Στις 20 Αυγούστου με δήλωση του ΚΕ Ν. Χριστοδουλίδη έγινε γνωστό ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά που ενημέρωσε και τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων, έχει εκφράσει τη σύμφωνη/θετική γνώμη της Λευκωσίας» σχετικά με το διορισμό από τον ΓΓ του ΟΗΕ του πρώην Υπουργού Εξωτερικών της Νορβηγίας Έσπαν Μπαχτ Άιντα στη θέση του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για το κυπριακό. Την ίδια ενημέρωση έκανε και η τ/κ πλευρά, συνεπώς σύντομα θα κλείσει θετικά το ζήτημα αυτό και ο Έσπαν Μπαχτ Άιντα θα είναι ο αντικαταστάτης του Αλ. Ντάουνερ.
Για την ιστορία του πράγματος ο νορβηγός διπλωμάτης θα είναι ο 25ος Ειδικός Απεσταλμένος του ΓΓ του ΟΗΕ για το πρόβλημα από την εποχή που το ΣΑ του ΟΗΕ αποφάσισε την εμπλοκή του σώματος στο κυπριακό -1964, εργασία που συντελείται κάτω από την αιγίδα οκτώ διαδοχικών ΓΓ. Ο διορισμός Άιντα, θέτει εκ νέου το ζήτημα της σχέσης του ΟΗΕ με το κυπριακό και κατ’ επέκταση της σύνδεσης του προβλήματος με το εξωτερικό περιβάλλον.
Στις 10 Αυγούστου με βάση «στοιχεία που αναρτούνται στην επίσημη ιστοσελίδα του ΟΗΕ για τις ειρηνευτικές δυνάμεις ανά το παγκόσμιο» (ρεπορτάζ, ΚΥΠΕ, 10/8) αναφέρονται τα εξής: συνολικά 918 ειρηνευτές από 20 διαφορετικές χώρες υπηρετούν στην Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, ΟΥΝΦΙΚΥΠ. Η πολυπληθέστερη συνδρομή στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ προέρχεται από τη Βρετανία, αφού στην Κύπρο στο τέλος Ιουνίου υπηρετούσαν 272 Βρετανοί στρατιώτες. Ακολουθεί η Αργεντινή (265), η Σλοβακία (157) και η Ουγγαρία (77). Άλλες χώρες που έχουν θέσει ένστολους στην υπηρεσία της ΟΥΝΦΙΚΥΠ συμπεριλαμβάνουν τη Σερβία (48), την Αυστραλία (15), την Παραγουάη (14), τη Χιλή (14), την Ιρλανδία (12), την Ουκρανία (12), την Βοσνία Ερζεγοβίνη (8) και την Ινδία (7) και ακολουθούν 8 χώρες με μικρή συμμετοχή. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Κύπρος έχει αποστείλει δύο δικούς της στρατιωτικούς για συμμετοχή στην ειρηνευτική αποστολή του ΟΗΕ UNIFIL στο Λίβανο».
Η φύση του κυπριακού (εισβολή-κατοχή-επίλυση) επιβάλλουν τη διασύνδεσή του με το εξωτερικό περιβάλλον γιατί αυτό συνιστά ένα μοχλό ενδυνάμωσης της δυνατότητας αναζήτησης συγκλίσεων από τα δύο μέρη στη νήσο. Αυτό μέχρι τώρα δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, αλλά ο εμπλουτισμός και η διεύρυνση του πλαισίου υπόσχεται περισσότερα. Στη δική μου κρίση ως εξής:
1. Ο ΟΗΕ έχει δυνατότητες, αυτό που έλειψε είναι η κοινή δράση, ο εμπλουτισμός, η αναζωογόνηση της προσπάθειας με το διορισμό συντονιστή/απεσταλμένου της ΕΕ στο κυπριακό. Ο διορισμός ενός «αόρατου» συμβούλου από τον απερχόμενο πρόεδρο της Επιτροπής Μπαρόσο, του οποίου το όνομα κανείς δεν θυμάται στη νήσο, δεν έχει αποδώσει τίποτε. Το κυπριακό δεν είναι μόνο υπόθεση μιας διευκρίνησης ή μιας παρασκηνιακής συμβουλής από συμβούλους της γραφειοκρατίας. Το κυπριακό είναι και υπόθεση για παίκτες με πολιτικό βάθος που κατανοούν πόσο σημαντική υπόθεση είναι η δημόσια διπλωματία, η εξήγηση και η πειθώ σε πολίτες που ανήκουν σε κράτος-μέλος της ΕΕ και εμπιστεύονται το πλαίσιό της στην αναζήτηση λύσης.
