Η πολιτική - και όχι μόνο - διαμάχη που ξέσπασε με την ευκαιρία του νομοσχεδίου για τα μη κρατικά Πανεπιστήμια αναβίωσε την κρατικομονοπωλιακή προκατάληψη της κεντροαριστεράς στη χώρα μας, ειδικά στο χώρο της Παιδείας. Η προκατάληψη αυτή στην ουσία της έχει απογυμνωθεί ιδεολογικά και περιορίζεται πλέον αποκλειστικά στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Η έντονη παρουσία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας τόσο στο σχολείο όσο και στη μάστιγα της παραπαιδείας δεν φαίνεται να ενοχλεί. Στον δημόσιο διάλογο, η υπεράσπιση της προκατάληψης στα ΑΕΙ μοιάζει ολοένα και λιγότερο αθώα και σε αρκετές περιπτώσεις προσχηματική.
Εκείνο που είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς είναι οι αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχει η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων στην ποιότητα της παρεχόμενης δημόσιας εκπαίδευσης, τα προβλήματα της οποίας έχουν αποκτήσει ήδη χαρακτήρα χρόνιας παθογένειας. Θα συντελέσει άραγε στην αύξηση της κατεστημένης παραβατικότητας στο χώρο των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων; Θα παρεμποδίσει μήπως τις υποβαθμισμένες διαδικασίες αξιολόγησης ή θα αυξήσει τον αριθμό των λεγόμενων αιώνιων φοιτητών;
Ο λόγος για τον οποίο διαρκώς υπονομεύεται το επίπεδο της Ανώτατης Παιδείας στη χώρα μας είναι η σθεναρή και εκ προοιμίου αντίσταση του εκπαιδευτικού κατεστημένου - καθηγητικού και φοιτητικού - σε οποιοδήποτε μεταρρυθμιστικό εγχείρημα. Η σταδιακή ακύρωση της ομόφωνα ψηφισμένης μεταρρύθμισης Διαμαντοπούλου είναι ενδεικτική.
Τα επιχειρήματα που αφορούν το χαμηλό, όπως προεξοφλούν κάποιοι, επίπεδο των πτυχίων που θα χορηγηθούν από τα παραρτήματα των μη κρατικών ξένων πανεπιστημίων μοιάζουν τουλάχιστον υποκριτικά, ιδίως από την πλευρά εκείνων που υποβάθμισαν συνολικά τα ακαδημαϊκά πτυχία της χώρας, εξομοιώνοντάς τα με τα πτυχία των ΤΕΙ. Όπως προσχηματικός είναι και ο φόβος για την αύξηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων στην αγορά εργασίας από τη στιγμή που τα δικαιώματα αυτά αναγνωρίζονται ήδη για τους αποφοίτους κολλεγίων, ΙΕΚ κλπ.
Άλλωστε τα ίδια δικαιώματα αποκτούν και οι απόφοιτοι ξένων πανεπιστημίων γειτονικών χωρών σπουδάζοντας με οικονομικές θυσίες των οικογενειών τους. Μήπως είναι καλύτερα τα πτυχία αυτά να εκδίδονται από πανεπιστημιακές σχολές, το κύρος των οποίων πιστοποιείται από το ελληνικό κράτος; Εκτός κι αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στο ελληνικό κράτος οπότε και η όλη συζήτηση για τη δημόσια εκπαίδευση δεν έχει κανένα νόημα.
Η συνταγματική απαγόρευση του άρθρου 16 μοιάζει να αποτελεί το τελευταίο ανάχωμα των πολέμιων των μη κρατικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ωστόσο, η δυνατότητα ίδρυσης παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων που δίνεται από το ίδιο το Σύνταγμα, σύμφωνα με την ερμηνεία μιας σειράς καθηγητών του Συνταγματικού Δικαίου, επιτρέπει στον καταστατικό χάρτη της χώρας να αποδείξει τη «ζωντάνια» του, μισό αιώνα μετά από το σύνταγμα του ‘75, τότε που το σοβιετικό μοντέλο ενέπνεε μεγάλο μέρος της κοινωνίας και κυρίως της εξεγερθείσας κατά της χούντας νεολαίας.
Το ΠΑΣΟΚ το οποίο δεν συναίνεσε το 2008 στην αναθεώρηση του άρθρου 16 έχει σήμερα την ευκαιρία να επανορθώσει και να πρωτοστατήσει τόσο στην ουσιαστική ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης όσο και στη διασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών εγκατάστασης και λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα μας. Η παραπομπή των μη κρατικών πανεπιστημίων, με τα οποία συμφωνεί, στις καλένδες της επόμενης συνταγματικής αναθεώρησης θα ισοδυναμεί με εκχώρηση στη συντηρητική παράταξη ενός σημαντικού φιλελεύθερου βήματος στο χώρο της Παιδείας.
Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 19/02/2024
Πηγή: www.tanea.gr