H αντιπαράθεση που ξέσπασε για το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα για τον Ανδρέα Παπανδρέου, είναι η πρώτη αψιμαχία για τη μεγάλη μάχη κυριαρχίας με επίδικο ποιος θα εκφράσει το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Η επιχειρούμενη ανασυγκρότηση του κέντρου-σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας γίνεται ακριβώς την ίδια στιγμή που ο κ.Τσίπρας κάνει την στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και από ηγέτης ενός κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς θέλει να φορέσει το κοστούμι του σοσιαλδημοκράτη και να είναι εκείνος που θα ηγεμονεύσει στην κεντροαριστερά. Μπορεί να πετύχει τα σχέδιά του;
Το γεγονός ότι βρίσκεται στην εξουσία τον καθιστά προνομιακό συνομιλητή των σοσιαλιστών στην Ευρώπη όσο και αν το κόμμα του ανήκει στην ομάδα της αριστεράς. Παρίσταται ως παρατηρητής στις συνόδους της Σοσιαλιστικής Ομάδας και όλο και πιο συχνά αναφέρεται στη συνεργασία του με επιφανείς προσωπικότητες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Στο εσωτερικό, έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό τα συνθήματα της αντιμνημονιακής περιόδου, είναι εκείνος που εφαρμόζει τα δύσκολα μνημονιακά μέτρα και εσχάτως δεν χάνει ευκαιρία να τονίσει το πόσο αναγκαίες είναι οι ιδιωτικές επενδύσεις (εκείνες που πολεμούσε) και πόσο ο ίδιος προσωπικά ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Αρκούν αυτά και η διαρκής αναφορά στους φτωχούς και τους άνεργους για να μετατρέψουν κάποιον σε σοσιαλδημοκράτη; Όχι.
Η στροφή είναι προφανές ότι γίνεται προκειμένου να διασφαλίσει την κυριαρχία στον κεντροαριστερό χώρο και να ποντάρει στο δίπολο δεξιά-αντιδεξιά ή στη νέα εκδοχή του σοσιαλδημοκρατία- νεοφιλελευθερισμός, ώστε ή να απορροφήσει τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις ή να τις μετατρέψει σε δορυφόρους του. Η αναγκαία προσαρμογή δεν έχει αλλάξει το βασικό πυρήνα των αντιλήψεων της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό φαίνεται στους τομείς που δεν εμπίπτουν στις μνημονιακές υποχρεώσεις.
Αντί για μια σύγχρονη, αξιοκρατική διοίκηση επιχειρούν να στήσουν το δικό τους πελατειακό κράτος. Αντί να ενισχύσουν τη θεσμική λειτουργία επιχειρούν να την αποδυναμώσουν, υιοθετώντας αυταρχικές τριτοκοσμικές επιλογές (Δικαιοσύνη, ΜΜΕ). Στην Παιδεία, αντί για βήματα εκσυγχρονισμού, επιστρέφουμε σε ρυθμίσεις της δεκαετίας του ’80. Οι έννοιες κέρδος και επιχειρηματικότητα σηματοδοτούν κάτι αρνητικό για το μεγαλύτερο τμήμα των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια στιγμή που μιλούν για στροφή στο ρεαλισμό “κάνουν πλάτες” στους μπαχαλάκηδες του λεγόμενου αντιεξουσιαστικού χώρου.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο, στην επιχειρούμενη στροφή είναι η κυβερνητική συμμαχία με τους ΑΝΕΛ. Πόσο πειστικό μπορεί να είναι το δίλημμα “μαζί μου ή με τη δεξιά” όταν συγκυβερνά με την ακροδεξιά; Πόσο πειστική μπορεί να είναι η υπεράσπιση του Ανδρέα Παπανδρέου όταν ο ακλόνητος κυβερνητικός εταίρος του κ. Καμμένος, χαρακτήριζε τον ιστορικό ηγέτη του ΠΑΣΟΚ αρχηγό της “17Νοέμβρη”;
Για τον ΣΥΡΙΖΑ η πολιτική μετακίνηση στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας είναι όρος πολιτικής επιβίωσης. Αν διατηρούσε τον χαρακτήρα του κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς, κινδύνευε με σταδιακή πολιτική περιθωριοποίηση. Γι΄αυτό ο κ. Τσίπρας επισπεύδει τη στροφή προκειμένου να προλάβει την αναδιοργάνωση του κεντροαριστερού χώρου. Η εκλογή ηγεσίας από τη βάση, η πολιτική (κι όχι προσωπική) σύγκρουση γύρω από ιδέες και προτάσεις, η είσοδος στο προσκήνιο νέων προσώπων δίνουν προοπτική σε ένα χώρο που ήταν κατακερματισμένος και στον οποίο κυριαρχούσαν πρόσωπα συνδεδεμένα με το παρελθόν.
¨Όρος για την ανασυγκρότηση, είναι η καθαρή οριοθέτηση από τη ΝΔ, αλλά πρέπει να είναι σαφές ότι η μεγάλη μάχη κυριαρχίας θα δοθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ θα χάσει κεντρώους ψηφοφόρους, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει τον χώρο στον οποίο επιδιώκει να κυριαρχήσει. Το νέο κόμμα θα παρέχει εναλλακτική λύση σε μεγάλο τμήμα πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που είχαν μετακομίσει στο κόμμα του Αλ.Τσίπρα, απογοητεύθηκαν, αλλά δεν θέλουν να γυρίσουν στα παλιά, ούτε να ψηφίσουν ΝΔ. Θα αποτελέσει επίσης επιλογή για εκείνους που απέχουν και για νέους ανθρώπους που δεν εκφράζονται από κανένα από τα υφιστάμενα σχήματα. Αυτά θα συμβούν αν στην ηγεσία βρεθούν οι δυνάμεις εκείνες που εκφράζουν σύγχρονες μεταρρυθμιστικές θέσεις, που δίνουν λύσεις στα προβλήματα των πολιτών. Αν υπάρξει ανανέωση προσώπων και δημιουργηθεί ρεύμα για αλλαγές σε όφελος των πολλών. Η υποψηφιότητα του Στ.Θεοδωράκη τέτοια χαρακτηριστικά έχει.
Η μάχη για την επικράτηση στο χώρο του κέντρου-σοσιαλδημοκρατίας, δεν είναι μόνο άλλη μια μάχη εξουσίας. Είναι μάχη που αφορά το μέλλον της χώρας μέσω της διαμόρφωσης μιας νέας πολιτικής πραγματικότητας. Και πρέπει να κερδηθεί.
Το άρθρο δημοσιεύεται στο thetoc.gr