Μας γέρασαν προώρως

Γιάννης Παπαθεοδώρου 13 Σεπ 2016

Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τα αυτονόητα: η τέχνη έχει τη δική της αυτονομία και ελευθερία. Από αυτή την άποψη, η νέα έκθεση της Documenta που φιλοξενείται στην πόλη μας θα κριθεί από το καλλιτεχνικό της αποτέλεσμα. Κυρίως θα κριθεί από άλλους, ενδεχομένως πολύ πιο αρμόδιους από μένα, και βέβαια από το κοινό, που θα την παρακολουθήσει. Η έκθεση ωστόσο συνοδεύεται από ένα κείμενο, που  ήδη έχει προκαλέσει αρκετές αντιδράσεις και κριτικές για την πολιτική ρητορική και την αισθητική ιδεολογία του. Το κείμενο της «προγραμματικής διακήρυξης» παρουσιάζει πράγματι πολλά προβλήματα. Είναι ένα μείγμα θεωρητικής κοινοτοπίας (πασπαλισμένης με την απαραίτητη δοσολογία τσιτάτων από τον Φουκώ, τη Μπάτλερ, τον Νέγκρι και τον Μπαντιού), αριστερίστικης καταγγελίας των «κενών» του δυτικού «ηγεμονικού λόγου» και χυδαίας προσβολής στη δημοκρατία. Παραθέτω τη σχετική ενοχλητική διατύπωση: «Παραμερίζοντας την καθιερωμένη αντίθεση δικτατορίας και δημοκρατίας, προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τις αποτυχίες της μετάβασης από τη δικτατορία στη νεοφιλελεύθερη δημοκρατία, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ισπανία, την Αργεντινή ή τη Χιλή: πώς η έννοια της ελευθερίας ταυτίστηκε με την ελεύθερη αγορά».

Όπως πολλοί, έτσι κι εγώ, έχω αρκετούς γνωστούς και φίλους που βασανίστηκαν στην ΕΑΤ-ΕΣΑ, στη διάρκεια της χούντας. Το τελευταίο που θα περίμεναν να δουν γραμμένο είναι ότι η μνήμη του αντιδικτατορικού αγώνα θα εκφυλιζόταν σε μια εξίσωση της τρίτης ελληνικής δημοκρατίας με τις «φιλελεύθερες ολιγαρχίες» και την ελεύθερη αγορά, επειδή έτσι αποφάσισε ο/η συντάκτης του κειμένου, αφού πρώτα ζύγισε και έκρινε ότι το δημοκρατικό κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να αντικατασταθεί τώρα με τα πρωτοποριακά προτάγματα του «ecosex», του  «queer-indigenism» και της  «ριζοσπαστικής επιτελεστικότητας», στο όνομα της αποκατάστασης «των αυτόχθονων πληθυσμών» και της «Βουλής των Σωμάτων».

Καταλαβαίνω πως πίσω από όλο αυτό τον ρητορικό ακροβατισμό υπάρχει βέβαια ένα υπαρκτό πολιτικό και καλλιτεχνικό διακύβευμα: η αναγνώριση και η πολιτική κατοχύρωση της ετερότητας. Στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, άλλωστε, όλο και περισσότερο καταγράφονται νέα κοινωνικά υποσυστήματα, που μπαίνουν στην πολιτική με αιτήματα ταυτοτικής αναγνώρισης συγκεκριμένων «τρόπων» και «πολιτικών ζωής», μετατοπίζοντας, έτσι, τα όρια και τις ιστορικές λειτουργίες της δημόσιας σφαίρας. Το «δικαίωμα στην ετερότητα» ωστόσο έχει μετατραπεί πλέον σε ένα σε ένα «εγκώμιο της διαφοράς», στο όνομα πάντα ενός εξιδανικευμένου «ελεύθερου εαυτού». Αυτή η νέα «βιο-τροπικότητα» ως απόλυτη συνθήκη κατασκευής των νέων πολιτικών και πολιτισμικών νοημάτων για την τέχνη και τη δημοκρατία έχει αποκτήσει πλέον αυτόνομο αφηγηματικό χαρακτήρα, διαπερνώντας όλες τις παραδοσιακές διακρίσεις: ακόμη και τη διάκριση χούντας και δημοκρατίας! Κάπου εδώ όμως αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματα.

