Πρόκειται για μια συλλογή με δεκατέσσερα διηγήματα που αναφέρονται είτε σε εξωτερικά περιστατικά είτε σε περιστατικά της εσωτερικής ζωής των ανθρώπων, κυρίως όμως σε περιστατικά σύνθετα.
Ο τίτλος «Ω-ρολογιέται» προέρχεται από το ρήμα του κερκυραϊκού ιδιώματος «ρολογιέμαι» που σημαίνει ακούω, αφουγκράζομαι, συλλογίζομαι τους διάφορους ρόλους μου, αλλά και βυθίζομαι λιώνοντας σ’ έναν χρόνο άχρονο, περίπου σαν τα ρευστά ρολόγια του Νταλί. Δεν ακούω τίποτε το συγκεκριμένο, παρά μόνο το γλυκό και μακρινό κελάρυσμα των Μυθολογικών Ωρών. Πρόκειται για μια μαγική λέξη που ρόλος και ρολόι συμπλέκονται. Τόσο μαγική, όσο τότε που ήμασταν μικροί και σπάζαμε τα θερμόμετρα για να παίξουμε με τον ρευστό, τον λιωμένο άργυρο. Παιχνίδι που όμως χρειάζεται σωστή διάρκεια και σωστή απόσταση, γιατί μπορεί να σε δηλητηριάσει. Έτσι και το «ρολόϊσμα». Χρειάζεται μαεστρία. Γιατί παίζεις ανάμεσα στην απόλαυση του να βγαίνεις από τον οριοθετημένο χρόνο, αλλά και στον κίνδυνο να οριοθετήσεις αλλού μια φυλακή που θα σε καταπιεί σα σκούπα.