Η Ελλάδα σήμερα και η Ιταλία, παλιότερα, είναι οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου – κι όχι μόνον-, που το πολιτικό σύστημα και οι αντίστοιχες ελίτ αλλάζουν ή άλλαξαν. Στην μεν Ιταλία η συνολική διαφθορά μαζί με μ’ ένα κολάζ επί του οποίου απεικονίζονταν από κοινού οι πολιτικοί, η Εκκλησία, οι μίζες, ο λαϊκισμός, η αμφοτερόπλευρη τρομοκρατία, οι στοές, οι δολοφονίες, η μαφία, κ.ά τα κόμματα διαλύθηκαν σε μια νύχτα, ενώ οι ευφυείς κληρονόμοι του Μπερλινγκουέρ το κάναν από μόνοι τους, χωρίς νάχουν σχέση μ’ όλα τα παραπάνω.
Με τα πολλά και τα λίγα, προέκυψε ο Μπερλουσκόνι, αλλά και το Δημοκρατικό Κόμμα- πρώην ΕΛΙΑ- , με αρχικούς ηγέτες τον καθολικό κεντρώο πρώην Χρ/δημοκράτη Ρ. Πρόντι, τον μεταPCI Μάσιμο ντ΄Αλέμα, για να φθάσουμε σήμερα στον Ρέντσι, πριν στον Λέτα και στον άτυχο Μπερσάνι. Ο Μπερσάνι ήταν στην λεγόμενη δεξιά πτέρυγα των πρώην ευρωκομμουνιστών – όπως κι ο Πρόεδρος Ναπολιτάνο-, ενώ οι άλλοι δύο προέρχονταν από το μικρό κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα. Την πορεία του Ρέντσι την βλέπετε ήδη- αν κι ακόμα αμφιλεγόμενη- αλλά κι ο καθόλου χαρισματικός Λέτα , περίπου στην ίδια ρότα εκινείτο. Μετριοπαθείς , πρώην Κεντροδεξιοί, όπως κι ο Πρόντι , που πιά αυτοπροσδιορίζονται ως Σ/δημοκράτες. Εδώ λέμε μπράβο, για την διαρκή πολιτική εξέλιξη , τις συλλογικές ομογενοποιήσεις και την παρούσα διαδραστικότητα , την αδογμάτιστη , στο χώρο του ριζοσπαστικού κέντρου.
Στην χώρα μας μια αχαλίνωτη οικονομική κρίση, εντός της οποίας συνυπήρξαν και ακόμα εμβιούν οι πλείστες των πολιτικών ελίτ,- παλιότερων, παραμενουσών και νέων με κοινό εκ μετεγγραφής -, έγινε γρήγορα κρίση πολιτισμού θυμίζοντας σε όλους πως δεν αρκούν οι υψηλοί στόχοι , ακόμα κι όταν επιτυγχάνονται, που θέτουν άνθρωποι σαν τον Καραμανλή τον παλιό, τον Ηλιού και πιο πρόσφατα το Σημίτη. Οι δογματικές, κατά το πελατειακό κρατικιστικό δοκούν, παρερμηνείες των απόψεων του Κέυνς, τα σιωπηρά αναθέματα στον φιλελευθερισμό του Σμίθ και του Χάγιεκ, εξαιτίας των διαστροφικών ερμηνειών τους στην Λατινική Αμερική και μια παιδεία, που στεκόταν σε κουτοπόνηρες κρίσεις μεγαλείου, αναφέροντας τον Θουκιδίδη, τον Περικλή ή τον Αριστοτέλη και τον Ηράκλειτο, σαν μέτρο σύγκρισης με τα βελανίδια των Τευτόνων και λοιπών βαρβάρων, χονδρικά, επέτυχε μια στασιμότητα θεσμική και οικονομική, σάμπως να μην πέρασε ποτέ αποδώ το θρόισμα του Διαφωτισμού.
Κατά συνέπεια ουδόλως παραξενεύομαι, που σε μια ακόμα κομματική σύναξη όπως η τελευταία σύνοδος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, με τις εξαιρέσεις του Προέδρου και ολιγάριθμων της μεταρρυθμιστικής τάσης, δεν ακούστηκε ο παραμικρός προβληματισμός για τα πλαίσια αναγκών της ελληνικής κοινωνίας, το εύρος των μεταρρυθμίσεων και ποιες είναι αυτές ή έστω η λιλιπούτεια ουσιώδης προβλεπτικότητα για το μέλλον της – ας πούμε – μεταμνημονιακής περιόδου, στην βάση στοιχειωδέστατων ιεραρχήσεων στόχων και προτεραιοτήτων.
