«Let us dream» έγραψε σε ένα χαρτόνι μια νεαρή διαδηλώτρια στην Λευκωσία της κρίσης και το φώναζε όσο πιο δυνατά μπορούσε. Με το δικό της μοναδικό τρόπο, γεμάτη αμεσότητα και χωρίς ωραιοποιήσεις, έθεσε την ουσία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, όπως το αντιλαμβάνεται η νέα γενιά. Αυτή η νέα γενιά, η οποία θα βιώνει την μη ύπαρξη προοπτικής στην πιο δημιουργική ηλικία, αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τον πρώην επικεφαλή του Eurogroup και πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου σαν γκάνγκστερ και συμμορίτες. Αυτή η παρομοίωση αποδίδει πολύ παραστατικά το μέλλον της νέας γενιάς, όχι μόνο της Κύπρου αλλά ολόκληρου του ευρωπαϊκού νότου. Όμως το σοκ για την κυπριακή νεολαία είναι πολύ βίαιο.
Αρκεί να λάβει κάποιος υπόψη του τις εκτιμήσεις της γαλλικής τράπεζας Societe Generale, ότι μέχρι το τέλος του 2017 θα μειωθεί το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Κύπρου 20 % περίπου. Σύμφωνα δε με το Ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών δεν διαφαίνεται γρήγορη ανάκαμψη της οικονομίας, της οποίας βασικός πυλώνας είναι ο τομέας παροχής υπηρεσιών είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό χώρο.
Το επιστημονικό δυναμικό του Bruegel μελέτησε τις περιπτώσεις της Ισλανδίας, της Ιρλανδίας και της Λεττονίας, οι οποίες αντιμετώπισαν την κρίση και προσπάθησαν να κάνουν προγνώσεις για την Κύπρο. Μια χώρα, η οποία έχει παρόμοιο μέγεθος. Προβλέπουν, ότι η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σε μια μακρά περίοδο βαθιάς ύφεσης. Οι οικονομολόγοι των Βρυξελλών επισημαίνουν, ότι το μεγάλο πρόβλημα είναι το μικρό ποσοστό συμμετοχής της μεταποίησης στο συνολικό δυναμικό της κυπριακής οικονομίας. Η συρρίκνωση του τραπεζικού τομέα, η καθίζηση στο χώρο της οικοδομικής δραστηριότητας και της παροχής υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα δεν δείχνουν, ότι θα δρομολογηθεί η οικονομική ανάκαμψη, εάν δεν αναπτυχθεί η βιομηχανία. Και αυτό πάλι δεν εγγυάται την έξοδο από την κρίση. Μόνο 6 % των κυπριακών εξαγωγών είναι βιομηχανικά προϊόντα. Είναι πολύ δύσκολο να ξεκινήσει η μικρή Κύπρος την οικοδόμηση μιας ανταγωνιστικής βιομηχανίας, όταν από το ένα μέρος έχουμε τις δυναμικά αναδυόμενες οικονομίες (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία και άλλες) και από το άλλο οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ξεκινούν επιθετικά την ενδυνάμωση του βιομηχανικού τομέα. Οι μικρές χώρες είναι πολύ δύσκολο να αντιπαρατεθούν, ιδιαιτέρως όταν έχουν δεχθεί ένα τέτοιο πλήγμα όπως η Κύπρος. Δυστυχώς δεν μπορούμε ακόμη να μιλάμε για Ευρώπη. Το σύνολο των κρατών, τα οποία την συγκροτούν, δεν έχουν ενιαία οικονομική διακυβέρνηση. Όλοι μαζί επέβαλαν την πολιτική της αλλαγής του οικονομικού μοντέλου την Κύπρο, χωρίς όμως να καταθέσουν και εναλλακτική πρόταση. Η δε προοπτική των υδρογονανθράκων, αξίας 600 δισεκατομμυρίων σύμφωνα με εκτιμήσεις, θα αρχίσει να γίνεται επίκαιρη μετά το 2017 ως προς τα οφέλη για τον κυπριακό λαό. Και αυτό βεβαίως, εάν οι γεωπολιτικές ισορροπίες το επιτρέψουν.
Τέλος ο αγροτικός τομέας είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Μόνο 3,6 % των Κυπρίων δραστηριοποιούνται ως γεωργοί, κτηνοτρόφοι και σε άλλα αγροτικά επαγγέλματα.
Σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα καλείται να ονειρευτεί η κυπριακή νέα γενιά και να συμβάλλει ταυτοχρόνως στην πραγμάτωση του ονείρου πολλών ευρωπαϊκών γενεών για την οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης. Εύλογα αναδύονται ερωτήματα ως προς την επάρκεια και την αξιοπιστία του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος. Η ακολουθούμενη πολιτική, αντί να προωθεί την ευρωπαϊκή σύγκλιση και ενοποίηση, παράγει ευρωσκεπτικισμό, αμβλύνει την έτσι και αλλιώς ισχνή ευρωπαϊκή συνοχή, οδηγεί στην ανάπτυξη φυγόκεντρων τάσεων στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και στην εξαθλίωση των ευρωπαϊκών λαών και ιδιαιτέρως του Ευρωπαϊκού Νότου.
