Με «σημειωτόν» η δημόσια διοίκηση…

Αγγελος Στάγκος 03 Μαρ 2013

Η ανεπάρκεια της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είναι διαχρονικό φαινόμενο. Με αυτή την αναπηρία γεννήθηκε το ελληνικό κράτος, με αυτή την αναπηρία έζησε, οι όποιες προσπάθειες θεραπείας είχαν πρόσκαιρα αποτελέσματα και επειδή τα τελευταία 30-40 χρόνια τα προβλήματα αλλά και οι απαιτήσεις πολλαπλασιάστηκαν, διογκώθηκαν και έγιναν ιδιαίτερα πολύπλοκα, φάνηκε σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια η «γύμνια» της. «Γύμνια» που έχει πολλές διαστάσεις και ποικίλες μορφές, όπως η ανικανότητα, η ευθυνοφοβία, η αργομισθία, η διαφθορά και άλλες ενδημικές… ασθένειες. Στη διαμόρφωση ολοκληρωμένης εικόνας συμβάλλουν επίσης αποφασιστικά η έλλειψη γνώσης και βούλησης της πολιτικής τάξης για καλύτερη διοίκηση, τα παντοειδή συμφέροντα που βολεύονται από την κατάσταση, ο κρατικοδίαιτος συνδικαλισμός, η έλλειψη αξιολόγησης, η αναξιοκρατία, η γραφειοκρατία και η πολυνομία.

Αυτά περίπου είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά του «τέρατος» που γεννήθηκε και τρέφεται στην Ελλάδα. Με αυτό πορεύτηκε 200 χρόνια τώρα η χώρα και στο ίδιο διάστημα γενιές Ελλήνων έμαθαν να το δέχονται ως πατέρα – δυνάστη, αλλά και να καταφεύγουν σε αυτό για να σταδιοδρομήσουν, να βρουν προστασία και παράλληλα να το κουρσεύουν. Ετσι, δημιουργήθηκε μία αμφίδρομη στρεβλή νοοτροπία, μέχρις ότου ξέσπασε η κρίση και οι πάντες, ακόμη και οι λίγοι που είχαν διαπιστώσει και επισημάνει κατά καιρούς την κακή λειτουργία της κρατικής μηχανής και των παραφυάδων της, κατάλαβαν ότι το αδηφάγο ελληνικό κράτος είναι ουσιαστικά ένα κατασκεύασμα που υπάρχει μεν στα χαρτιά, απασχολεί και πληρώνει εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλων και κοστίζει, χωρίς να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του και να εξυπηρετεί τον πολίτη. Αντίθετα, αποτελεί τροχοπέδη σε κάθε προσπάθεια βελτίωσης.

Φυσικά, αυτή την τερατώδη δημόσια διοίκηση την κατασκεύασαν σταδιακά, με υπομονή και επιμονή Ελληνες. Οι ξένοι που αποβιβάστηκαν πρόσφατα στην Ελλάδα, είτε ως στελέχη ελεγκτικών μηχανισμών, είτε για να βοηθήσουν στον εκσυγχρονισμό της, έμειναν με ανοιχτό το στόμα, καθώς δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι υπάρχει κράτος στην Ευρωζώνη με δημόσια διοίκηση χειρότερη από τις αντίστοιχες της υποσαχάριας Αφρικής. Τώρα αυτοί και περισσότερο εμείς, βιώνουμε τις συνέπειες που εκδηλώνονται με άοκνες προσπάθειες διατήρησής της, με λυσσώδεις αντιδράσεις για να μην αλλάξει, με έλλειψη βούλησης για να μη διαταραχθούν οι πελατειακές σχέσεις, με φόβο μήπως και καταρρεύσουν κάστρα της εξουσίας και βεβαίως, με τροχοπεδικές επιδόσεις για να μην επιχειρηθεί η αναγκαία «φυγή προς τα μπρος». Η εμπεδωμένη στρεβλή αντίληψη ευνοεί όλα αυτά.

Τα παραδείγματα είναι πολλά. Από την ατολμία να καταργηθούν άχρηστοι οργανισμοί και υπηρεσίες του Δημοσίου, μέχρι την απροθυμία και ανικανότητα στη σύλληψη της φορολογητέας ύλης από τους αρμόδιους μηχανισμούς και από την αρρυθμία και καθυστέρηση που παρατηρείται στις επιστροφές ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς ιδιώτες και επιχειρήσεις, ώς την αδυναμία απορρόφησης κονδυλίων από το ΕΣΠΑ και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, την ώρα που το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα μετά την κολοσσιαία ανεργία, αλλά και απολύτως συναφές με αυτό, είναι η έλλειψη ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Και οι λίγοι τολμηροί που επιχειρούν να επενδύσουν στην κρίσιμη συγκυρία που ζούμε, στη διοίκηση του κράτους και των δήμων προσκρούουν!

Τις τελευταίες ημέρες μάλιστα εξελίσσεται από διάφορες πλευρές -πολιτικές, επιχειρηματικές, συντεχνιακές- και προσπάθεια απαξίωσης και υπονόμευσης του γενικού γραμματέα δημοσίων εσόδων, Χ. Θεοχάρη, ο οποίος ανέλαβε ύστερα από αξίωση των δανειστών για να αποδεσμευτεί η φοροείσπραξη από την πολιτική εξουσία. Η τρόικα και το Μνημόνιο τον ήθελαν επικεφαλής ανεξάρτητης αρχής στην οποία θα υπαγόταν ο φορολογικός μηχανισμός, αλλά η κυβέρνηση δεν έστερξε. Εκανε ένα μικρό βήμα διορίζοντάς τον με πενταετή θητεία, δίχως όμως πλήρη έλεγχο των φοροεισπρακτικών μηχανισμών. Στο τέλος θα του επιρριφθούν ευθύνες γιατί δεν έπιασε τους στόχους…

Το αβίαστο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι ο στοιχειώδης εκσυγχρονισμός της χώρας προϋποθέτει εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, αλλά αυτός προχωρά με πολύ αργά βήματα, αν προχωρά και δεν πρόκειται για «καμαρωτό σημειωτόν». Είναι πάρα πολύ βαθιές οι ρίζες της στρεβλής νοοτροπίας και θα απαιτηθεί συνεχής και μακρόχρονη πίεση για να μετατραπεί σε δημόσια διοίκηση με συνοχή και συνέχεια η σημερινή πανσπερμία ασύνδετων και κοστοβόρων κρησφύγετων ανεύθυνων απασχολούμενων που δήθεν συγκροτούν το κράτος. Ουαί και αλίμονο λοιπόν αν σταματήσει η πίεση απ’ έξω.