Με ποιον τρόπο και ποιο προσανατολισμό η συγκρότηση του νέου πόλου;

Γιάννης Καλογήρου 19 Οκτ 2013

Το πρώτο βήμα έγινε. Η αρχική υποδοχή της πρόσκλησης για τη συγκρότηση ενός τρίτου «ευρωπαϊκού κεντροαριστερού» πόλου στο πολιτικό σύστημα είναι ενθαρρυντική. Φυσικά υπήρξαν και κάποιες αμήχανες, αποδοκιμαστικές, ίσως και λίγο πλεγματικές αντιδράσεις. Είναι αυτές ακριβώς, που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός κενού στην πολιτική ζωή – το οποίο είναι χρήσιμο να καλυφθεί, ιδίως στο πλαίσιο της αντικατάστασης του παλαιού «μεγάλου» δικομματισμού. Η συνέχεια δεν θα είναι εύκολη, αλλά ο δρόμος για την επαναθεμελίωση της δημοκρατικής- προοδευτικής παράταξης αξίζει (τουλάχιστον σύμφωνα με την άποψη πολλών και διαφορετικής προέλευσης και διαδρομής πολιτών) να διανυθεί.

Προτεραιότητα σήμερα έχει η οργάνωση/ αυτοοργάνωση με σύγχρονους, ευρύχωρους και ευέλικτους τρόπους της θετικής υποδοχής που σημειώνεται. Για τον σκοπό αυτό είναι αναγκαία η συμφωνία των συμμετεχόντων σε κάποιους εύλογους κανόνες, που θα διασφαλίζουν μια δημιουργική και αποτελεσματική συμπόρευση -χωρίς ηγεμονισμούς, αυτοκαταργήσεις και αποκλεισμούς- προς την Ιδρυτική Συνέλευση και στη συνέχεια προς τις Ευρωεκλογές και τις άλλες αναμετρήσεις του εκλογικού 2014. Ιδιαίτερη σημασία έχει η διαμόρφωση από το ξεκίνημα ενός κλίματος εμπιστοσύνης, ανεκτικότητας στη διαφορετικότητα και αλληλοκατανόησης.

Βασικοί συμμέτοχοι στη νέα αυτή προσπάθεια – εκτός από τις κοινοβουλευτικές πολιτικές δυνάμεις (κυρίως ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) και τις πολιτικές κινήσεις του χώρου – είναι κυρίως πολίτες και συλλογικότητες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την περιφέρεια που αναζητούν τρόπους να ξεκολλήσει η χώρα από τον πάτο και από το τέλμα, να επουλώσει τις πληγές της καταστροφικής πολύχρονης κρίσης, της ύφεσης και της ανεργίας και να δρομολογηθεί μια νέα δημιουργική, παραγωγική και ευρωπαϊκή πορεία της ελληνικής κοινωνίας με ανοιχτούς ορίζοντες. Όμως, τελικά, η επιτυχία της όλης προσπάθειας θα κριθεί από την ικανότητά της να εμπνεύσει και να δώσει μια νέα προοπτική στις νεότερες γενιές και να πείσει, ότι εργάζεται για ένα καινούργιο δημοκρατικό πλαίσιο, χωρίς ισοπεδωτική πολεμική (που αποτελεί μια παρασιτική μορφή κριτικής σε μια δημοκρατική κοινωνία) αλλά με προγραμματικές αντιπαραθέσεις, τεκμηριωμένο δημόσιο διάλογο, δημιουργικές συνθέσεις και δημοκρατικούς συμβιβασμούς.

Στη διαδρομή αυτή, δύο είναι οι μεγάλες προγραμματικές προκλήσεις, με τις οποίες ο νέος πόλος πρέπει άμεσα να καταπιαστεί και με βάση τις οποίες, να διαμορφώσει το στίγμα του.

Η πρώτη πρόκληση αναφέρεται στον ρόλο και τη στρατηγική της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης – που μπορεί να προσδιορίσει και τον τρόπο με τον οποίο οι ευρωπαϊκές χώρες θα επιλέξουν να απαντήσουν στην Ευρωκρίση και στις προκλήσεις ενός ραγδαία μεταβαλλόμενου παγκόσμιου περίγυρου. Η κρίσιμη επιλογή συνοψίζεται στο τι πρέπει να αλλάξει προκειμένου να διατηρηθεί ο πυρήνας του ευρωπαϊκού κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου, που πέτυχε να συνδυάσει την πολιτική δημοκρατία και τα κοινωνικά δικαιώματα με την οικονομική ευημερία. Το ευρωπαϊκό μοντέλο βρίσκεται σήμερα υπό αφόρητη πίεση, καθώς νέες δυναμικές οικονομίες εντάσσονται με γοργούς ρυθμούς στους παγκόσμιους συσχετισμούς και μεγάλοι πληθυσμοί διεκδικούν ευλόγως το δικαίωμά τους στην οικονομική μεγέθυνση. Ομως, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός εξελίσσεται με άνισους για την Ευρώπη όρους και με κάποια απλούστευση η πρόκληση που τίθεται μπορεί να συνοψιστεί στο δίλημμα: η Κίνα (καθώς θα αναπτύσσεται) θα προσεγγίσει το ευρωπαϊκό ή ευρύτερα το δυτικό κοινωνικό μοντέλο, ή η Ευρώπη θα γίνει (με όρους οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης) περισσότερο «κινεζική»;

Η δεύτερη πρόκληση αφορά την άμεση αναγκαιότητα να διαμορφωθεί ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με τον τερματισμό της παρατεταμένης και εκτεταμένης πολιτικής λιτότητας. Σχέδιο δύσκολο καθώς ταυτόχρονα δεν θα πρέπει να παραμεληθεί μια πολιτική συστηματικού, βαθμιαίου και λελογισμένου εξορθολογισμού των δημοσίων οικονομικών.

Στον εξελισσόμενο διεθνή καταμερισμό εργασίας, η αναζωογόνηση και η αναβάθμιση του παραγωγικού συστήματος αποτελεί μεσοπρόθεσμα μια προϋπόθεση, εκ των ων ουκ άνευ, για να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο, για να δημιουργηθούν νέες θέσεις απασχόλησης και να διατηρηθούν οι κοινωνικές δαπάνες. Η ελληνική κοινωνία πρέπει να επενδύσει στη γνώση και το ανθρώπινο δυναμικό της, να υποστηρίξει τη συστηματική προώθηση της καινοτόμου επιχειρηματικότητας και να απαιτήσει τη μεθοδική συγκρότηση ενός αποτελεσματικού και ευφυούς κράτους με σύγχρονες λειτουργικές δυνατότητες και επιχειρησιακές ικανότητες. Αυτοί είναι οι αναγκαίοι πυλώνες που μπορούν να στηρίξουν μια νέα τροχιά της ελληνικής οικονομίας υψηλού αναπτυξιακού δυναμικού, με ποιοτικότερα χαρακτηριστικά βιώσιμης ανάπτυξης, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς που θα την καταστήσουν ανθεκτικότερη στον διεθνή ανταγωνισμό.

Πριν από μια βδομάδα οι «58» ξεκινήσαμε ένα ταξίδι, με πυξίδα και προορισμό, μετά λόγου γνώσεως των δυσκολιών. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης είχε γράψει κάποτε πως υπάρχουν «δυό κατηγορίες πάντα: οι δρώντες και οι θεατές». Κι εμείς πιστεύουμε πως η κοινωνία δεν προχωρά με τους θεατές.