρία των σταδίων, τη σταδιακή κατάληψη της εξουσίας, δεδομένου ότι όπως έχουν επανειλημμένα υποστηρίξει ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ «είμαστε στην κυβέρνηση αλλά δεν έχουμε την εξουσία»[11]. Κατά συνέπεια θα μπορούσαν να συνυπάρξουν όλοι σ’ ένα ενιαίο κόμμα, δεδομένου ότι το δίλημμα δεν είναι ευρώ ή δραχμή αλλά το πότε θα υλοποιηθεί ο επόμενος γύρος της σύγκρουσης με την «ευρωζωνική φυλακή», με την οποία είμαστε σε πόλεμο, άσχετα εάν προσωρινά συνθηκολογήσαμε.

 

Επιπρόσθετα, εάν το όπλο παρά πόδα είναι πολιτική στρατηγική, τότε είναι προφανές ότι οι σχέσεις με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα διέρχονται διαρκείς κρίσεις. Όταν διακηρύσσεις σε όλους τους τόνους ότι είσαι σε πόλεμο, τότε είναι προφανές ότι αυτός που τον έχεις ορίσει ως εχθρό δεν θα καθίσει με σταυρωμένα χέρια. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο συσχετισμός δυνάμεων είναι συντριπτικά σε βάρος σου.

 

Σε κάθε περίπτωση η «αντιμνημονιακή» ρητορεία προς υπεράσπιση του τρίτου μνημονίου είναι αδιέξοδη. Είτε ρητορικά είτε πραγματικά υπονομεύει κάθε πιθανότητα μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ σε ευρωπαϊκό κόμμα. Είναι δομικά αντιευρωπαϊκή. Δείχνει τον βαθύτατο ιδεολογικό αναχρονισμό της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και την πλήρη αδυναμία να εκπονήσουν οποιοδήποτε πολιτικό σχέδιο, πέραν της λαϊκιστικής καταγγελίας των «εχθρών», του νεοφιλελευθερισμού, της Γερμανίας, του Σόιμπλε και της Ευρώπης και της επίκλησης αποσπασμάτων από τις λενινιστικές δοξασίες[12].

Είναι το ιδεολογικό αδιέξοδο ενός πολιτικού σχηματισμού που συνεχίζει να σκέπτεται και να δρα με όρους του προηγούμενου αιώνα που έχουν οριστικά και αμετάκλητα ξεπεραστεί, αφού προκάλεσαν λουτρά αίματος, στο όνομα μιας ακαθόριστης «Σοσιαλιστικής αναδιοργάνωσης της Κοινωνίας», που θα υλοποιηθεί «σαρώνοντας την παλιά κρατική μηχανή και αντικαθιστώντας την με μια νέα», για να θυμηθούμε και πάλι τον Λένιν[13].


 

[1] Δες Νίκος Μαραντζίδης, «Η διαχείριση του τέλους του Εμφυλίου από το ΚΚΕ», Καθημερινή 24 Ιουνίου 2012.

[2] Συνέντευξη στον ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο, στον δημοσιογράφο Κώστα Αρβανίτη, στις 29 Ιουνίου 2015.

[3] Θανάσης Καρτερός, «Μην καίτε αβασάνιστα τον Τσίπρα!», Η Αυγή, 15 Ιουλίου 2015.

[4] Δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Ράνιας Σβίγκου, Ναυτεμπορική, 14 Ιουλίου 2015.

[5] Συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα στον ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο, οπ. παρ.

[6] Θανάσης Καρτερός, «Εφόσον δεν μας τσάκισαν τελειωτικά…», Η Αυγή, 7 Αυγούστου 2015.

[7] Δήλωση ανακριβής γιατί ο Λένιν είχε πει το ακριβώς αντίθετο, «ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω». Δες Πέτρος Μαρτινίδης, «Και αγράμματοι και ανέντιμοι», Καθημερινή, 2 Αυγούστου 2015.

[8] Νάσος Ηλιόπουλος, «Τα βαρίδια του ΣΥΡΙΖΑ», Η Αυγή, 25 Ιουλίου 2015.

[9] Τοποθέτηση του Πάνου Σκουρλέτη, στην πρωινή τηλεοπτική εκπομπή ΕΡΤ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, τη Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015  (ανάκτηση 10 Αυγούστου 2015).

[10] Παναγιώτης Λαφαζάνης, «Να μη θυσιάσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ στο όνομα της κυβέρνησης», συνέντευξη στον Κωστή Νικολακάκο, Η Αυγή, 2 Αυγούστου 2015.

[11] Δες Πέτρος Παπασαραντόπουλος «Η δυαδική εξουσία και το Τρελό Καράβι», Μεταρρύθμιση, 11 Απριλίου 2015,  (ανάκτηση 10 Αυγούστου 2015).

[12] Δες Πάσχος Μανδραβέλης, «Η αντιδραστική Αριστερά», Καθημερινή, 9 Αυγούστου 2015.

[13] Β. Ι. Λένιν, Κράτος και Επανάσταση – Η διδασκαλία του μαρξισμού για το κράτος και τα καθήκοντα του προλεταριάτου στην επανάσταση, Σύγχρονη Εποχή, 1976.