Με «bail in», καλωσορίζουν την ύφεση…

Κώστας Καλλίτσης 31 Μαρ 2013

Η σύγχρονη κρίση είχε ξεκινήσει από τον υπερδιογκωμένο χρηματοπιστωτικό τομέα στις ΗΠΑ (subprimes, 2007). Μεταδόθηκε ακαριαία παντού στον κόσμο μετά τη 15η Σεπτεμβρίου 2008, όταν κατέρρευσε η Lehman Brothers. Η φούσκα έσπασε, η μία μετά την άλλη διεθνείς τράπεζες και ασφαλιστικοί κολοσσοί (οι «αγορές») κλονίζονταν σε βαθμό κατάρρευσης. Τα ισχυρά κράτη έσπευσαν προς διάσωσή τους, για να αποτρέψουν τη μετάδοση της κρίσης στην πραγματική οικονομία.

Η μετάδοση της κρίσης δεν απετράπη. Στη συνέχεια, αναμεταδόθηκε πάλι στις τράπεζες. Τα κράτη πάλεψαν, αλλά σε αυτήν την προσπάθειά τους λύγισαν ή τσάκισαν (το ελληνικό συνιστά ειδική περίπτωση, είχε τσακίσει ήδη από την κραιπάλη 2004-2009). Κρατικά ελλείμματα και χρέη εκτινάχθηκαν. Και τότε, οι αγορές ανταπέδωσαν το «ευχαριστώ» στους φορολογούμενους, επιτέθηκαν στα κράτη. Με πρόσχημα ότι δεν ήταν «φερέγγυα» και με προπομπό τους οίκους αξιολόγησης, πυροδοτήθηκε ένας νέος γύρος κερδοσκοπίας σε βάρος των φορολογουμένων

Οι ρίζες της κρίσης βρίσκονται στην υπερδιόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Ερωτήματα: Λοιπόν, δεν είναι αναγκαίο και προοδευτικό να συρρικνωθεί αυτός ο τομέας; Να πάψει να δυναστεύει την πραγματική οικονομία και να επανέλθει στον ρόλο του υπηρέτη της οικονομικής ανάπτυξης; Και γιατί, άραγε, «πρέπει» οι φορολογούμενοι να σώζουν μετόχους και ομολογιούχους τραπεζών; Και (εξαιρώντας τις εγγυημένες καταθέσεις) γιατί «πρέπει» οι φορολογούμενοι να διασώζουν όσους από απληστία προτιμούν τα υψηλότερα επιτόκια που μπορεί να προσφέρονται από λιγότερο ή μη ασφαλείς τράπεζες, ρισκάροντας ακόμη και να χάσουν τις καταθέσεις τους;

Προφανώς -ισχυρίζομαι- δεν πρέπει. Και πιστεύω ότι δεν έχει άδικο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που προτίθεται να αποφασίσει ότι, μετά το 2018, όταν χρεοκοπεί μία τράπεζα λόγω ειδικού, δικού της (όχι συστημικού…) προβλήματος, στο κόστος της διάσωσης θα συμμετέχουν και οι μεγάλοι καταθέτες. Γιατί, άραγε, «πρέπει» ο φορολογούμενος να σώζει τον άπληστο μεγαλοκαταθέτη της όποιας Proton Bank;..

Προφανώς επίσης -ισχυρίζομαι- η συρρίκνωση του χρηματοπιστωτικού τομέα διεθνώς είναι αναγκαία και, ως κατεύθυνση πολιτικής, είναι προοδευτική. Αλλωστε, αυτός ο υπερτροφικός τομέας ήταν (και είναι) η υλική βάση της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού επί μια 30ετία – με τα γνωστά αποτελέσματα σε βάρος της ανθρωπότητας.

Μήπως, λοιπόν, η σχετική γερμανική ρητορική δικαιώνεται; Οχι, αντιθέτως. Η ουσία δεν είναι στα λόγια αλλά στον τρόπο με τον οποίο επιχειρείται η συρρίκνωση στην Ευρώπη. Και αυτός ενισχύει τρεις καταστροφικές τάσεις:

Πρώτη, τείνει να στεγνώσει ο ευρωπαϊκός νότος από κεφάλαια, με συνέπεια να επιτείνονται οι αβεβαιότητες, να γίνονται περισσότερο δυσοίωνες οι προοπτικές του και να υπονομεύονται τα αποτελέσματα μιας προσαρμογής που επιβάλλεται με σκληρές θυσίες των λαών. Η ασυμμετρία βορρά-νότου εντείνεται, το χάσμα των ανισοτήτων διευρύνεται, οι διχασμοί παγιώνονται.

Δεύτερη, αυτή η αβεβαιότητα διαχέεται σε όλη την Ενωση, όλη η Ευρώπη καθίσταται λιγότερο ασφαλής για τα κεφάλαια, που προτιμούν ΗΠΑ, Σιγκαπούρη ή Αγγλία. Οι προοπτικές οικονομικής μεγέθυνσης αποδυναμώνονται για την Ευρώπη συνολικά, η ύφεση τείνει να εναγκαλιστεί και τον ευρωπαϊκό βορρά οσονούπω. Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε την Πέμπτη ο ΟΟΣΑ είναι χαρακτηριστικά.

Τρίτη, η απότομη απομόχλευση, η απότομη μείωση όλων των δανείων, του δανεισμού γενικώς, βαθαίνοντας την ύφεση και προκαλώντας καταστροφικές συνέπειες στις ευρωπαϊκές οικονομίες, πλήττει τα δημόσια έσοδα και πιέζει εκρηκτικά τα δημοσιονομικά ελλείμματα, παρά τις αιματηρές μειώσεις δαπανών και τις τιτάνιες προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής που ήδη έχουν γίνει.

Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της γερμανικής συνταγής:

Η ύφεση απλώνεται στην Ευρώπη. Μετά τη βαθιά ύφεση του 2008-9, μια νέα ύφεση έχει αρχίσει από το δεύτερο 6μηνο του 2012 – το «double-dip recession» εμφανίζεται. Αναπόφευκτα, θα αγγίξει και τη Γερμανία – το μεγάλο μέρος των εξαγωγών της απορροφάται από ευρωπαϊκές χώρες. Πώς αντιδρά το Βερολίνο σε αυτήν την προοπτική; Πρώτον, αρνείται να προσαρμοστεί με «εσωτερική ανατίμηση», ώστε να συναντηθεί με την «εσωτερική υποτίμηση» του νότου. Και, δεύτερον, αρκείται να παίρνει προληπτικά μέτρα ώστε η ύφεση να έλθει αλλά να μην οδηγήσει σε αύξηση το κρατικό χρέος…

Σε αυτήν την κατεύθυνση εντάσσεται το «bail in». Δεν συνιστά μια πολιτική αποτελεσματικής συρρίκνωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα υπέρ της ανάπτυξης (τέτοια πολιτική ασκεί η FED, που επιχειρεί συστηματικά και προσεκτικά να εξομαλύνει τη διαδικασία απομόχλευσης, με τρόπο που δεν θα καταστρέψει την ανάπτυξη). Συνιστά μια νέα («μονοκόμματη», χωρίς λεπτούς χειρισμούς ή, έστω, κάποιο επεξεργασμένο σχέδιο…) απόπειρα θωράκισης των κρατικών προϋπολογισμών ενόψει της νέας ύφεσης. Που τη βλέπουν να έρχεται, αδιάφοροι, Με την ιδεοληψία και την αλαζονεία του μεγάλου πιστωτή…