Ματαιοπονία προέδρου

Νίκος Μπίστης 04 Οκτ 2016

Καθόλου τυχαία, το τελευταίο μου κείμενο σε αυτή τη φιλόξενη στήλη ήταν για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Τα σύννεφα ήταν πολλά και φορτωμένα. Τα εκφυλιστικά φαινόμενα συνεχή. Ηρθε και η πρωτοφανής απόφαση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που δίκην διαιτητού ποδοσφαίρου αποφάσισε αναβολή του αγώνος λόγω ακαταλληλότητας του γηπέδου, για να υποστεί ανεπανόρθωτη φθορά ένας θεσμός που είχε κατορθώσει να μείνει σε μεγάλο βαθμό αλώβητος. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις έναν μήνα πριν ο κύριος πρόεδρος είχε ξιφουλκήσει εναντίον όσων κατά τη γνώμη του παρεμβαίνουν και πιέζουν τα μέλη του δικαστηρίου ακόμα και «με ανοίκειες προσωπικές επιθέσεις. Τα μέλη όμως του δικαστηρίου επιτελούν το υπηρεσιακό τους καθήκον ανεπηρέαστοι και με τη δέουσα υπευθυνότητα». Και κατέληγε αγέρωχα και με πομπώδη τρόπο: «Ματαιοπονούν λοιπόν όσοι προσπαθούν για το αντίθετο».

Η ασυνήθιστη -όπως ευγενικά χαρακτηρίστηκε- αντίδρασή του σημειώθηκε λίγο πριν το ΣτΕ αρχίσει να αποφαίνεται επί των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων των τηλεοπτικών σταθμών που είχαν προσφύγει ενάντια στον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Ως γνωστόν όλες απορρίφθηκαν. Τώρα που το ΣτΕ έπρεπε να αποφανθεί επί της ουσίας για τη συνταγματικότητα ή μη του νόμου Παππά, τι έγινε και ξαφνικά οι ανεπηρέαστοι μέχρι χτες δικαστές -αν όχι όλοι, οπωσδήποτε ο πρόεδρος του ΣτΕ- θορυβήθηκαν για το κλίμα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα; Μακριά από μένα η βέβηλη σκέψη ότι δεν βγαίνουν οι αριθμοί ότι πιθανώς αυτή τη φορά να μη ματαιοπονούν οι αντίθετοι στον νόμο και τη συνταγματικότητά του και ότι χρειάζεται χρόνος για να πεισθούν κάποιοι. Οχι, τέτοια πράγματα δεν συμβαίνουν, δεν μπορεί να συμβαίνουν. Παρά ταύτα το πράγμα παραμένει περίεργο. Πού εδράζεται η αισιοδοξία του προέδρου ότι το κλίμα θα «βελτιωθεί»; Ούτως ή άλλως είναι μια απόφαση με νομικές, κοινωνικές και αναπόφευκτα πολιτικές παραμέτρους. Δεν είναι μια απόφαση που θα ληφθεί σε συνθήκες εργαστηρίου και κοινωνικής αποστείρωσης.

Το κλίμα δε από τότε που το ΣτΕ άρχισε να αποφαίνεται επί των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων των σταθμών έχει επιβαρυνθεί από την παρέμβαση της πεισματάρας πραγματικότητας. Το τεχνητά ειδυλλιακό τοπίο που στηριζόταν στην μπακάλικη λογική «αυτός που τα ακουμπάει, αυτός και θα πάρει μια από τις τέσσερις άδειες που με το έτσι θέλω εμείς αποφασίσαμε να είναι τέσσερις» άρχισε σε πρώτη φάση να μπάζει νερά. Σε δεύτερη δεν είχε μείνει τίποτε από το σαθρό οικοδόμημα. Ο Καλογρίτσας και η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Τράπεζα Αττικής είναι παράμετροι που ακόμα και ένας δικαστής που απέκτησε τα παράσημά του στον σκληρό αντιμνημονιακό αγώνα δεν μπορεί να αγνοήσει. Ο τρόπος ελέγχου του πόθεν έσχες των υπερθεματιστών δημιουργεί τη βάσιμη υποψία ότι ακόμα και το πόθεν έσχες του μακαρίτη Εσκομπάρ είχε πιθανότητες να περάσει τον έλεγχο. Η ίδια δε η κατάληξη του διαγωνισμού, που θυμίζει περισσότερο ποδοσφαιρική παράγκα παρά τηλεοπτικό τοπίο, εκ των πραγμάτων δημιουργεί στην κοινή γνώμη αρνητικούς συνειρμούς. Μπορούμε λοιπόν να στοιχηματίσουμε χωρίς το παραμικρό ρίσκο ότι το κλίμα εφεξής θα δυναμιτίζεται έτι περαιτέρω από νέα στοιχεία, από την αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων, από την παρέμβαση των καναλαρχών και των εργαζομένων που χάνουν τις δουλειές του στους σταθμούς που κλείνουν. Και ίσως τότε ο κ. Σακελλαρίου να αντιληφθεί ότι η απόφασή του ήταν άστοχη και ότι ματαιοπονεί.