Μιλώντας πριν από λίγες ημέρες ο πρωθυπουργός στο Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο δήλωσε ότι θα συνεχίσει χωρίς εκπτώσεις και παρεκκλίσεις την πορεία του. Μάλιστα… Κάποτε βέβαια δήλωνε συχνά πυκνά πως δεν πρέπει να υπάρχει επιμονή στο λάθος, το οποίο προφανώς πια τώρα δεν βλέπει, άλλωστε τότε ήταν αρχηγός της αντιπολίτευσης και από την εποχή των Ζαππείων έχει περάσει τόσος καιρός…
Είναι ανεξήγητη όμως πλέον αυτή η επιμονή, ειδικά σήμερα όταν πέρα από την κοινωνική δυσαρέσκεια, που είναι πια τεράστια και ίσως όχι μακριά από κάποια έκρηξη, έχει γίνει πια σαφές ακόμη και στους πιο καλοπροαίρετους ότι το ελληνικό πρόγραμμα, το οποίο μας επιβλήθηκε, δεν στόχευε κυρίως στην ανάκαμψη της χώρας αλλά στα συμφέροντα των δανειστών της και τη διάσωση των τραπεζών τους.
Έχει ήδη επισήμως ομολογηθεί με κυνισμό ότι, για να περάσει το πρόγραμμα, η Ελλάδα εκβιάστηκε ψευδώς ότι θα αποπεμφθεί από το ευρώ. Κοινώς μας έπιασαν κότσους…
Η ίδια η καγκελάριος Μέρκελ αναφέρθηκε τελευταία ανοιχτά και χωρίς περιστροφές σε αυτό. Έχει ακόμη ομολογηθεί από τον Όλι Ρεν ότι η επιβληθείσα πολιτική είχε ως σχεδιαστικό άξονα την εξωτερική σταθερότητα του κοινού νομίσματος και όχι την όποια σωτηρία της Ελλάδας, η οποία έκανε ό,τι μπορούσε, για να πετύχει τους στόχους που της έθεσαν «με το πιστόλι στον κρόταφο», όπως είπε προ ολίγων ημερών στο Στρασβούργο ο επικεφαλής των ευρωπαίων Σοσιαλιστών Χ. Σβόμποντα.
Όλες αυτές οι παραδοχές δείχνουν ξεκάθαρα πια κάτι που η έντρομη Ελλάδα αρνήθηκε από την αρχή του ξεσπάσματος της κρίσης να καταλάβει, αυτό που στους έχοντες γνώση των πραγμάτων τότε ήταν προφανές. Ότι μπορούσε να διαπραγματευτεί πολύ καλύτερα την πορεία της, αλλά δυστυχώς δεν το έπραξε.
Το βασικό (επικοινωνιακού τύπου) μήνυμα που έστειλε ο πρωθυπουργός μιλώντας κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Στρασβούργο ήταν «τα καταφέραμε». Δεν έκανε καμία προσπάθεια να αποδομήσει το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε, δεν εστίασε στα εξόφθαλμα λάθη του ούτε άσκησε κάποιου είδους κριτική για την παρουσία της τρόικας στη χώρα, σε μία στιγμή που η εναντίον της κριτική τείνει πια να γίνει διεθνώς γενικευμένη. Αντί να κάνει αυτό, για να καταφέρει να δημιουργήσει και μία στοιχειώδη επιχειρηματολογία και διαπραγματευτική βάση, συνέχισε να μιλά διαρκώς σε πάσης φύσεως γερμανικού ενδιαφέροντος ιδρύματα και εκδηλώσεις για το πόσο πολύ συμφωνεί με αυτό που γίνεται!
Πιθανότατα ο κ. Σαμαράς επενδύει σε ένα είδος έμπρακτης αναγνώρισης της προσπάθειας από το Βερολίνο, που όμως μπορεί και να μην έρθει. Γιατί, αν κρίνουμε τουλάχιστον από τη μέχρι σήμερα εκφρασμένη διάθεση και τη γενικότερη νοοτροπία και πρακτική των Γερμανών και κυρίως των χριστιανοδημοκρατών, που έχουν το πάνω χέρι, φαίνεται μάλλον δύσκολο να συμβεί. Οι Γερμανοί επιμένουν συνήθως να φτάσουν μέχρι τέλους, απαιτούν αυτό που θέλουν και το θέλουν όλο χωρίς εκπτώσεις.
Αν αυτό συμβεί, τότε όλη αυτή «η σεμνή τελετή» που ζούμε τα τελευταία χρόνια θα λάβει τέλος και η Ελλάδα θα περάσει σε μιαν άλλη πολιτική εποχή και πιθανότατα σε νέες μεγαλύτερες περιπέτειες.