Πιστεύω πως όλη αυτή η δραστηριότητα -όπως και άλλες, η ζωγραφική ας πούμε – καλύπτει όλο το φάσμα από αδέξια μουτζούρα και βανδαλισμό έως πρωτοποριακή και ποιοτική τέχνη.
Υπάρχουν εξαιρετικά δείγματα της εικαστικής έκφρασης «graffiti» σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένα τέτοιο μάλιστα – με εξαιρετική ποιότητα, συμβολισμό και δύναμη έκφρασης – υπήρχε στην εσωτερική αυλή ( μπάσκετ) του ΕΜΠ (Πατησίων) αλλά το κατέστρεψαν με μη αναστρέψιμο τρόπο κάποιοι άλλοι εμπνευσμένοι μουτζουρογράφοι διαμαρτυρόμενοι καλλιτέγνες με άτεχνες, κακόμορφες και χωρίς νόημα νεκροκεφαλίζουσες φάτσες (αυτή ήταν η εικαστική τους παιδεία και ο πολιτισμός τους).
Και ασφαλώς, επειδή κάθε μορφή τέχνης αποδεδειγμένως προηγείται της εποχής της, φέρουν μηνύματα, τις περισσότερες φορές προφητικά, αποκαλυπτικά, καθοδηγητικά…
Μάλιστα, μιας και ο χώρος έκφρασης της εν λόγω δραστηριότητας είναι ο Δημόσιος Αστικός Χώρος, είναι καταφανές ότι το graffiti έχει την δυνατότητα, με τον πιο άμεσο τρόπο, να διαδίδει προβληματισμούς μηνύματα και απόψεις ψυχαγωγώντας τον κόσμο .Για αυτό είναι και αξιόλογο και χρήσιμο ρεύμα στην κοινωνία.
Το πώς συνεισφέρει από καθαρά απεικονιστική άποψη ίσως είναι θέμα δευτερεύον και πιο προσωπικό.
Όμως θα πρέπει να διακριθεί ρητά από την συνθηματογραφία, την ρυπαρογραφία το υβρεολόγιο και άλλα σχετικά που άκριτα και κατά κανόνα ¨κοσμούν¨ και ¨βιάζουν¨ υποβαθμισμένους χώρους– και δυστυχώς όχι μόνο αυτούς .
Λέει κάποιος:
«Είναι μια μορφή τέχνης, είναι κουλτούρα, στοιχείο του πολιτισμού, είναι ένας τρόπος έκφρασης, μια πρωτότυπη υπογραφή, είναι ζωγραφική, είναι ειρηνική διαδήλωση, είναι μήνυμα, είναι αντίδραση, είναι εγωισμός. Είναι παράνομο, αυθαίρετο, ένας οπτικός θόρυβος. Είναι μια χρωματιστή πινελιά μέσα σε μια μουντή καθημερινότητα, είναι ιστορία, ντοκουμέντο και ταυτόχρονα ένα αστείο με την παρέα. Για άλλους ομορφαίνει, για άλλους καταστρέφει την εικόνα της πόλης μας. Σύμφωνα με τον Banksy, «είναι ένα από τα ελάχιστα εργαλεία που διαθέτει κανείς, όταν δεν έχει σχεδόν τίποτα. Και ακόμα και αν δεν μπορεί με μια ζωγραφιά να εξαλείψει την παγκόσμια φτώχεια, μπορεί σίγουρα να κάνει κάποιον να χαμογελάσει, την ώρα που κατουράει.» Αυτό είναι το graffiti.»
Μόνο το λόγο που το «graffiti»είναι παράνομο δεν βλέπω στα παραπάνω
ΑΘΗΝΑ
- – Creer dans le cree (η creer sur le cree)
Νομίζω πως πρόκειται για μια αναμφισβητήτως δόκιμη και γενικώς αποδεκτή άποψη καλλιτεχνικής έκφρασης είτε αφορά την αρχιτεκτονική (π.χ. χρηματιστήριο του Amsterdam), είτε την γλυπτική (π.χ.Pont neuf στο Παρίσι), είτε την ζωγραφική (πολλά τα παραδείγματα).
