Στην Έκθεση Θεσσαλονίκης, η κυβέρνηση της ΝΔ θα προβάλει τα επιτεύγματα της οικονομικής της πολιτικής και θα παρουσιάσει τον σχεδιασμό για το προσεχές μέλλον σε μια περίοδο υψηλών αβεβαιοτήτων. Το αφήγημά της για την πορεία της οικονομίας εστιάζει στη διαφορά στο ρυθμό μεγέθυνσης έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης, στη μείωση της ανεργίας, και στα οφέλη μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η σημασία αυτών των εξελίξεων δεν μπορεί να υποβαθμιστεί. Όταν όμως συγκριθεί η πορεία της ελληνικής οικονομίας με εκείνες χωρών της Ε.Ε. στη βάση περισσότερων δεικτών, τότε η εικόνα για την πορεία και τις προοπτικές της θολώνει.
Η Ν.Δ. κυβερνά πέντε χρόνια και το εύλογο ερώτημα είναι αν και ποια υπήρξε η συνεισφορά των πολιτικών της στην πραγματική σύγκλιση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. Με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής ισοδυναμίας, η Ελλάδα βρίσκεται δεύτερη από το τέλος. Η βελτίωση στο διάστημα που κυβερνά η ΝΔ είναι οριακή, από το 66% του μέσου όρου της ΕΕ το 2019 στο 67% το 2023.
Από τις ασκήσεις με διαφορετικά υποθετικά σενάρια για την επίτευξη πραγματικής σύγκλισης, προκύπτει ότι η Ελλάδα πρέπει να τρέξει πολύ γρηγορότερα σε σχέση με τη διετία 2023-2024. Δεν αρκεί δηλαδή να έχει συγκυριακά μια καλύτερη επίδοση από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά σταθερά και σε βάθος χρόνου για να διασφαλιστεί η πραγματική σύγκλιση.
Η Πορτογαλία που επίσης βίωσε τη μνημονική εμπειρία, πιο ήπια από την Ελλάδα, το 2009 είχε κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 83%, ενώ η Ελλάδα στο 95% του μέσου κοινοτικού όρου. Το 2023, η Πορτογαλία είχε κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 83%, έφτασε δηλαδή εκεί που ήταν πριν ξεσπάσει η διεθνής χρηματοοικονομική κρίση. Για να φτάσει η Ελλάδα στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η Πορτογαλία θα πρέπει στην επόμενη δεκαετία να τρέχει με πολύ υψηλότερους ρυθμούς από τον μέσο κοινοτικό όρο.
Αυτό προϋποθέτει επενδύσεις σε τομείς γνώσης και καινοτομίας. Αλλαγή πορείας από τον σχεδόν μονοθεματικό προσανατολισμό της οικονομίας στον τουριστικό κλάδο και στις επενδύσεις στα ακίνητα. Προετοιμασία για την πρόληψη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης. Νέα βιομηχανική πολιτική στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού στόχου για στρατηγική αυτονομία. Περαιτέρω ενίσχυση της εξωστρέφειας. Ενίσχυση, δια βίου επανακατάρτιση και κινητοποίηση του εργατικού δυναμικού και αντιστοίχιση των δεξιοτήτων των νέων εργαζομένων με τα προσόντα που απαιτούνται στις νέες συνθήκες.
Οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν πληρούνται. Οι επενδύσεις αυξήθηκαν μετά το 2019 αλλά αφορούν σε σημαντικό βαθμό τις κατασκευές. Η χώρα χρειάζεται πολύ περισσότερες επενδύσεις στον μηχανολογικό εξοπλισμό και στους εξοπλισμούς τεχνολογίας και πληροφορικής. Έτσι, θα αυξήσει την παραγωγική δυνατότητα της οικονομίας με στόχο τη μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές και την παραγωγή και προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.