Οι «ιδεολογίες της διαφοράς» δεν συμβάλλουν μόνο στην αναπαραγωγή ενός συγκεκριμένου είδους πολιτισμικού ναρκισσισμού —σε τελευταία ανάλυση, για να θυμηθούμε τη μοιραία λέξη, είναι κι αυτός ένας ακόμη «νεοφιλελεύθερος» ατομοκεντρισμός— αλλά και εξωθούν την οποιαδήποτε διαδικασία ιεραρχημένης αξιολόγησης της δυτικής κουλτούρας σε μια ιδιάζουσα απομείωση της οικουμενικής αξίας της. Κάπως έτσι φτάσαμε από την αναγνώριση της ετερότητας σε μια πανηγυρική «απόλαυση της διαφοράς», σε βάρος, μάλιστα, των καταστατικών αρχών του συνεκτικού και δεσμευτικού συνταγματικού χάρτη, που ορίζει τη δημοκρατική παράδοση του ευρωπαϊκού πολιτισμού: την οικουμενικότητα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Σύμφωνα με την αντίληψη του κειμένου της Documenta, η κουλτούρα σήμερα δεν απαιτεί αυτή την κοινωνικοποιητική διαδικασία εκμάθησης του δημοκρατικού πολιτισμού της Ευρώπης αλλά αποτελεί μια ατομική και «ελευθεριακή» μύηση, μια «άσκηση ελευθερίας» στον τρόπο λειτουργίας ενός συστήματος, που θέλει να διαφέρει για να διαφέρει.

Ριζωμένο διαρκώς σε ένα «εδώ και τώρα», το «εγκώμιο στη διαφορά» που αναγγέλλει το κείμενο της Documenta απαλείφει τα ίχνη της ιστορίας και της ιστορικότητας ενός χώρου βασανιστηρίων (πάρκο ΕΑΤ- ΕΣΑ), μετατρέποντας την εμπειρία της ετερότητας σε μια νέα «αισθητικοποίηση του πολιτικού». Πέρα όμως από την περισταστασιακή κατάχρηση της μνήμης του συγκεκριμένου τόπου, το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Τα τελευταία χρόνια, διάφοροι δήθεν πρωτοπόροι καλλιτέχνες και διανοούμενοι —κυρίως από το εξωτερικό— καλούν την Ελλάδα να «μιλάει» διαρκώς για την εμπειρία της κρίσης με βιβλία, δοκίμια, μελέτες, ποιήματα για την «Ελλάδα της κρίσης», προκειμένου να γίνουν έκθεμα και να παρουσιαστούν στα διάφορα fora «ριζοσπαστικής και αλληλέγγυας ευαισθητοποίησης»? ενίοτε με μότο του Βαρουφάκη, με την εισαγωγή ενός πανεπιστημιακού στο αμφιθέατρο ή με το παραλήρημα ενός curator που θέλει και αυτός να σώσει τους «αυτόχθονες» από τη μοίρα τους και το κακό ριζικό τους. Πρόκειται για μια νέο-αποικιακή μόδα, που απλώς ευτελίζει οτιδήποτε δημιουργικό έχει να προσφέρει αυτή η χρεοκοπημένη χώρα? στην οποία, ευτυχώς, συνεχίζουν να κυκλοφορούν καλά δοκίμια, καλές μελέτες και καλά ποιήματα, χωρίς να έχουν ανάγκη από τέτοιες συστάσεις.

Ας διαβάσουμε ξανά αυτές τις μέρες τον Αναγνωστάκη. Εξακολουθεί να μας προφυλάσσει από όλη αυτή τη «δηθενιά», που προσβάλλει τη νοημοσύνη μας και δοκιμάζει τις αντοχές μας για διάφορα Documenta :

Νέοι της Σιδώνος, 1970

Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.

Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ’ άλλην Ήπειρο
Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ’ άλλα χρόνια,
Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς,
Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου.

Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου
Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.

(Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)