Όλες αυτές οι παράμετροι της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας σε συνδυασμό και με την έλλειψη ενός συστήματος αξιών, το οποίο θα ξεπερνά τα όρια της τοπικής κοινωνίας και θα καλύπτει τις ανάγκες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό μίγμα, το οποίο κυριαρχείται από ανισότητες μεταξύ Βορρά και Νότου. Αυτό είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνο σε σχέση με τους νέους και το μέλλον της Ευρώπης.
Ενώ οι νέοι της Κύπρου και γενικότερα του Ευρωπαϊκού Νότου πνίγουν τα όνειρα τους στο καθημερινό άγχος της επιβίωσης και της έλλειψης προοπτικής, στον Ευρωπαϊκό Βορρά τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά. Σε συνθήκες κοινωνιών της γνώσης οι νέοι άνθρωποι επιδιώκουν την απόκτηση περισσότερων εφοδίων για την εξεύρεση μιας πιο καλής θέσης εργασίας. Το πρόβλημα τους είναι η επιδίωξη καλής αξιολόγησης στο πτυχίο τους, η εκμάθηση δεύτερης και τρίτης ξένης γλώσσας, η εργασιακή εμπειρία σε άλλο κράτος και η εθελοντική προσφορά. Με αυτό τον τρόπο, σε συνθήκες ανταγωνισμού, διαγκωνίζονται για την κατάληψη μιας θέσης εργασίας. Στην Κύπρο όμως από το ένα μέρος οι θέσεις εργασίας μετά την οικονομική κατάρρευση θα είναι πολύ λιγότερες από τους αναζητούντες απασχόληση. Και αυτές οι λίγες θα προσφέρονται με ανάλογη της κρίσης αποζημίωση από το άλλο μέρος.
Ουσιαστικά στον Ευρωπαϊκό Νότο διαπιστώνουμε μια αρκετά ισχυρή οπισθοδρόμηση. Αν μάλιστα συγκρίνουμε την διαμορφούμενη κατάσταση στο Νότο με την αναδυόμενη σε ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, νέα γενιά επιστημόνων, τότε η απόκλιση Βορρά-Νότου καθίσταται αγεφύρωτη. Και τούτο, διότι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά διαφοροποιούνται τρομακτικά. Η νέα γενιά του Βορρά θα πραγματώνει τη λεγόμενη «βιογραφική αυτοδιαχείριση», όπως το ονομάζει ο ερευνητής σε θέματα νέας γενιάς Klaus Hurrelmann, σύμφωνα με την οποία οι νέοι ασχολούνται με την φροντίδα του εαυτού τους. Το πρόβλημα τους δεν είναι η ύπαρξη ορίων, αλλά η μη ύπαρξη τους. Τα θέλουν όλα και με την πρώτη. Και οικογένεια και ελεύθερο χρόνο καθώς και επάγγελμα σε συνδυασμό με ευχαρίστηση και ύπαρξη νοήματος. Και αυτά τα επιδιώκουν χωρίς συμβιβασμούς.
Με βάση και αυτά τα δεδομένα η απόσταση Βορρά-Νότου σε ό,τι αφορά τη νέα γενιά μεγαλώνει επικίνδυνα και απειλεί το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η ευθύνη του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος είναι τεράστια και δυστυχώς αφορά όλο το πολιτικό και ιδεολογικό φάσμα. Η ανεπάρκεια είναι συνολική με ελαφρές αποκλίσεις, οι οποίες δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως ελπιδοφόρες εξαιρέσεις. Τουλάχιστον προς το παρόν δεν φαίνεται να αναδύεται μια προοπτική υπέρβασης αυτής της ζοφερής κατάστασης. Κυριαρχούν είτε πραγματισμός με εθνικιστικά χαρακτηριστικά είτε ιδεολογήματα χωρίς θεωρητική και εμπειρική στήριξη. Και τα δύο πολλές φορές επενδύονται με μια επικοινωνιακής χρήσης ηθικολογία, η οποία κυρίως στηρίζεται στο θυμικό και στοχεύει στην ευκολότερη χειραγώγηση των σύγχρονων μαζικών κοινωνιών του θεάματος. Αυτές οι λογικές και οι τακτικισμοί όμως δεν έχουν προοπτική. Το επαληθεύει η αποστέρηση του πολιτικού συστήματος από την αναγκαία κοινωνική νομιμοποίηση. Οι πολίτες προσεγγίζουν με αρνητική διάθεση τη σύγχρονη πολιτική, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό βεβαίως αίρει τα απαραίτητα για τη δημοκρατική λειτουργία όρια, τα οποία πρέπει να έχει το πολιτικό σύστημα. Αποκαλυπτικό παράδειγμα είναι ο τρόπος λήψης αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνεδριάζουν όλοι μαζί για να γίνει αυτό που θέλει η επικυρίαρχη οικονομικά και πολιτικά δύναμη. Γι’αυτό και το Ευρωκοινοβούλιο έχει δευτερεύοντα ρόλο. Αυτός ο παραλογισμός έχει και την τραγικά αστεία, χιουμοριστική του πλευρά, όπως φωτογραφίες της γερμανίδας καγκελαρίου με χιτλερικό μουστάκι ή τη χρησιμοποίηση πετυχημένων προπονητών ποδοσφαίρου για την δημιουργία θετικού κλίματος και άμβλυνσης της αρνητικής ατμόσφαιρας που διαμορφώνουν λανθασμένες πολιτικές αποφάσεις και πρακτικές. Πρόσφατο παράδειγμα η επίσκεψη στην Ελλάδα του γερμανού προπονητή Otto Rehagel, με τον οποίο στο τιμόνι της η Εθνική Ελλάδας κατέκτησε το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο.