2. Η παλαιότερη άποψη ότι το κυπριακό ήταν θέμα «κυπριακής ιδιοκτησίας» ήταν σωστή στο βαθμό που σήμαινε τη δυνατότητα στις δύο πλευρές να διαθέτουν τον τελικό λόγο. Ο χρόνος απέδειξε ότι όσοι επικαλούνταν το πιο πάνω σλόγκαν, το χρησιμοποίησαν για να έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν πλήρως μια εσωστρεφή διαδικασία καθοδηγούμενοι από προσωπική ατζέντα και έτσι προωθούσαν ένα παιχνίδι με το χρόνο, επικαλούμενοι το σλόγκαν «όχι ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα», σχεδόν 40 χρόνια μετά την εισβολή και 50 από την πρώτη ανάμειξη του ΟΗΕ στο ζήτημα. Ασφαλώς κάθε πρόταση χρειάζεται να τύχει επεξεργασίας και αποδοχής από τα δύο μέρη και όσοι λένε συχνά κάτι άλλο, θυμίζω ότι κανένας ΓΓ του ΟΗΕ δεν επιχείρησε κάτι παραπάνω αν δεν είχε την προηγούμενη έγκριση των δύο ηγετών.
3. Ο διορισμός του πρώην Υπουργού Εξωτερικών της Νορβηγίας Έσπαν Μπαχτ Άιντα στη θέση του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό αποτελεί μια ενθαρρυντική εξέλιξη και πιθανώς δε να συνιστά και μια γενναία απόφαση για τον ίδιο. Ο κανόνας στο κυπριακό θέλει τους απεσταλμένους του ΟΗΕ να εξελίσσονται με την πάροδο μικρού σχετικά διαστήματος σε «κακούς» του έργου, σύντομα να αποκτούν ταμπέλες και συχνά να συνοδεύονται από βαρείς χαρακτηρισμούς. Ποιοι λόγοι έχουν οδηγήσει, δυνάμεις, κυρίως, στην ε/κ κοινωνία να αναπτύσσουν αυτές τις πρακτικές; Πρώτο, η αδυναμία να κατανοήσουμε το εύρος και τους ορίζοντες πάνω στους οποίους κινείται ο ΟΗΕ, και δεύτερο, η αδυναμία να οργανώσουμε μια αποτελεσματική στρατηγική επίλυσης. Η αδυναμία οδηγεί σε αναποτελεσματικές πολιτικές, σε καταγγελίες, και οι καταγγελίες με τη σειρά τους σε αναφορές σε συνωμοσίες με «ανθελληνικά» παρασκήνια. Μια μικρότερη τάση, με ελάχιστη επιρροή στα πράγματα, αντιλαμβάνεται το κυπριακό με τα μάτια της λύσης «όπως είμαστε, με τοίχον στη μέσιν ως τζι’ πάνω». Αυτή η τάση προτείνει μια διαφορετική πρακτική: ακολουθώντας μια αρχαιοελληνική τακτική , και, σκοτώνοντας τους απεσταλμένους, επιχειρεί την καθήλωση της διαδικασίας στο αυστηρό «διμερές» πλαίσιο, συνεπώς στο βέβαιο αδιέξοδο και στον αδήλωτο στόχο της λύσης των «δύο κρατών».
4. Η διαδικασία των διακοινοτικών συνομιλιών σήμερα αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες, οι διαφορές φαίνονται σημαντικές, γι’ αυτό και ο διορισμός Άιντα σημαίνει την απόφαση Μπα-κι Μουν για περισσότερη ενεργητικότητα και περισσότερες μεσολαβητικές προσπάθειες στο τραπέζι των συνομιλιών, κάτι που δεν φαίνεται να έχει επιτύχει η επικεφαλής της Αποστολής του ΟΗΕ στη νήσο Λ. Μπατενχάιμ. Η εκτίμηση ότι ο ΟΗΕ χρειάζεται να παίξει έναν πιο παραγωγικό ρόλο, οδήγησε στην επιλογή του νορβηγού διπλωμάτη. Από τον προσεχή Οκτώβρη και μέχρι την ψηφοφορία για εκλογή νέου τ/κ ηγέτη- Μάρτης του 2015-, θα κριθεί σε ένα βαθμό το αποτέλεσμα της τρέχουσας διαδικασίας λύσης ανάμεσα στον πρόεδρο Αναστασιάδη και τον (υποψήφιο ξανά) τ/κ ηγέτη Ν. Έρογλου.