Ετσι η πραγμάτωση ενός καλλιτεχνήματος πάνω η μέσα σε κάποιο άλλο έργο, υπό την αίρεση κάποιων ορίων που πιστεύω ότι είναι προφανή και αποδεκτά από την πλειοψηφία, δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα επί πλέον τρόπο εικαστικής δημιουργίας με ασφαλώς πρόσθετο όφελος για τον πολιτισμό και το κοινωνικό σύνολο.
Τα όρια αυτά, πέρα από όσα είναι διεθνώς καταγεγραμμένα, κατά την άποψή μου συγκροτούνται κυρίως από τον σεβασμό του νέου προς το παλαιό, έτσι που το κάθε δημιούργημα να μπορεί να εκπέμψει τα δικά του μηνύματα, ακέραια και χωρίς παρεμβολές. Κάθε καλλιτεχνικό έργο (αρχιτεκτονικό, γλυπτικό, ζωγραφικό, μουσικό) οφείλουμε να το προστατεύουμε ώστε να διατηρεί την αυτονομία των νοημάτων του. Η συνύπαρξη μάλιστα ενός έργου με δύο η περισσότερα νεότερα η παλαιότερα καλλιτεχνήματα (μέσα, πάνω, δίπλα) πιστεύω πως είναι τόσο πιο εύστοχη και επιτυχής, όσο εντονότερα συμβάλλει στην μεγιστοποίηση της προβολής των ουσιαστικών χαρακτηριστικών του (ων) άλλου (ων).
Σε αυτό το πλαίσιο βρίσκει έδαφος και η απαίτηση για μη καταστροφικές και αναστρεπτές παρεμβάσεις, πράγμα αυτονόητο σε όλες τις πολιτισμένες χώρες.
PONT NEUF ΠΑΡΙΣΙ – ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Αν τα παραπάνω ισχύουν εν πολλοίς νομίζω πως είναι αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε πολίτη να μη γίνεται βιαίως όμηρος του εικαστικού παραληρήματος, της αυθαιρεσίας και άλλων δραστηριοτήτων του οιουδήποτε στον Δημόσιο χώρο (που με αυτό τον τρόπο απαλλοτριώνεται και γίνεται ιδιωτικό τσιφλίκι του δρώντος), τουλάχιστον μέσα στο πλαίσιο του ότι «η δικιά μου ελευθερία τελειώνει εκεί που η δικιά σου αρχίζει», θέση που θέλω να πιστεύω πως είναι κοινώς αποδεκτή.
Κάηκε(1991), επιεικώς από κρατική αμέλεια, επισκευάστηκε στην αυθεντική του μορφή και αποδόθηκε απαστράπτον, κοσμώντας μαζί με τα άλλα δύο κτήρια της τριλογίας του Λύσανδρου Καυτατζόγλου την εικόνα του Δημόσιου αστικού χώρου της πρωτεύουσας.
Αν και χαρακτηρισμένο διατηρητέο ΜΝΗΜΕΙΟ (τα κτήρια του ΕΜΠ στο συγκρότημα Πατησίων κηρύχθηκαν διατηρητέα βάσει του Ν.1469/1950.Σύμφωνα με το νόμο αυτό εκδόθηκε η ΥΑ 21980/250/27-2-1952, ΦΕΚ 54/Β/5-3-1952, η οποία κήρυξε διατηρητέα – νεότερα μνημεία – τα κτήρια της ιστορικής Πρυτανείας, της ΑΣΚΤ και το κτήριο Αβέρωφ) δεν έτυχε της ανάλογης φροντίδας και φύλαξης από την πολιτεία. Όπως και όλο το συγκρότημα Πατησίων του ΕΜΠ άκριτα χρησιμοποιήθηκε εξωτερικώς για παντός είδους αναγραφή διαμαρτυριών (λες και ήταν χούντα και αυτός ο μοναδικός τρόπος αντίδρασης), αισχρολογιών, συνθηματολογιών, αφισοκολλήσεων από κάθε περιθωριακή και μη κοινωνική ομάδα. Παράλληλα χρησίμευε σαν το ενδεδειγμένο, παρέχον προστασία κατάλυμα, (άσυλο γαρ εσωτερικώς) για χρήση και πώληση παντός είδους ναρκωτικών και λαθραίων με καύσεις των μαρμάρων για να ¨ζεσταθεί το κουταλάκι¨ και πολλά τέτοια.