Η ανεργία μειώθηκε και το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό αυξήθηκε. Η χώρα, ωστόσο, εξακολουθεί να είναι αρκετά πίσω σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. Η συμμετοχή των γυναικών και των νέων κάτω των 25 ετών στο εργατικό δυναμικό παραμένει πολύ χαμηλότερη. Η Ελλάδα υστερεί στις πολιτικές που αποσκοπούν στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων ώστε όσοι χάνουν τη δουλειά τους εξαιτίας της ψηφιακής ή πράσινης μετάβασης να μη μένουν πίσω, αλλά να υποστηρίζονται, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Στο ερώτημα αν όλες οι περιφέρειες της Ελλάδας συμμετέχουν στα οφέλη από τον υψηλότερο έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου ρυθμού μεγέθυνσης, η απάντηση είναι αρνητική. Οι επιδόσεις των ελληνικών περιφερειών σύμφωνα με την τελευταία έκθεση ευρωπαϊκού εξαμήνου της Ε.Ε. είναι προβληματικές. Το 50% του πληθυσμού της Ελλάδας και το 61% της οικονομικής της δραστηριότητας συγκεντρώνονται στις περιφέρειες της Αττικής και της Κεντρικής Μακεδονίας. Όλες οι περιφέρειες της Ελλάδας, με εξαίρεση την περιφέρεια Αττικής, έχουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ μικρότερο του 72% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Ειδικότερα η περιφέρεια Βορείου Αιγαίου έχει το τέταρτο χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα, 41% του μέσου ευρωπαϊκού όρου.
Οι αδύναμες οικονομικές επιδόσεις των συγκεκριμένων περιφερειών, που παρουσιάζουν χαμηλή εξωστρέφεια και επενδυτική δραστηριότητα, οφείλονται και στους βασικούς κλάδους της δραστηριότητάς τους, με τον πρωτογενή τομέα να πρωτοστατεί. Ως αποτέλεσμα, ο πληθυσμός στις φτωχότερες αυτές περιφέρειες έχει μειωθεί το διάστημα 2019-2022 με μεγαλύτερο ρυθμό σε σχέση με τον μέσο όρο της χώρας. Η ενίσχυση των περιφερειακών ανισοτήτων αποτυπώνεται και στις διαφορές στα ποσοστά του πληθυσμού σε συνθήκες φτώχειας. Το 2023, η Δυτική Ελλάδα (35,2%), η Πελοπόννησος (35,7%) και η Ανατολική Μακεδονία Θράκης (31,9%) ήταν σε πολύ πιο δυσμενή θέση από τον μέσο όρο της χώρας.
Είναι εμφανές ότι με τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης της Ν.Δ. χάνεται το στοίχημα της πραγματικής σύγκλισης και αυξάνονται οι κοινωνικές ανισότητες. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. απεμπόλησε την τελευταία ευκαιρία που είχε η χώρα να αξιοποιήσει αποτελεσματικά του πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για να ενισχύσει την ανθεκτικότητα, τη δυναμικότητα και τη συμπεριληπτικότητα της οικονομίας. Η επιλογή της κυβέρνησης της Ν.Δ. να στηρίξει με τους πόρους του Ταμείου λίγες μεγάλες επιχειρήσεις δεν κάνει την οικονομία πιο ανθεκτική. Κάθε φορά που θα εκδηλώνεται μια κοινή εξωτερική διαταραχή, η χώρα θα επηρεάζεται δυσανάλογα και θα αποκλίνει αντί να συγκλίνει. Το τίμημα της συνειδητής επιλογής της κυβέρνησης της Ν.Δ. να μην έχει σχέδιο περιφερειακής ανάπτυξης το πληρώνουν οι ηπειρωτικές περιφέρειες της χώρας που παρακμάζουν και ερημοποιούνται. Η χώρα χρειάζεται αλλαγή οικονομικής πολιτικής ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα και η δυναμικότητα της οικονομίας για να συγκλίνει με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Να δοθεί προτεραιότητα στη μείωση των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων για να δοθεί στους Έλληνες η δυνατότητα να μείνουν στο τόπο που γεννήθηκαν.
Πηγή: www.efsyn.gr