Η ένταση της είδησης των τρομοκρατικών επιθέσεων στο αεροδρόμιο και στο μετρό των Βρυξελλών την περασμένη Τρίτη και η προφανής και ανενδοίαστη καταδίκη τους από το σύνολο του πολιτικού κόσμου της χώρας επισκίασε τις ενδοκυβερνητικές διαφορές που είχαν καταγραφεί την προηγούμενη εβδομάδα με αφορμή την απαίτηση του προέδρου των ΑΝΕΛ να εκδιωχθεί από την κυβέρνηση ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής. Παρά τα εμφανή υπονοούμενα για τις ευθύνες της Ε.Ε. στο φλέγον ζήτημα της προσφυγικής κρίσης, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ προχώρησαν, μετά τις επιθέσεις της Τρίτης, σε δηλώσεις που προσομοίαζαν με αυτές των πλέον κλασικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, αποφεύγοντας την οποιαδήποτε αναφορά σε τυχόν ευθύνες της Δύσης στην καλλιέργεια του μίσους που γεννά την τρομοκρατία. Οι ΑΝΕΛ χαρακτήρισαν την τρομοκρατία ως μια «ύπουλη απειλή για τις δημοκρατικές και ανοιχτές κοινωνίες του δυτικού κόσμου», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για «επίθεση στις αξίες της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού, αξίες θεμελιώδεις για την ιδέα της Ευρώπης». Είναι όμως συχνά κοινός ο βηματισμός των δύο κομμάτων της συμμαχικής κυβέρνησης;
Η επανεμφάνιση στη δημόσια ατζέντα του ζητήματος της αναγνώρισης του κράτους της ΠΓΔΜ με τη συνταγματική του ονομασία υπενθύμισε ότι τα δύο κόμματα στέκονται σε μια απόσταση το ένα από το άλλο, τουλάχιστον επί ενός αριθμού πολιτικών. Η όξυνση του προσφυγικού, ενός κλασικού θέματος του κοινωνικο-πολιτισμικού άξονα επί του οποίου οι διαφορές θέσεων μεταξύ των δύο εταίρων είναι ριζικές (όπως, για παράδειγμα, το θέμα της παροχής ιθαγένειας σε μετανάστες δεύτερης γενιάς ή ο διαχωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος ή η νομική εξίσωση των ομόφυλων ζευγαριών με τα ετερόφυλα), έφερε προσφάτως στην επιφάνεια και άλλες αποκλίσεις μεταξύ τους, όπως αυτή για τον ρόλο του στρατού στη διαχείριση των καταυλισμών, με τον υπουργό Άμυνας να εκλαμβάνει τη συμμετοχή του στρατού στη διαχείριση ως υποβιβασμό του ρόλου του. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων σε θέματα αξιών είναι ήσσονος σημασίας στην παρούσα χρονική φάση της εφαρμογής της νέας συμφωνίας της χώρας με τους πιστωτές της, για την οποία συμφωνία οι θέσεις και των δύο ταυτίζονται απολύτως. Όμως η σχέση των δύο συμμάχων φαίνεται να είναι λειτουργική και στο επίπεδο που ορίζουν τα αξιακά ζητήματα: ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ φαίνονται να ισορροπούν επιτυχώς τις προτιμήσεις τους και πέρα από τα θέματα διαχείρισης των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας.
Τη σκέψη αυτή φέρνει στον νου η ανάμνηση της περσινής συζήτησης για τον διαφορετικό εορτασμό της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου 1821. Η κυβέρνηση είχε τότε προχωρήσει στην αφαίρεση των κιγκλιδωμάτων γύρω από την εξέδρα των επισήμων, στη μετακίνηση της ίδιας της εξέδρας ώστε να είναι τοποθετημένη έναντι και όχι μπροστά από το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη και στη διοργάνωση δημοτικού γλεντιού με τη συνοδεία της στρατιωτικής μπάντας μετά το πέρας της παρέλασης. Έχοντας εμφανώς υποχωρήσει από τις πάγιες θέσεις του για κατάργηση των στρατιωτικών παρελάσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να προτάσσει την ανάγκη τήρησης μιας «λειτουργικής ισορροπίας» με τον μικρό, πλην όμως πολύ ευαίσθητο σε ζητήματα εθνικής ταυτότητας, εταίρο του στην κυβέρνηση. Τέτοιες αποκλίσεις από τις ρίζες της ιδεολογίας της Ανανεωτικής Αριστεράς θα μπορούσαν να του στοιχίσουν ακριβά, καθώς οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι του χώρου διακρίνονται για την ένταση των τοποθετήσεών τους κατά του εθνοκεντρισμού. Όμως οι σημερινοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο αυτοί και μάλιστα είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς. Αυτός είναι ο λόγος που το 60% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε πριν από έναν χρόνο, σύμφωνα με έρευνα της Prorata, ότι συμφωνεί με τον περιγραφέντα τρόπο εορτασμού της εθνικής επετείου, ποσοστό αποδοχής που ήταν απολύτως συγκρίσιμο με αυτό εντός της ομάδας των ψηφοφόρων των ΑΝΕΛ. Ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να βρίσκει την επαφή του με τους ΑΝΕΛ ακόμη και σε θέματα που θα μπορούσαν θεωρητικά να προκαλέσουν σοβαρές τριβές μεταξύ τους. Και στον δρόμο αυτό φαίνεται να έχει μαζί του την πλειονότητα της εκλογικής του δύναμης.