Δεν θέλει και πολλά άλλα για να αποκτήσει την γκρίζα εικόνα που επικαλούνται διάφοροι ένθερμοι υποστηρικτές της πρόσφατης κακοποίησης. Με την έλλειψη χρηματοδότησης, την απουσία έστω και στοιχειώδους αστυνόμευσης, το laissez passer λόγω ¨ασύλου¨ προς κάθε πικραμένο, τρελαμένο όπως σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου δεν ισχύει που όμως έχει κάθε δικαίωμα ατιμωρητί να οικειοποιείται με όποιο –χυδαίο τις περισσότερες φορές – τρόπο επιλέξει τους χώρους και τον εξοπλισμό, να καταστρέφει για να καταστρέψει, να κλέβει, να κακοποιεί, να βανδαλίζει, να……………………. θεωρώντας ότι αυτό είναι επιτρεπτό λόγω της προσωπικής του ελευθερίας και των δημοκρατικών του δικαιωμάτων. Ελεος!!
Όμως έστω και έτσι είναι λογικό το κακό να γίνεται χειρότερο; Μιας και είναι γκρίζο άντε να το βάψουμε μαύρο; Ποιο, την μάντρα του σπιτιού μας; Με ποιανού την άδεια; Με το έτσι θέλω διότι έτσι αρέσει σε μένα; Εχει, αλήθεια, κανείς καταλάβει την ιερότητα του δημόσιου χώρου;
Και γιατί θεωρώ πως το κακό γίνεται χειρότερο;
Αν πρόκειται για εικαστική παρέμβαση (καλλιτεχνική δημιουργία) δεν καταλαβαίνω τον τρόπο που σέβεται το ιστορικό κτήριο και παράλληλα το κηρυγμένο μνημείο (και ο Παρθενώνας μνημείο είναι και κατά την άποψη μερικών θα μπορούσε και αυτός να μπογιατιστεί). Αλλά και μόνη η βιαιότητα του εγχειρήματος και η αδιαφορία των ¨καλλιτεχνών¨ για το αναστρέψιμο της πράξης τους δίνουν απάντηση. Και αν κάποιοι θελήσουν να το επαναφέρουν βέβαια λεφτά υπάρχουν!! Τόσοι άλλοι χώροι προσφέρονται – και ίσως έχουν ανάγκη από τέτοιες (;) παρεμβάσεις – γιατί εδώ; Διότι απλώς μιας και όλοι ασελγούν στο Πολυτεχνείο ας πάμε και εμείς να ρίξουμε κανένα……………… μπουγέλο.
Αν πρόκειται για διαμαρτυρία λυπάμαι αλλά δεν καταλαβαίνω και πάλι. Ποίον το νόημα; Όλα είναι μαύρα, μαύρα σαν καλιακούδα; Αυτό έπρεπε να γίνει για να το συνειδητοποιήσουμε; Αν πάλι κάποιοι κρίνουν πως πρέπει να γίνει διαμαρτυρία για ένα τυχόν θέμα αυτός είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος και χώρος που θα επιλεγεί; Ευτυχώς σήμερα , που ότι και να λέμε, χουντικές απαγορεύσεις δεν υφίστανται και υπάρχει πληθώρα δυνατοτήτων διαμαρτυρίας, επικοινωνίας και κοινωνικής οργάνωσης όπως άλλωστε και μέγας αριθμός μη ιστορικών σημείων παρέμβασης στην πόλη μας, παρέμβασης που θα ενημέρωνε, θα κινητοποιούσε χωρίς να προσβάλλει, να κακοποιεί και να αμφισβητεί την ελευθερία – και την περιουσία – άλλων.
Μήπως λοιπόν πρόκειται για – έναν ακόμα στα πολύπαθα κτήρια του Πολυτεχνείου – πεντακάθαρο, βάναυσο, χυδαίο και βέβαια αχαρακτήριστο βανδαλισμό; Για τον οποίο ορισμένοι ακρίτως επιχαίρουν μπλεγμένοι σε επικίνδυνα βρόχια προοδευτισμού, καλλιτεχνικής δικαίωσης και άλλων τέτοιων νεφελωδών και σκοτεινών διανοημάτων.