To μεταναστευτικό αποτελεί μια ακόμα φορά αφορμή για να ξεσπάσουν οι ευρωσκεπτικιστές εναντίον της ΕΕ.
Ο υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας Ματέο Σαλβίνι δεν διστάζει να χαρακτηρίσει σιχαμερή την Ένωση και να την κατηγορήσει πως για χιλιοστή φορά δεν στηρίζει την Ιταλία ενώ απείλησε τις Βρυξέλλες πως η Ρώμη θα κάνει περικοπές στα χρήματα που συνεισφέρει στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό .
Αφορμή για τον νέο αυτό καβγά ανάμεσα στη λαϊκιστική ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση της Ιταλίας και τις Βρυξέλλες στάθηκε η άρνηση της ιταλικής κυβέρνησης να δεχτεί στο έδαφος της τους περίπου 180 πρόσφυγες και μετανάστες που είχαν ουσιαστικά εγκλωβιστεί στο πλοίο Diciotti στα ανοιχτά της Σικελίας .
Την τιμή όχι μόνο της Ιταλίας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης έσωσε τελικά μια χώρα που δεν είναι μέλος της ΕΕ , η Αλβανία, που δέχτηκε μαζί με την Ιρλανδία να πάρει τους δυστυχισμένους και ταλαιπωρημένους αυτούς ανθρώπους.
Αυτό το γεγονός όμως κατέδειξε με τον πιο καθαρό τρόπο πως αν μπορούσε η κυβέρνηση της Ιταλίας θα έβγαζε τη χώρα από την Ένωση. Οι απειλές , οι ύβρεις που εκτόξευσε ο υπουργός της των Εσωτερικών και επικεφαλής της Λέγκας του Βορά Ματέο Σαλβίνι εναντίον της Ένωσης δείχνουν, πως αναζητά αφορμή για να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα.
Ο Σαλβίνι είπε πως η ΕΕ είναι ένας άχρηστος θεσμός που δεν βοηθάει ποτέ τα κράτη μέλη του και σε έναν πύρινο λόγο κάλεσε τον κόσμο να στηρίξει την πρόταση του για περικοπή των χρημάτων που δίνει η Ιταλία στην ΕΕ.
Ο Σαλβίνι όμως δεν είναι ο μόνος που σκέφτεται με αυτό τον τρόπο.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη υπάρχει πια ένα ρεύμα που γίνεται ολοένα και πιο ισχυρό και έχει ως σύνθημα του ότι οι “ Βρυξέλλες φταίνε για όλα”.
Όπως γράφει σήμερα η γερμανική εφημερίδα Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ παρά το γεγονός ότι αυτή τη χρονιά ο αριθμός των μεταναστών και προσφύγων που έφτασε στην Ιταλία έχει μειωθεί κατά 80%, η ιταλική κυβέρνηση συνεχίζει να τηρεί εχθρική στάση σαν η χώρα να βρίσκεται ακόμη σε αδιέξοδο . Να πούμε πως η Ισπανία έχει ξεπεράσει πλέον την Ιταλία σε νέες αφίξεις.
Για τον Σαλβίνι όμως και τους όμοιους του αυτό δεν αρκεί μια που θέλει να εφαρμοστεί μια πολιτική μηδενικής ανοχής στα πρότυπα της Αυστραλίας.
Το ίδιο επιθυμεί και ο ακροδεξιός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, τον οποίο και θα συναντήσει ο γραμματέας της Λέγκας τις επόμενες μέρες.
Την ίδια ώρα και ενώ το προσφυγικό θα κυριαρχήσει και στις επερχόμενες βαυαρικές εκλογές , τις οποίες αναμένεται να χάσει η Γερμανίδα καγκελάριος , έχει αρχίσει το σκληρό , ανατολίτικο παζάρι για τα πόστα της ΕΕ ενόψει των ευρωεκλογών το Μάιο του 2019.
Η Άνγκελα Μέρκελ επιθυμεί διακαώς να διασφαλίσει το Βερολίνο τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και είναι έτοιμη να θυσιάσει για αυτό και τον διοικητή της Μπούντεσμπανκ , στενό της σύνεργατη Γενς Βάιντμαν που θα διεκδικούσε με χαρά τη θέση του επικεφαλής της ΕΚΤ.
Η Μέρκελ γνωρίζει όμως πως δεν μπορεί να κερδίσει η Γερμανία και τις δύο αυτές θέσεις και επειδή νιώθει αδύναμη χρειάζεται όσο τίποτα άλλο έναν δικό της πρόεδρο της Επιτροπής για να τη στηρίζει στα δύσκολα .
Τόσο με όρους εσωτερικής πολιτικής, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Άνγκελα Μέρκελ δεν είναι πλέον τόσο ισχυρή, όσο ήταν κάποτε και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική της για το προσφυγικό . Ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ στηρίζει απόλυτα τη γραμμή της και για να μπορεί στο μέλλον να επιβληθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Μέρκελ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη στήριξη του επικεφαλής της Κομισιόν.
Πριν την προσφυγική κρίση τα πράγματα ήταν πιο απλά για τη Γερμανίδα καγκελάριο.
Τα δύο πρόσωπα της ΈΕ πάντως αποτυπώνονται στις προσωπικότητες του Μακρόν και του Όρμπαν.
Ό,τι εκπροσωπεί ο ένας ο άλλος το μισεί .
Για αυτό και οι δύο άντρες έχουν συγκρουστεί πολλάκις.
Σύμφωνα με την αυστριακή εφημερίδα Ντερ Στάνταρντ
ο γάλλος πρόεδρος καθοδηγεί τις προοδευτικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις ενώ πρωθυπουργός της Ουγγαρίας τις ακροδεξιές , εθνικιστές , λαϊκιστικές δυνάμεις που επιθυμούν την κατάρρευση της ΕΕ.
Οι ευρωπαϊκές εκλογές που έχουμε μπροστά μας θα είναι από τις δυσκολότερες γιατί η ψήφος του καθενός μας θα καθορίσει αν οι Βρυξέλλες θα βαφτούν στο χρώμα του εθνολαϊκισμού ή της προόδου και του ανοιχτού πνεύματος.