Στον ελλιπή σ΄ όλα δημόσιο διάλογο στην πατρίδα μας πολλοί δοξάζονται απαξιώνοντας σε καθημερινή βάση τους θεσμούς, τις δοξασίες και τα πιστεύω της θρησκείας και της Εκκλησίας. Δεν θεωρείσαι προοδευτικός, αν δεν βάλλεις κατ’ εκείνων που πιστεύουν στα θαύματα. Λες και η πίστη στα θαύματα είναι το μείζον στη θρησκεία. Όσον αφορά το νεωτερικό αίτημα για διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας δεν είναι τόσο η Εκκλησία που εκμεταλλεύεται τους θεσμούς του κράτους, όσο το κράτος και το πολιτικό μας σύστημα που χρησιμοποιεί την Εκκλησία και τους πιστούς για να «αρπάξει» ψήφους, όπως έκανε ο μηνυτής του συγγραφέα Τατσόπουλου. Και αντί η κριτική να επικεντρωθεί στην εκμετάλλευση του θρησκευτικού συναισθήματος από τους πολιτικούς, μερικοί συγγραφείς και άλλοι «γραφιάδες» θεωρούν πως αθεΐα σημαίνει, εξ ονόματος του Λόγου, να κηρύσσεις την περιφρόνηση κατά των θρησκευόμενων ανθρώπων. Είναι δε εξοργιστικό, όταν θεωρείς πως η περιφρόνηση και ο εξευτελισμός του πιστού είναι και δείγμα φιλελεύθερης σκέψης. Εξ ου και η άποψη που θεωρεί πως θρησκεία και παιδεία είναι ασύμβατες. Αλήθεια; Τότε τι είναι πέρα από παιδεία μνημεία του χριστιανισμού όπως η Βασιλική του Αγίου Πέτρου και η Καπέλα Σιξτίνα, η Αγία Σοφία, οι καθεδρικοί ναοί και οι ορθόδοξες εκκλησίες, πνευματικοί άνθρωποι όπως ο μοναχός Γρηγόριος Παλαμάς, ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Ιερός Αυγουστίνος, ο Θωμάς Ακινάτης, ο Αναστάσιος των Τυράννων, ο Καρλ Μπαρτ, τεράστιοι καλλιτέχνες με κύρια θεματική τους θρησκευτικά θέματα όπως ο Ελ Γκρέκο, ο Μιχαήλ Άγγελος και πίνακες όπως «Η Αποκαθήλωση» και «Η πτώση του ανθρώπου» του Ρούμπενς;
Ο ελιτίστικος αθεϊσμός δεν ζητά από την Εκκλησία να αλλάξει, αλλά να πάψει να είναι Εκκλησία και δεν ζητά από τους πιστούς να πάψουν να πιστεύουν σε δεισιδαιμονίες αλλά να πάψουν να πιστεύουν. Δεν επιζητεί τον διάλογο με τον άλλο αλλά την απαξίωση του άλλου. Στην ουσία ο πραγματικός εχθρός του ελιτίστικου αθεϊσμού δεν είναι η θρησκεία, αλλά ο κατά αυτούς «φτωχός τω πνεύματι» λαϊκός άνθρωπος. Η επιβεβαίωση αυτής της «ελίτ» περνά μέσα από την απαξίωση και γελοιοποίηση του λαϊκού στοιχείου. Έτσι αν και όντως η σχέση της θρησκείας με τον Λόγο είναι ασυμφιλίωτη, αυτό δεν σημαίνει πως θρησκεία και παιδεία είναι έννοιες ασύμβατες. Ο αντικληρικαλισμός του 18ου αιώνα ήταν αναγκαίος για να αμφισβητηθούν Μοναρχία και Εκκλησία, που ως αυθεντίες αρνούνταν την αυτονομία του ατόμου. Από εδώ και η βολταιρική προτροπή «συντρίψτε την άθλια». Από τη στιγμή όμως που από τον 19ο αιώνα επιτεύχθηκε η νεωτερική μετάβαση από την προσωπική εξάρτηση στην Εκκλησία και τη Μοναρχία στην εμπράγματη εξάρτηση από το χρήμα (Μαρξ), ο αντικληρικαλισμός γίνεται ελιτίστικος αθεϊσμός, του οποίου κύριος εχθρός δεν είναι η Εκκλησία, αλλά οι «λαϊκοί» άνθρωποι.
Όσο όμως και πεπεισμένος να είναι ο άνθρωπος του Λόγου για το ουτοπικό των θρησκευτικών δοξασιών, δεν είναι τέτοιος, αν δεν μπορεί να διαλέγεται με τους πάντες. Και στη θρησκεία υπάρχουν σημεία που πάντοτε άξιζαν της προσοχής των διανοούμενων, ιδίως αυτά που αφορούν την ισότητα των ανθρώπων. Όλα αυτά βεβαίως δεν ακυρώνουν την υποχρέωση του κράτους να καταργήσει τους νόμους που ταλαιπωρούν τους πολίτες για την άποψη τους και μόνο και την εναντίωσή μας σε τέτοιους νόμους και πρακτικές, όπως η μήνυση και η σύλληψη του συγγραφέα Τατσόπουλου.
Πηγή: www.tanea.gr