Οποιος δεν μπορεί να καταλάβει το φαινόμενο Λαζόπουλου, δεν μπορεί να καταλάβει την πολιτική στην Ελλάδα. Η φράση είναι κλεμμένη από Αμερικανό πολιτικό αναλυτή. Μόνο που το όνομα του Λαζόπουλου μπήκε στη θέση της Αν-Νικόλ Σμιθ, του γνωστού μοντέλου που παντρεύτηκε υπέργηρο Αμερικανό εκατομμυριούχο και στη συνέχεια διεκδίκησε την περιουσία από το παιδί του. Δεν πρόκειται για παραδοξολογία, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο παίρνουμε τις αποφάσεις στη ζωή μας – ιδιαίτερα για θέματα που στην πραγματικότητα αγνοούμε. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα πραγματικά στοιχεία παίζουν δευτερεύοντα ρόλο. Το κύριο είναι να κατασκευάσουμε μια αληθοφανή ιστορία που να ικανοποιεί τις προκαταλήψεις μας.
Να μείνουμε όμως στον Λαζόπουλο. Στην εκπομπή του θέλησε να απαντήσει στις «κατηγορίες» που του απηύθυνε ο Aδ. Γεωργιάδης. Οτι στην περίοδο της κρίσης φυγάδευσε στο εξωτερικό κάποια εκατομμύρια, γεγονός που αποδεικνύει ότι άλλα λέει και άλλα κάνει. Καλός ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τα κορόιδα.
Ο κ. Λαζόπουλος ξεκίνησε σεβόμενος τις θεμελιώδεις αρχές ενός καλού προπαγανδιστή: κινήθηκε εκτός θέματος. Πρώτη φορά -είπε- κατηγορείται κάποιος επειδή είναι νόμιμος. Εδώ το ψέμα είναι διπλό. Πρώτον, έχουν επανειλημμένα κατηγορηθεί πολλοί, και από τον ίδιο τον κ. Λαζόπουλο, για τη διαφορά νόμιμου και ηθικού. Δεύτερον, απάντησε σε κάτι το οποίο ουδείς ανέφερε. Δεν κατηγορήθηκε για κάποια παρανομία. Για υποκρισία καταγγέλθηκε. Στη συνέχεια ανέφερε κάτι συγκεχυμένα περί ταινίας στο εξωτερικό, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ενδεχομένως έβγαλε τα λεφτά για επιχειρηματικούς λόγους – χωρίς να το πει ρητά. Προσέθεσε, τέλος, διάφορα για απειλές που δέχεται πριν από κάθε εκπομπή, να τον σκοτώσουν, να τον πετάξουν σε χαντάκι, ακόμα και να τον δηλητηριάσουν! Δεν διευκρίνισε αν τις έχει καταγγείλει στην Αστυνομία.
Είναι αλήθεια, δεν είναι, ποιος γνωρίζει; Δεν έχει σημασία. Για τους θαυμαστές του η «ιστορία» που φιλοτέχνησε είχε ηθικό δίδαγμα, αρχή, μέση τέλος: οι αντίπαλοι του Λαζόπουλου τον συκοφαντούν γιατί θίγονται από τη σάτιρά του, ενώ ο ίδιος όχι μόνο δεν έχει κάνει κάτι το μεμπτό, αλλά ενοχοποιείται για συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Μπορεί να είναι κι έτσι. Προσοχή όμως: το αφήγημα διατυπώθηκε χωρίς να απαντήσει συγκεκριμένα και με στοιχεία στα όσα του προσάπτουν.
Αυτή είναι η μέθοδος του Λαζόπουλου. Οποιος λίγο έχει παρακολουθήσει το «Αλ Τσαντίρι» μπορεί να καταλάβει ότι για να εξευτελίσει -συνήθως- τα θύματά του στηρίζεται σε στερεότυπα που με τη σειρά τους, στις περισσότερες περιπτώσεις, αποτελούν αποκυήματα φαντασίας, επικαλούνται ανύπαρκτα ή λανθασμένα στοιχεία ή αξιοποιούν τη γνωστή μέθοδο της κοπτικής-ραπτικής. Κατασκευάζονται ιστοριούλες που κολακεύουν ό,τι πιο ταπεινό- διαθέτουμε στο οπλοστάσιό μας.
Η σάτιρα, θα αντιτείνει κάποιος, δεν είναι δοκίμιο. Αυτά είναι τα όπλα της κι αυτό την κάνει τόσο αποτελεσματική. Πράγμα ωστόσο που σημαίνει ότι θα πρέπει να είμαστε διπλά επιφυλακτικοί και κριτικοί στην ψευδή πραγματικότητα που κατασκευάζει. Ιδίως στη συγκεκριμένη περίπτωση όπου ο κ. Λαζόπουλος δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια να κρύψει τον στρατευμένο -προκατειλημμένο είναι ίσως η σωστή διατύπωση- χαρακτήρα της κριτικής του αλλά και να σεβαστεί στοιχειωδώς ανθρώπινες αξίες. Για να το πούμε διαφορετικά, αν η σάτιρα του «Charlie Hebdo» προκάλεσε τη βία τζιχαντιστών σε βάρος του, η σάτιρα του Λαζόπουλου δικαιώνει τη βία -λεκτική έστω- σε βάρος των θυμάτων του.
Η αλήθεια είναι ότι η πολιτική ζωή είναι γεμάτη με τέτοιες κατασκευασμένες ιστορίες. Οταν ο κ. Σαμαράς φωτογραφίζεται στον φράχτη του Εβρου και συνδέει αυθαίρετα τους μετανάστες με την τρομοκρατία, επιχειρεί να ανακαλέσει ένα συντηρητικό στερεότυπο. Οταν πάλι το Ποτάμι ανακαλύπτει ένα ανύπαρκτο βραβείο -δεν υπάρχει «καλύτερος δημόσιος υπάλληλος στον κόσμο»- και το συνδέει λίγο-πολύ αυθαίρετα με την πατρότητα των ΚΕΠ, επιχειρεί να αξιοποιήσει ένα προοδευτικό στερεότυπο.
Μερικές φόρες, βέβαια, αυτές οι μικρές ιστορίες έχουν βαριές συνέπειες. Η Αν-Νικόλ Σμιθ -για να ξαναγυρίσουμε στην αρχή μας- αντιμετωπίστηκε με συμπάθεια από την κοινή γνώμη, γιατί θεωρήθηκε θύμα ενός γεροξεκούτη. Αντιθέτως στη δική μας μάλλον σεξιστική κοινωνία η σύζυγος Τσοχατζόπουλου μένει στη φυλακή γιατί αντιμετωπίζεται σαν το πονηρό θηλυκό που εκμεταλλεύτηκε καταστάσεις για να ικανοποιήσει την απληστία της. Θα μπορούσε εξίσου να θεωρηθεί μια ψυχολογικά ασταθής γυναίκα, που αυτή και το ανήλικο παιδί της είναι τα αθώα θύματα της αλαζονείας του συζύγου της. Την αλήθεια οι περισσότεροι από εμάς δεν θα τη μάθουμε ποτέ! Μικρή σημασία έχει. Ούτε η Αντουανέτα είπε «να φάνε παντεσπάνι», αλλά δεν έσωσε το κεφάλι της.