Τον πρωτοδιάβασα το 1972 ως Κ. Λουκίδη, αρθρογράφο στην παράνομη Κομμουνιστική Επιθεώρηση με το κείμενο-τομή «Προβλήματα του αντιδικτατορικού αγώνα» και τις ευρύτερες συμμαχίες που απαιτούνταν για την πτώση της χούντας. Τον γνώρισα προσωπικά στα γραφεία της ΑΥΓΗΣ στην Ακαδημίας, μια μέρα πριν τη νόμιμη επανέκδοσή της. Με συνάρπασε με τους «ΣΤΟΧΟΥΣ του ΕΘΝΟΥΣ»,ως ένα νέο πολιτικό συμβόλαιο της αριστεράς με το έθνος. Επί ενάμιση χρόνο, που διεύθυνα τον ΘΟΥΡΙΟ είχα το εξαιρετικό προνόμιο ανελλιπώς μια φορά το δεκαπενθήμερο, πριν από τη συγγραφή του κύριου άρθρου της εφημερίδας να συνομιλούμε πολιτικά.
Μου έβγαλε και το παρατσούκλι «Χατζηθούριος»…
Με γοήτευσε και συνεπήρε, όπως τόσους και τόσες στο χώρο μας, ανελλιπώς επί 37 χρόνια!
6 χρόνια μας λείπει ο Λεωνίδας, ως φυσική παρουσία, αλλά έχω βαθειά την πεποίθηση ότι τόσο εμείς οι Ρηγάδες, όσο και ένας πολύ ευρύτερος κόσμος του προοδευτικού δημοκρατικού χώρου, όταν μιλούμε και σκεφτόμαστε για τα πολιτικά πράγματα της χώρας μας και της Ευρώπης, έχουμε και ένα ερώτημα: «Τι θα έλεγε γι΄αυτό ή για το άλλο ο Λεωνίδας Κύρκος».
Δεν είναι τυχαίο! Το ίδιο θεωρώ ότι κάνουν και για τους άλλους τρεις θεμελιωτές της Ελλάδας της μεταπολίτευσης, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Χαρίλαο Φλωράκη.
Τα ερωτήματα πυκνώνουν βεβαίως τα 2,5 τελευταία χρόνια μιας και την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας την έχει κόμμα της αριστεράς –μαζί φυσικά με τους εθνικολαϊκιστές ΑΝΕΛ-, με στελέχη που αναφέρονται στον Λεωνίδα…
Για τη συμβολή του ως ηγέτη της ανανεωτικής αριστεράς στην ανάδειξη της δημοκρατίας ως αναπόσπαστο στοιχείο του πολιτικού γίγνεσθαι, της πολιτικής ως αποστολής, του έθνους ως κοινού μας πολιτισμού, του πατριωτισμού απόλυτα συνδυασμένου με το διεθνισμό και της Ενωμένης Ευρώπης, ως πλαίσιο και στρατηγικό ορίζοντα της αριστεράς, καθώς και την αξεδιάλυτη σύνδεση του σοσιαλισμού με την ελευθερία και τη δημοκρατία, την απόρριψη του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και την άρνηση στη βία έχουν γραφτεί και θα συνεχίσουν να γράφονται πολλά. Και αναπόσπαστο στοιχείο στην όποια αναφορά στον Λεωνίδα θα πρέπει να αποτελεί ο αντιδογματισμός, ο σεβασμός της αντίθετης άποψης και η πανθομολογούμενη σεμνότητα και λιτότητα του ατομικού του βίου, που του απέδιδε ένα ιδιαίτερο βάρος και πειθώ στη διαχρονική συμβολή του.
Ο Λεωνίδας αφότου αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση δεν έπαψε ούτε στιγμή να έχει άποψη για τις πολιτικές και κομματικές εξελίξεις στο χώρο της αριστεράς αλλά και για τις δυνατότητες και την αναγκαιότητα για τη συνάντηση της ανανεωτικής αριστεράς με τον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο. Διαβλέποντας τα αδιέξοδα της πορείας του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ στην κατεύθυνση της συγκατοίκησης με τον αριστερισμό του διαμορφούμενου το 2009 και 2010 ΣΥΡΙΖΑ, μας προέτρεπε για την αποχώρηση. Γι αυτό και με όλες του τις δυνάμεις στήριξε τη δημιουργία και την πορεία της ΔΗΜΑΡ μέχρι το θάνατό του.
Προφανώς θα μας ενδιέφερε πολύ να ξέραμε τι θα σκεφτόταν και τι θα πρότεινε για την έξοδο από την κρίση, τις κυβερνήσεις του 2012 και 2013 καθώς και τις κυβερνητικές επιλογές του 2015, τις μεταναστευτικές ροές, το νεοφασισμό, την τρομοκρατία, τις εξελίξεις στη Ν.Α. Ευρώπη.
Θα ήθελα βεβαίως να συμφωνήσω με πολλούς παλιούς συντρόφους/ισσες ότι τουλάχιστον άτοπες προς τη μνήμη του οι επιχειρούμενες εικασίες για τη σημερινή του στάση στα πολιτικά πράγματα. Ο Λεωνίδας όμως ως το τέλος της ζωής του έγραφε και μιλούσε πολύ και για πολλά. Και τα γραφτά του και οι συνεντεύξεις του μιλούν…
Δεν είναι σαφής άλλωστε και με την τελευταία του παρακαταθήκη, που τόσα λέει για τη πολιτική αντιπαράθεση που κυριάρχησε τις τελευταίες μέρες; «Ένιωσα συντετριμμένος όταν έσβησε το κόκκινο αστέρι στην κορυφή του Κρεμλίνου βουτηγμένο στη βία, στο ψέμα και στη ντροπή. Άλλα πίστεψαν οι άνθρωποι, άλλα λάλησαν οι προφήτες. Όπως άλλος ήταν ο σοσιαλισμός για τον οποίο αγωνιστήκαμε και γι? αυτόν τον σοσιαλισμό, με δημοκρατία, ελευθερία και σεβασμό στον κάθε άνθρωπο να συνεχίσετε τον αγώνα, γιατί δεν έχει άλλη λύση ο κόσμος».
Σήμερα, τελειώνοντας το κείμενο αυτό, σαν κάπου να τον βλέπω και να τον ακούω με τον ανεπανάληπτο παιγνιώδη τρόπο του να λέει:«Και μη ξεχνάτε, ο καθένας κρέμεται από το ποδαράκι του…»