Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, η επιβεβλημένη, κατά τη γνώμη μου, συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην τρικομματική κυβέρνηση εθνικής ευθύνης την έθεσε προ πρωτόγνωρων και ιστορικών, για κόμμα της αριστεράς, ευθυνών, μπροστά σε δύσκολες, αδιανόητες μέχρι πρότινος, αποφάσεις και τέθηκε ειλικρινά το ερώτημα αν το συγκεκριμένο κόμμα ήταν σε θέση να σηκώσει ένα τόσο βαρύ φορτίο, πολλαπλάσιο αυτού που αναλογούσε στην εκλογική του δύναμη. Τα πράγματα στην πορεία αποδείχτηκαν δύσκολα — ήταν και είναι δύσκολα. Κανένας δεν θα ισχυριστεί ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, αστοχίες ή και λάθη. Το αντίθετο θα ήταν περίεργο. Ως εκ τούτου, κάθε καλόπιστη κριτική είτε «εξ αριστερών» είτε «εκ δεξιών» μπορεί να συμβάλει στην συζήτηση και στην βελτίωση των όρων με τους οποίους η ΔΗΜΑΡ ασκεί πολιτική, συμμετέχοντας στην εθνική προσπάθεια σταθεροποίησης και σωτηρίας της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο διάβασα με ενδιαφέρον την συνέντευξη του Στέφανου Μπαγιώργου, ιδρυτικού και ηγετικού, μέχρι πρό ολίγων μηνών, στελέχους της ΔΗΜΑΡ που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εποχή», παραμονές Πρωτοχρονιάς (http://epohi.gr/portal/politiki/13293-2012-12-31-15-15-59). Χωρίς περιστροφές λέω εξαρχής ότι διαφωνώ πλήρως με όλη την οπτική που παρουσιάζει ο Στέφανος στην συνέντευξη. Καθιστά από την άλλη σαφείς τους λόγους αποστασιοποίησης του, από το κόμμα στην ίδρυση του οποίου υπήρξε πρωταγωνιστής. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, προσωπικά συνεχίζω να δρω μέσω της ΔΗΜΑΡ και να στηρίζω τις κεντρικές επιλογές και την πολιτική της.
Πολλά θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς στην συνέντευξη του Στέφανου. Θα σταθώ ενδεικτικά σε τρία σημεία. Πρώτον: στην προβοκατόρικη ερώτηση του δημοσιογράφου αν η ΔΗΜΑΡ θέλει να γίνει ΠΑΣΟΚ στη θέση του ΠΑΣΟΚ, ερώτηση που δεν διανοούνται πλέον να κάνουν ούτε οι πιο εμπαθείς επικριτές της, πλην ίσως του δημοσιογράφου που ερωτά (άλλωστε στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάμε για σκοινί, κι ο νοών νοείτω), ο Στέφανος απλά απαντάει αφοπλιστικά ότι «πολλοί το σκέφτονται». (!!!) Προσωπικά δεν γνωρίζω κανέναν. Δέυτερον: δημιουργεί μια αδικαιολόγητη, για στέλεχος της δικής του εμπειρίας, σύγχιση μεταξύ μεσαίας τάξης και μεσαίου χώρου. Το ότι η μεσαία τάξη αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πολιτικό κέντρο. Υπάρχει και ασφυκτιά να εκφραστεί, ειδικά τώρα σε συνθήκες πόλωσης και διαφαινόμενης δημιουργίας νέου δικομματισμού με αναχρονιστικούς όρους. Με τέτοιες ακροβασίες συσκοτίζουμε τα θέματα. Τρίτο (συνέχεια του δεύτερου) και πιο σημαντικό είναι η «περίεργη» αντίληψη για το ακροατήριο της ΔΗΜΑΡ. Ενώ και ο ίδιος παραδέχεται ότι το ακροατήριο της ΔΗΜΑΡ ήταν αρχικά 2%, το παραδοσιακό ακροατήριο δηλαδή της αναναεωτικής αριστεράς, φαίνεται δύσπιστος και καχύποπτος στα νέα ακροατήριο.«Η ΔΗΜΑΡ θα αναζητησει καινούριες δεξαμενες ψηφων» (λόγω της υποτιθέμενης «διολίσθησής» της) διαβάζουμε, και αυτό αναφέρεται ως ανάθεμα. Μου φαίνεται αδιανότητο ένα κόμμα της σύγχρονης Αριστεράς να αδιαφορεί γι αυτά τα ακροατήρια επειδή τάχα δεν αποτελούν «τον κόσμο της». Άλλωστε, το ίδιο ακροατήριο διεκδικεί και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με πολύ αγοραίους και «φιλολαϊκούς» όρους, που τον κάνουν πιο ελκυστικό μέχρι στιγμής.
Κατά τη γνώμη μου, ο Στέφανος κάνει λάθος σε δύο επίπεδα εδώ. Ο μεν κόσμος της ανανεωτικής αριστεράς δεν εγκαταλείπει τη ΔΗΜΑΡ, μια και θεωρώ ότι η μεγάλη του πλειοψηφία εξακολουθεί να τη στηρίζει και να εναποθέτει τις ελπίδες του σε αυτήν, αλλά από την άλλη το κόμμα ανοίγεται αυτονόητα και εξ αντικειμένου και σε νέα ακροατήρια• και καλά κάνει, γιατί ο «παραδοσιακός κόσμος» τής ανανεωτικής αριστεράς είναι ελάχιστος και τον ξέρουμε με όνομα και επίθετο εδώ και σαράντα χρόνια. Η ΔΗΜΑΡ δεν έχει λόγο ύπαρξης ως φοβικό κόμμα αναπαλαίωσης, που θα λειτουργεί δίκην νοσταλγικής μάζωξης μαθητών που γνωρίζονται από δεκαετίες. Αποτελεί την προσπάθεια να δημιουργηθεί ο χώρος της σοβαρής, υπεύθυνης, κριτικής και αυτοκριτικής αριστεράς, που θα προτείνει και θα επιδιώξει λύσεις τώρα, χωρίς να φοβάται να εμπλακεί στην διαχείριση του συστήματος, όρο αναγκαίο αν θέλουμε να πετύχουμε την όποια αλλαγή του. Είναι το σημείο σημείο συνάντησης ανανεωτικών αριστερ?ν, ανένταχτων, σοσιαλδημοκρατών, οικολόγων, φιλελεύθερων αριστερών, μεταρρυθμιστών κ.λπ. Και σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να επμείνει, δίνοντας όλες της τις δυνάμεις για να προχωρήσουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον τόπο, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια δίκαιη αν και επώδυνη έξοδο από την κρίση. Είναι δε προφανές, πως δεν θα γίνει αυτό με μια τοτεμικού τύπου προσκόλληση στας ιδρυτικάς γραφάς του συνεδρίου ως την μόνη και αδιαπραγμάτευτη αλήθεια (αυτές σαφώς και αποτελούν οδηγό, όχι ευαγγέλιο), η οποία και δεν επιδέχεται ερμηνείες ή ακόμα και αναθεωρήσεις στον παρόντα πολιτικό χρόνο, αλλά ούτε και με αόριστες επικλήσεις σε κάποιον ασαφή «κόσμο της αριστεράς» και μόνον.
Θοδωρής Τριανταφύλλου ειδικεύομενος ψυχίατρος, μέλος της Κ.Ε. της ΔΗΜΑΡ