Αυτές οι συνθήκες θέτουν επιτακτικά το ερώτημα, πως μπορεί να κινηθεί η νεολαία, ώστε να γίνει πραγματικότητα το „Let us dream“, ιδιαιτέρως όταν αποστασιοποιείται από την πολιτική σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Κατ’αρχήν διαπιστώνουμε, ότι ήδη έχει εκφράσει απόψεις και μάλιστα σε υπερεθνικό επίπεδο. Το κίνημα των αγανακτισμένων έχει ως βάση του τη νεολαία. Τα βασικά του χαρακτηριστικά ήταν από το ένα μέρος η έλλειψη οργανωμένης δομής με στοιχεία υπέρβασης της πολιτικής πραγματικότητας και από το άλλο η αναζήτηση του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης και δραστηριοποίησης στην εσωτερική λογική του συστήματος, το οποίο ισχύει. Η έκφραση της αγανάκτησης δεν απέκτησε μορφή δομημένου πολιτικού λόγου, ο οποίος είναι σε θέση να κινηθεί στο πλαίσιο θεσμοθετημένων διαδικασιών. Ούτε και συμπορεύθηκε με το πολιτικό σύστημα, αν και ορισμένοι πολιτικοί σχηματισμοί προσπάθησαν να επωφεληθούν πολιτικά από το κίνημα των αγανακτισμένων. Σε σχέση με τις στοχεύσεις τους οι αγανακτισμένοι κινήθηκαν στο πλαίσιο της εσωτερικής λογικής του συστήματος και αναζήτησαν την βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους στην γενικευμένη κοινωνικά άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου, χωρίς να αμφισβητούν το μοντέλο της κοινωνίας του θεάματος και της κατανάλωσης. Αυτό είναι ερμηνεύσιμο, διότι οι κοινωνίες σε παγκόσμιο επίπεδο βρίσκονται σε φάση μετάβασης σε ό,τι αφορά το σύστημα αξιών. Αυτή η μεταβατική περίοδος σταδιακά οδηγεί στην διαμόρφωση ενός συστήματος αξιών, το οποίο θα έχει πλανητικά χαρακτηριστικά και θα ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες αλληλεξάρτησης των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων, από το οικονομικό μέχρι το πολιτικό και την ανάγκη αντιμετώπισης των αρνητικών επιπτώσεων στο φυσικό περιβάλλον από την ανθρώπινη δραστηριοποίηση πάνω στον πλανήτη.
Όσο πιο σύντομα οι κοινωνίες και ιδιαιτέρως οι νέοι συνειδητοποιήσουν, τόσο σε αξιακό επίπεδο όσο και πρακτικό, τη νέα πραγματικότητα και προβούν σε λειτουργικές και με προοπτική κινήσεις, θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για να γίνει πραγματικότητα το
„Let us dream“. Και τούτο γιατί θα δημιουργήσουν οι ίδιοι οι νέοι και νέες τις προϋποθέσεις για να κάνουν ρεαλιστικά όνειρα. Θα χρειασθούν βεβαίως και τις ανάλογες κοινωνικές δομές, οι οποίες θα λειτουργήσουν ως συλλογικά υποκείμενα, τα οποία όχι μόνο σε εθνικό αλλά σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο θα διαμορφώσουν τα απαραίτητα δεδομένα για πολιτικές αλλαγές. Ο χώρος της κοινωνίας πολιτών και μάλιστα με τη μορφή δικτύων σε ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο θα μπορούσε να αποτελέσει το όχημα για την διεκδίκηση του δικαιώματος της νεολαίας να ονειρεύεται και να πραγματώνει τα όνειρα της.