Αντίθετα, πλειοδότησε ένας λόγος, άλλοτε κακεντρεχής, άλλοτε μουμιοποιημένος από τα λάβαρα του 1981, άλλοτε αγενής με όρους αστικής πολιτικής ευγένειας, κι άλλοτε απειλητικός- προ ποιους ;- , με κύρια διακύβευση την διατήρηση μιας ισχυρής αυτοτέλειας του κόμματος, ουσιαστικά δηλαδή της δικιάς τους παραμονής σε, από ετών, ασάλευτα κάδρα στο σαλόνι , σκονισμένων μιας και δεν υπάρχει κάποιος να τα ξεσκονίζει , που και που. Δεν χρειάζεται άλλωστε, αφού οι επισκέπτες λιγοστεύουν.
Σ’ αυτή την σύναξη, ξύπνησαν σε μερικούς από μας μνήμες της χειρότερης κολοβής επωνυματικής κληρονομικότητας εμπεριέχουσας τις χειρότερες αναρτήσεις ξύλινου και αφιλόξενου αποσπασματικού λόγου. Τι για αποκόμματα μάθαμε, τι για δάκους της Ελιάς, τι καινοφανή εμπεδώσαμε πως δηλαδή η σύγχρονή Σ/δημοκρατία σέβεται αλλά ουδεμία σχέση έχει τόσον με τον πολιτικό όσον και με τον οικονομικό φιλελευθερισμό. Τόσοι πολιτικοί φιλόσοφοι, ο μακαρίτης ο Μπόμιο, άλλοι Γάλλοι και Γερμανοί , που από καιρό τα έχουν εντάξει στις αναζητήσεις τους, ο δικός μας ο Ράμφος ή κι Κονδύλης, ακόμα και το ΙΣΤΑΜΕ του κόμματος, πρέφα δεν πήραν κάποιοι απ’ όλες αυτές τις αναζητήσεις;
Και η παράταξη που επιδιώκει ο δυστυχής – επί του προκειμένου- Βενιζέλος, που αφού χεράκι – χεράκι με τον Σαμαρά, τον Στουρνάρα και κανα δυό άλλους διαβαίνουν την Δαντική κόλαση της πραγματικότητας, μόνοι χωρίς τον Βιργίλιο, αναζητούν τον ουρανό και την Βεατρίκη;
Επιδίδεται ο Α/πρόεδρος, σε αποδεκτά παιχνίδια, ώστε και η κυβέρνηση να υπάρχει και μια μεγάλη ενδιάμεση παράταξη να φτιαχτεί. Προφανώς , δεν γνωρίζω τις σκέψεις του, διαισθάνομαι πως την θέλει, παρατηρώ κάποιες συναντήσεις, άλλα δεν ξέρω αν οι πρώην κόμητες του κόμματος, αντιλήφθηκαν πως οι κομητείες τους είναι μετά βίας μπακάλικα, κι οφείλουν να δουν – δεν είναι υποχρεωμένοι, το κάνει η ζωή και οι εκλογείς με μια κάποια χρονοκαθυστέρηση- την πολιτική καινοτομία , που συνήθως διακονούν τα πρωινά γιατί τα βράδια έρχονται τα κάδρα, οι εκπεσούσες κομητείες, και άλλα παρεμφερή. Έτσι κι αλλιώς, πάντως η παράταξή θα φτιαχτεί με μια στερεωμένη από την αρχή ηγεσία, που θα προκύψει όπως προκύψει, πάντως δημοκρατικά.
Ο μυστήριος Σοπενάουερ, στο κύριο έργο του «Ο κόσμος ως βούληση και παράσταση», λέει μέσες άκρες πως οι άνθρωποι όλο κι όλο θέλουν νομίζοντας πως κοντεύουν στην ευτυχία, και τανάπαλιν ως ότου ανακαλύπτουν την ανία που τους προκαλεί η βουλημία, που δεν φέρνει την ηρεμία. Ένα κάποιο αντίδοτο μετριασμού της αχόρταγης βούλησης είναι η γνώση, εσωτερικών καταστάσεων και εμπειρικών πραγματικοτήτων.
Όσοι πάντως δεν είμαστε τόσον κομματικά βουλημικοί, θα είμαστε παρόντες και πάντως αρκούντως ευγενείς μ’ όσους πρόκειται να συνομιλήσουμε, και να τα συμφωνήσουμε στην βάση αρχών, είτε όχι.